Ένας Ρώσος εκατομμυριούχος κρυπτονομισμάτων και η σύζυγός του απήχθησαν και τεμαχίστηκαν, αφού είχαν δεχτεί να συναντήσουν δήθεν «επενδυτές» στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.

Ο Ρόμαν Νοβάκ, 38 ετών και η σύζυγός του Άννα, εθεάθησαν τελευταία φορά πριν από έναν μήνα, όταν οδήγησαν για να συναντήσουν αυτούς που πίστευαν ότι ήταν επενδυτές στο ορεινό θέρετρο Χάτα του Ντουμπάι.

Το ζευγάρι που ζούσε στο Ντουμπάι και που επιδείκνυε στα social media έναν πλούσιο τρόπο ζωής με γρήγορα αυτοκίνητα και ιδιωτικά τζετ, σύμφωνα με αναφορές των Αρχών, εκβιάστηκε για την κρυπτονομισματική περιουσία του. Λίγο πριν εξαφανιστούν, ο Νοβάκ είχε αποκτήσει ένα ιδιαίτερα συλλεκτικό βρετανικό αυτοκίνητο AC Cobra.

Πιστεύεται ότι το ζευγάρι μεταφέρθηκε στο Χάτα από τον προσωπικό τους οδηγό, ο οποίος τους οδήγησε σε ένα πάρκινγκ κοντά σε λίμνη, πριν επιβιβαστούν σε διαφορετικό όχημα για την υπόλοιπη διαδρομή. Την ίδια στιγμή, ο Νοβάκ είχε στείλει μηνύματα σε επαφές του στο τηλέφωνο, δηλώνοντας ότι ήταν «κολλημένος στα βουνά στα σύνορα με το Ομάν» και χρειαζόταν επειγόντως 152.000 λίρες.

«Στη συνέχεια, η επικοινωνία με το νεαρό ζευγάρι χάθηκε», δήλωσε η Σβετλάνα Πετρένκο από τη Ρωσική Ερευνητική Επιτροπή. Τα τηλέφωνά τους εντοπίστηκαν στη συνέχεια για δύο ημέρες στο Χάτα, και ακολούθως στο Ομάν και στο Κέιπ Τάουν, όπου τα σήματα εξαφανίστηκαν στις αρχές Οκτωβρίου. Πλέον πιστεύεται ότι οι δολοφόνοι ενεργοποίησαν τα τηλέφωνα των θυμάτων, για να μπερδέψουν τις έρευνες.

Ο συναγερμός δόθηκε από τους συγγενείς του ζευγαριού στη Ρωσία, προτού βρεθούν τα τεμαχισμένα πτώματα του Νοβάκ και της συζύγου του θαμμένα σε έρημο των ΗΑΕ, σύμφωνα με την Daily Mail.

Δύο μαχητές από τον πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία και ένας πρώην ντετέκτιβ της ομάδας φόνων φέρονται ως υπεύθυνοι για τη δολοφονία και τον τεμαχισμό του ζευγαριού. Τρεις Ρώσοι ύποπτοι παρουσιάστηκαν να κρατούνται στην Αγία Πετρούπολη και στις περιοχές Σταυροπόλ και Κρασνοντάρ, μετά την επιστροφή τους από το Ντουμπάι.

Οι ύποπτοι ταυτοποιήθηκαν ως οι Ρώσοι πολίτες Κωνσταντίν Σαχτ, 53 ετών, πρώην ντετέκτιβ ανθρωποκτονιών και τώρα διακινητής ναρκωτικών, καθώς και οι Γιούρι Σαρίποφ, 46 ετών, και Βλαντιμίρ Νταλέκιν, 45 ετών, που είχαν πολεμήσει για τη Ρωσία στον πόλεμο πριν απαλλαγούν από τις στρατιωτικές τους υποχρεώσεις.

Κατά τις αναφορές, οι τρεις ήταν οι «επενδυτές» που, αφού απήγαγαν το ζευγάρι, ζήτησαν τον κωδικό του πορτοφολιού κρυπτονομισμάτων του Νοβάκ. Ο Νοβάκ δεν αντιστάθηκε, αλλά το πορτοφόλι ήταν άδειο. Το ζευγάρι δεν κατάφερε να συγκεντρώσει λύτρα από άλλη πηγή, με αποτέλεσμα ο Ρόμαν και η Άννα να δολοφονηθούν και στη συνέχεια να τεμαχιστούν.

Η αστυνομία των ΗΑΕ βρήκε ίχνη αίματος της Άννας Νοβάκ στη βίλα, αίμα στο ενοικιαζόμενο αυτοκίνητο, ένα σύνολο μαχαιριών κοντά στο σημείο του εγκλήματος και ένα μπλουζάκι ενός από τους οργανωτές.

Οι τρεις ύποπτοι τέθηκαν υπό κράτηση έως τις 28 Δεκεμβρίου. Πέντε ακόμα Ρώσοι, όλοι κάτω των 25 ετών, πιστεύεται ότι συνδέονται με την αποτρόπαια υπόθεση.

Ο Νοβάκ είχε επιδείξει πλούσιες επαφές, μεταξύ αυτών τον δισεκατομμυριούχο ιδιοκτήτη του Telegram, Παβέλ Ντούροβ. Την εποχή της εξαφάνισής του βρισκόταν υπό έρευνα για την υποτιθέμενη κλοπή άνω των 38 εκατομμυρίων λιρών από επενδυτές κρυπτονομισμάτων με το πρόσχημα της επιχειρηματικής ανάπτυξης. Ανάμεσα στα φερόμενα θύματα ήταν «επιχειρηματίες από την Κίνα και χώρες της Μέσης Ανατολής», σύμφωνα με ρωσική αναφορά.

«Είχε ταλέντο να παρουσιάζεται ως κάποιος που λειτουργεί στο ίδιο επίπεδο με τον Παβέλ Ντούροβ και τους Άραβες σεΐχηδες», ανέφερε η εφημερίδα Komsomolskaya Pravda συμπληρώνοντας ότι «στην πραγματικότητα, ο Νοβάκ ήταν απλώς ένας ταλαντούχος χειριστής που κατάφερνε να πείσει ανθρώπους να παραδώσουν εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια».

Διαχειριζόταν ένα «γρήγορο και αξιόπιστο δίκτυο κρυπτονομισμάτων» με εφαρμογή που είχε αναπτυχθεί «από Ουκρανούς προγραμματιστές». Ο Νοβάκ είχε εκτίσει ποινή φυλάκισης για υπεξαίρεση, σύμφωνα με ρωσικές αναφορές. «Πρόσφατα, οι ρωσικές αρχές διεξήγαγαν ελέγχους σε ανταλλακτήρια κρυπτονομισμάτων στη Μόσχα, αναζητώντας ίχνη των επενδύσεών του», ανέφερε η εφημερίδα KP.

Τα ορφανά παιδιά του ζευγαριού τα παρέλαβαν οι γονείς της Άννας μετά την εξαφάνιση των γονέων τους.