Συνέχεια δόθηκε σήμερα, Πέμπτη 1η Απριλίου, στη δίκη του αστυνομικού που κατηγορείται για τη δολοφονία του Τζορτζ Φλόιντ, η οποία για αρκετό κόσμο αποτελεί ένα «δημοψήφισμα» για τη Δικαιοσύνη στις ΗΠΑ. Σειρά πήρε η σύντροφος του αδικοχαμένου Αφροαμερικανού.

Η γυναίκα χαμογέλασε δακρύζοντας, καθώς αφηγήθηκε στους ενόρκους πώς οι δυο τους συναντήθηκαν για πρώτη φορά όταν εκείνος προσφέρθηκε να προσευχηθεί μαζί της, λιγότερο από τρία χρόνια πριν τη θανατηφόρα σύλληψή του και περιέγραψε πώς και οι δύο πάλευαν με τον εθισμό τους στα οπιοειδή.

Η Κόρτνεϊ Ρος ήταν το πρώτο άτομο που γνώριζε προσωπικά τον εκλιπόντα και κατέθεσε ως μάρτυρας στη δίκη του Ντέρεκ Τσόβιν, του λευκού αστυνομικού που γονάτισε επί σχεδόν 9 λεπτά στον λαιμό του άτυχου Αφροαμερικανού, στις 25 Μαΐου 2020, στη Μινεάπολη.

«Είναι μια κλασική ιστορία για το πόσοι άνθρωποι εθίζονται στα οπιοειδή», είπε στους ενόρκους η Ρος, που φορούσε μια καρφίτσα σε σχήμα καρδιάς στο μαύρο σακάκι της. «Και οι δύο υποφέραμε από χρόνιους πόνους: ο δικός μου ήταν στο λαιμό, ο δικός του στην πλάτη», πρόσθεσε.

Ο Τσόβιν δήλωσε αθώος στις κατηγορίες φόνου τρίτου βαθμού και ανθρωποκτονίας εξ αμελείας. Οι δικηγόροι του ισχυρίζοντας ότι ο θάνατος του Φλόιντ, που έχει κριθεί ως ανθρωποκτονία στα χέρια της αστυνομίας, επί της ουσίας οφειλόταν σε υπερβολική δόση από τη φαιντανύλη που βρισκόταν στο αίμα του.

Εισαγγελείς από το γραφείο του γενικού εισαγγελέα της Μινεσότα έχουν δηλώσει στους ενόρκους ότι θα ακούσουν την ιατρική πραγματογνωμοσύνη για να αντικρούσουν τον ισχυρισμό αυτό και ότι η χρήση ναρκωτικών ουσιών από τον Φλόιντ δεν σχετίζεται με τις κατηγορίες εναντίον του Τσόβιν.

«Είναι μια από τις αγαπημένες μου ιστορίες που μου αρέσει να λέω», είπε η Ρος, χαμογελώντας στους ενόρκους, όταν ρωτήθηκε από έναν εισαγγελέα πώς συναντήθηκε για πρώτη φορά με τον Φλόιντ τον Αύγουστο του 2017, σε ένα καταφύγιο αστέγων του Στρατού Σωτηρίας, όπου ο 46χρονος Αφροαμερικανός εργαζόταν ως φύλακας.

Εκείνη περίμενε στην αίθουσα αναμονής για να δει τον πατέρα του γιου της, κουρασμένη αφού είχε κλείσει την καφετέρια όπου εργαζόταν. Ο Φλόιντ την πλησίασε. «Είχε εκείνη την φοβερή, βαθιά, νότια προφορά, βραχνή», αφηγήθηκε η Ρος, «και μου είπε, “Αδελφούλα, είσαι καλά;”».

Ένιωσε ότι εκείνη ένιωθε μόνη και προσφέρθηκε να προσευχηθεί μαζί της. «Ήταν τόσο γλυκό», είπε η Ρος σύμφωνα με το ΑΠΕ-ΜΠΕ και συμπλήρωσε: «Εκείνη την εποχή είχα χάσει σε μεγάλο βαθμό την πίστη μου στον Θεό».

Φιλήθηκαν για πρώτη φορά εκείνο το βράδυ στην αίθουσα αναμονής και -με εξαίρεση ένα σύντομο χωρισμό μετά από ένα ερωτικό καβγαδάκι- ήταν μαζί μέχρι τον θάνατό του. Πήγαιναν βόλτες στα πάρκα και γύρω από τις λίμνες της Μινεάπολης, μια νέα πόλη ακόμη για τον Φλόιντ που μεγάλωσε στο Τέξας.

«Ήταν μεγαλόσωμος», συνέχισε η Ρος, περιγράφοντας πως γυμναζόταν καθημερινά σηκώνοντας βάρη. Λάτρευε την μητέρα του, που πέθανε το 2018 και τις δύο μικρές του κόρες.

Κατά καιρούς λάμβαναν συνταγογραφούμενα παυσίπονα. Άλλες φορές έπαιρναν παράνομα οπιοειδή. Κάποιες φορές ξεπέρναγαν τον εθισμό τους, άλλες φορές υποτροπίαζαν. «Ο εθισμός, κατά τη γνώμη μου, είναι ένας δια βίου αγώνας», είπε η Ρος.

«Δεν είναι κάτι που έρχεται και φεύγει, είναι κάτι το οποίο θα αντιμετωπίζω για πάντα», συμπλήρωσε η σύντροφος του Τζορτ Φλόιντ.