Τη βία που υφίστανται οι γυναίκες στην Τουρκία έφερε στο προσκήνιο η ποπ σταρ Σίλα, καταγγέλλοντας, τον περασμένο Οκτώβριο, τον σύντροφό της για κακοποίηση και δημοσιοποιώντας το θέμα.

Η δίκη του συντρόφου της, του διάσημου ηθοποιού Αχμέτ Κουρά, αρχίζει σήμερα στην Κωνσταντινούπολη, μία ημέρα πριν την Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας, στη διάρκεια της οποίας προγραμματίζονται πορείες σε πολλές πόλεις της Τουρκίας.

Ο Κουράλ, που αρνείται τις κατηγορίες, κινδυνεύει να καταδικαστεί σε πέντε χρόνια φυλάκιση, αν κριθεί ένοχος.

Προσφεύγοντας στη δικαιοσύνη η τραγουδίστρια Σίλα Γκέντσογλου έφερε στο φως της δημοσιότητας τη βία που αναγκάζονται να υποστούν πολλές γυναίκες –συχνά σιωπηλά- στην πατριαρχική κοινωνία της Τουρκίας, όπως δήλωσε ο δικηγόρος της Ρεζάν Εποζντεμίρ. «Είναι πολύ σημαντικό το γεγονός ότι μία γυναίκα που ήταν θύμα βίας αποφάσισε με τη θέλησή της να καταγγείλει την υπόθεση στη δικαιοσύνη και να φέρει τη δική της δοκιμασία στο επίκεντρο της συζήτησης».

Σύμφωνα με μη κυβερνητικές οργανώσεις, ο αριθμός των γυναικών που δολοφονούνται ή είναι θύματα σωματικής ή σεξουαλικής βίας από τους συντρόφους ή τους συγγενείς τους δεν σταματά να αυξάνει στην Τουρκία. Το 2018, 440 γυναίκες δολοφονήθηκαν για λόγους που είχαν σχέση με το φύλο τους, έναντι 210 το 2012, σύμφωνα με τη ΜΚΟ «Ας βάλουμε τέλος στις γυναικοκτονίες».

Ο Τούρκος υπουργός Εσωτερικών Σουλεϊμάν Σουϊλού δήλωσε τον Νοέμβριο ότι 133.809 γυναίκες ήταν θύματα βίας το 2017 και περισσότερες από 96.000 τους πρώτους έξι μήνες του 2018.

Η μήνυση που κατέθεσε η Σίλα ενθάρρυνε μεγάλο αριθμό γυναικών που ήταν θύματα βίας από άνδρες να επικοινωνήσουν με την τηλεφωνική γραμμή που δημιουργήθηκε το 2017 από την Ομοσπονδία Ενώσεων Γυναικών Τουρκίας, σύμφωνα με την Κανάν Γκιουλού, στέλεχος της οργάνωσης. «Συνεχίζουμε να λαμβάνουμε ολοένα και περισσότερες κλήσεις», τόνισε, χωρίς όμως να αναφερθεί σε συγκεκριμένο αριθμό.

Η Τουρκία ήταν η πρώτη χώρα που επικύρωσε τη Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για την πρόληψη και την καταπολέμηση της βίας εναντίον των γυναικών, που υιοθετήθηκε το 2011 στην Κωνσταντινούπολη. Η Σύμβαση αυτή έχει επιτρέψει να σημειωθεί πρόοδος στην Τουρκία στο θέμα των δικαιωμάτων των γυναικών, όμως μένει μακρύς δρόμος, όπως επισημαίνει η καθηγήτρια Φεριντέ Ακάρ του Middle East Technical University.

Η Ακάρ ζητεί κυρίως τη δημιουργία περισσότερων «καταφυγίων» για τις γυναίκες που έχουν πέσει θύματα βίας, αλλά και να διευκολυνθεί η πρόσβαση σε αυτά, όπως το προβλέπει και η Σύμβαση.

Η δικηγόρος Γκουντσέ Τσετίν, που συμβουλεύει γυναίκες θύματα βίας, καταγγέλλει ότι κάποιες υπηρεσίες που θα έπρεπε να φροντίζουν τις γυναίκες, συχνά είναι προκατειλημμένες εναντίον τους. «Μερικές φορές η αστυνομία δεν ενημερώνει τις γυναίκες ότι έχουν δικαίωμα να έχουν δικηγόρο» εξηγεί.

Σύμφωνα με την Ακάρ, ένα μέρος του προβλήματος είναι ότι το συντηρητικό κομμάτι της τουρκικής κοινωνίας «δεν θεωρεί ότι η βία αυτή προέρχεται από την ανισότητα των φύλων». «Δεν πιστεύουν ότι υπάρχει σύνδεση μεταξύ της απουσίας ισότητας και της βίας» υπογραμμίζει.

Η τουρκική κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι λαμβάνει σοβαρά υπόψη της τη βία εναντίον των γυναικών και ο ισλαμοσυντηρητικός πρόεδρος Ταγίπ Ερντογάν χαρακτήρισε το φαινόμενο αυτό το 2016 «προδοσία της ανθρωπότητας», όπως σημειώνει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.

Αν και η περίπτωση της Σίλα άνοιξε τα στόματα των γυναικών, οι υπέρμαχοι των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ανησυχούν καθώς βλέπουν τους δράστες να επωφελούνται από μειωμένες ποινές, κυρίως «για καλή διαγωγή». Αγανακτούν επίσης από το γεγονός ότι οι δράστες ή οι δικηγόροι τους αμαυρώνουν η φήμη κάποιων θυμάτων προκειμένου να υποτιμήσουν τη σοβαρότητα του αδικήματος.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα οι δικηγόροι δύο ανδρών που κατηγορούνταν ότι επιτέθηκαν σεξουαλικά και δολοφόνησαν μια φοιτήτρια στην Άγκυρα τον Μάιο του 2018 προκάλεσαν την αγανάκτηση της κοινής γνώμης όταν κατά την έναρξη της δίκης τον προηγούμενο μήνα άφησαν να εννοηθεί ότι το θύμα «δεν ήταν παρθένα».

Εξάλλου και ο δικηγόρος της Σίλα κατήγγειλε ότι κάποια μέσα ενημέρωσης προσπάθησαν να αμφισβητήσουν τις καταγγελίες της πελάτισσάς του. Ωστόσο παραμένει αισιόδοξος. «Ελπίζω ότι η αλήθεια θα λάμψει μετά τη δίκη και ότι θα αποδοθεί δικαιοσύνη».