Την Πέμπτη αρχίζει η διάθεση του πετρελαίου θέρμανσης, με τους εμπόρους να εκτιμούν πως θα γίνει με τιμή χαμηλότερη, από 20% έως και 23%, συγκριτικά με τον Οκτώβριο του 2019.

Αν επαληθευτούν οι εκτιμήσεις που διατυπώνονται από τους εμπόρους, η τιμή «αφετηρίας» θα διαμορφωθεί στα 0,80 ευρώ/λίτρο έναντι 1,037 ευρώ/λίτρο στις 15/10, πέρυσι, και 0,76 ευρώ/λίτρο στις 31/5, φέτος.

Οι παραπάνω τιμές, όπως εξηγεί το ΑΜΠΕ, βασίζονται σε στοιχεία του Παρατηρητηρίου Τιμών Υγρών Καυσίμων και αφορούν τον πανελλήνιο σταθμισμένο μέσο όρο τιμής του πετρελαίου, ενώ η μείωση της τιμής του πετρελαίου θέρμανσης οφείλεται στην μεγάλη πτώση που σημείωσε η τιμή του μπρεντ διεθνώς.

Υπενθυμίζεται ότι το φαινόμενο μείωσης της τιμής του πετρελαίου θέρμανσης ξεκίνησε από την περασμένη άνοιξη και εντάθηκε λόγω και κάποιων προσφορών με εκπτώσεις έως και 5%, που οδήγησαν σε τιμές που είχαν να εμφανιστούν από τον Απρίλιο του 2016 ή και προ μνημονίων.

Ισχνή κίνηση στην αγορά αναμένουν οι πρατηριούχοι μέχρι τα Χριστούγεννα

Πάντως, παρά την αναμενόμενη χαμηλή τιμή του πετρελαίου θέρμανσης τουλάχιστον στην έναρξη της περιόδου διάθεσής του, οι πρατηριούχοι νομού Θεσσαλονίκης εκτιμούν ότι οι πωλήσεις θα είναι ιδιαίτερα ισχνές στο τρέχον δίμηνο, μέχρι και τον Νοέμβριο, και η αγορά «θα πάρει τα πάνω της εφόσον πέσουν και οι θερμοκρασίες, την περίοδο κοντά στα Χριστούγεννα».

«Ό,τι ήταν να πουλήσουμε τον τρέχοντα μήνα και τον επόμενο, το δώσαμε ουσιαστικά το δίμηνο Απριλίου- Μαΐου, οπότε και η τιμή του πετρελαίου θέρμανσης διολίσθησε έστω και οριακά κάτω από 0,70 ευρώ/λίτρο, λόγω συγκυριών. Εκείνη την περίοδο πολλοί καταναλωτές άδραξαν την ευκαιρία να φουλάρουν τις δεξαμενές τους», εξήγησε, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο πρόεδρος του Σωματείου Πρατηριούχων Καυσίμων «Άγιος Χριστόφορος», Θέμης Κιουρτζής.

«Ήρθε η ώρα να βρεθούμε αντιμέτωποι με τις συνέπειες της εικονικής πραγματικότητας που ζήσαμε το δίμηνο Απριλίου-Μαΐου», είπε ο κ. Κιουρτζής εκτιμώντας πως «οι φετινές μας πωλήσεις πετρελαίου θέρμανσης αναμένονται μειωμένες σε ποσοστό ως και 50% και εάν συμβεί αυτό θα είμαστε και ευτυχείς».

Στην προηγούμενη περίοδο διάθεσης του πετρελαίου θέρμανσης, οι πρατηριούχοι νομού Θεσσαλονίκης, ενώ μέχρι τον Μάρτιο εμφάνιζαν μείωση πωλήσεων της τάξης του 25%, τελικά λόγω της κατάστασης που διαμόρφωσε η πανδημία του κορονοϊού, «έκλεισαν» στο +10%.

Πάγιο αίτημα των βενζινοπωλών είναι η μείωση του ειδικού φόρου κατανάλωσης από τα 28 λεπτά/λίτρο στα 6 λεπτά/λίτρο που ίσχυε και παλαιότερα, επανέλαβε ο κ. Κιουρτζής. «Φέτος είναι εφικτό ο ειδικός φόρος κατανάλωσης να μειωθεί κατά οκτώ λεπτά/λίτρο για όλους τους καταναλωτές (οικιακούς- επιχειρήσεις), αφού αντιστοιχεί στα 84 εκατ. ευρώ που σκέφτεται να διαθέσει η ελληνική κυβέρνηση στους πολίτες ως επίδομα θέρμανσης. Υπολογίζεται ότι η ποσότητα που θα πουληθεί τη φετινή σεζόν θα κυμανθεί στο 1 εκατομμύριο κυβικά. Η μείωση που ζητάμε σαν κλάδος είναι δίκαιη, αφού το πετρέλαιο θέρμανσης είναι το πλέον φορολογημένο», σημείωσε.

Ο κλάδος στο νομό Θεσσαλονίκης με αριθμούς

Σήμερα, στο νομό Θεσσαλονίκης λειτουργούν περί τα 400 πρατήρια, εκ των οποίων τα 150 από εταιρείες εμπορίας πετρελαιοειδών, σύμφωνα με τον κ. Κιουρτζή. «Από τα 250 περίπου που λειτουργούν ιδιώτες, τα 80 τουλάχιστον βρίσκονται στο κόκκινο», εκτίμησε. Την τελευταία πενταετία τουλάχιστον 100 πρατήρια στο νομό, είτε κατέβασαν ρολά, είτε πέρασαν στα χέρια των ομίλων, σύμφωνα με τον ίδιο.

«Ένεκα του θεμιτού ή αθέμιτου ανταγωνισμού, οι πρατηριούχοι έχουν μειώσει ως και 30% το περιθώριο κέρδους τους σε ορισμένες περιοχές», ανέφερε και πρόσθεσε πως για το θέμα «ήδη ζητήσαμε τη δημιουργία νέων ελεγκτικών μηχανισμών για τον περιορισμό ή και πάταξη της παραβατικότητας στο χώρα, ένταση των ελέγχων, ακόμη και αυστηροποίηση των ποινών».

Για την κατάσταση που έχει διαμορφώσει ο κορονοϊός, ο κ. Κιουρτζής σημείωσε ότι ποσοστό 15% των πρατηρίων που διανυκτέρευαν δεν το πράττουν πια λόγω των μέτρων που έχουν επιβληθεί για τη μη διάδοση της Covid-19, αλλά και συνεπεία της οικονομικής δυσπραγίας που έχει επιφέρει το ξέσπασμα της πανδημίας. Σημείωσε, επίσης, ότι «η πτώση του τουρισμού φέτος, έφερε και μείωση της τάξης από 10% έως και 15% στην κατανάλωση από τα μαγαζιά μας». Η πτώση αυτή, είναι απόρροια, της μη κυκλοφορίας των ενοικιαζόμενων αυτοκινήτων και των τουριστικών λεωφορείων τους θερινούς μήνες.