Μέσα στη δίνη της δημόσιας σύγκρουσης μεταξύ του Ντόναλντ Τραμπ και του Έλον Μασκ, αξίζει να επιστρέψουμε στη 26η Δεκεμβρίου 2024. Εκείνη την ημέρα ξεκίνησε μια νέα εσωτερική διαμάχη στους κόλπους των Ρεπουμπλικανών, η οποία απείλησε να διαρρήξει τον σκληρό πυρήνα της MAGA συμμαχίας. Σύμφωνα με το Politico, όπως και η πρόσφατη, η διαμάχη εκείνη εκτυλίχθηκε κυρίως στο διαδίκτυο, φέρνοντας αντιμέτωπες δύο ισχυρές πτέρυγες του τραμπικού στρατοπέδου με αφορμή τη μετανάστευση υψηλής ειδίκευσης.
Η εθνικιστική-λαϊκιστική δεξιά, υπό την ηγεσία του Στιβ Μπάνον, κάλεσε τη νέα κυβέρνηση να καταργήσει το πρόγραμμα H-1B, στο πλαίσιο ενός ευρύτερου περιορισμού της μετανάστευσης. Από την άλλη πλευρά, η λεγόμενη «τεχνολογική δεξιά», με επικεφαλής τον Μασκ, υποστήριξε ότι το πρόγραμμα πρέπει να διατηρηθεί, καθώς η μετανάστευση υψηλής ειδίκευσης θεωρείται αναγκαία για την οικονομική ανάπτυξη και την ενίσχυση της «αμερικανικής δυναμικής». Τελικά, η τεχνολογική δεξιά επικράτησε, με τον Τραμπ να παρεμβαίνει για να υπερασπιστεί δημόσια το πρόγραμμα H-1B.
Μετά τη διαμάχη, επήλθε μια εύθραυστη ειρήνη μεταξύ των δύο πλευρών και η σύγκρουση καταλάγιασε όσο ο Τραμπ αναλάμβανε ξανά καθήκοντα. Ωστόσο, η αναζωπύρωση της έντασης μεταξύ Τραμπ και Μασκ αυτή την εβδομάδα αποδεικνύει ότι οι βαθύτερες ιδεολογικές διαφορές δεν επιλύθηκαν ποτέ. Παρά τον θόρυβο γύρω από το νομοσχέδιο «Big, Beautiful» (BBB), τα έγγραφα του Έπσταϊν, το αυξανόμενο εθνικό χρέος και τις μεγάλες προσωπικότητες των δύο ανδρών, η βασική διχογνωμία παραμένει η ίδια: η μετανάστευση.
Αν και η πρόσφατη ρήξη φαίνεται να αφορά τις δημοσιονομικές συνέπειες του BBB και την άποψη του Μασκ,, υποστηριζόμενη από ανεξάρτητες αναλύσεις αλλά απορριπτόμενη από την κυβέρνηση Τραμπ, ότι το νομοσχέδιο θα επιδεινώσει σημαντικά το δημόσιο χρέος, το επίκεντρο της διαφωνίας είναι βαθύτερο.
Για τους λαϊκιστές του MAGA, τα 155 δισεκατομμύρια δολάρια που προβλέπει το BBB για την ενίσχυση της συνοριακής ασφάλειας και τις μαζικές απελάσεις επαρκούν για να δικαιολογήσουν την ψήφισή του, ανεξαρτήτως των οικονομικών του επιπτώσεων. Όπως δήλωσε ο Στίβεν Μίλερ, ο κύριος εκπρόσωπος της λαϊκιστικής δεξιάς σε θέματα μετανάστευσης, το νομοσχέδιο περιλαμβάνει «την πιο σημαντική προσπάθεια ελέγχου των συνόρων και απέλασης στην ιστορία», γεγονός που το καθιστά «το σημαντικότερο νομοθέτημα για το συντηρητικό σχέδιο στην ιστορία του έθνους».
Από το 2016, η μετανάστευση αποτελεί τον ιδεολογικό ακρογωνιαίο λίθο της πολιτικής του Τραμπ. Κατά την προεκλογική εκστρατεία του 2024, ο Τραμπ και ο υποψήφιος αντιπρόεδρός του, Τζέι Ντι Βανς, συνέδεσαν κάθε πρόβλημα, από την έλλειψη κατοικιών μέχρι τον πληθωρισμό και την «κουλτούρα της αφύπνισης», με την υπόσχεση για αυστηρή μεταναστευτική πολιτική. Με την είσοδό του στον Λευκό Οίκο, ο Τραμπ επικαλέστηκε πρωτοφανείς εξουσίες έκτακτης ανάγκης για να εφαρμόσει το σχέδιο μαζικών απελάσεων.
Ωστόσο, η έμφαση στη μετανάστευση προκάλεσε εντάσεις με την τεχνολογική δεξιά, η οποία υποστήριξε μεν το μεταναστευτικό πρόγραμμα του Τραμπ, αλλά είχε ως βασική της προτεραιότητα τον περιορισμό του δημόσιου χρέους. Ο Μασκ, όπως και οι Μαρκ Αντρεσεν και Πίτερ Τιλ, αντιμετωπίζουν το χρέος ως υπαρξιακή απειλή, τόσο από ιδεολογική όσο και από επιχειρηματική σκοπιά: κάθε δολάριο που δαπανά το κράτος για την εξυπηρέτηση του χρέους είναι ένα δολάριο λιγότερο για την επένδυση σε τεχνολογίες που προωθούν οι ίδιες οι εταιρείες τους.
Η αναντιστοιχία προτεραιοτήτων μεταξύ των δύο πλευρών ήταν εμφανής εξ αρχής. Ο Μίλερ κατήγγειλε πρόσφατα ότι «δεν θα υπάρξει ποτέ μέρα που ένας φιλελεύθερος θα νοιαστεί περισσότερο για τη μετανάστευση και την εθνική κυριαρχία απ’ ότι για το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κογκρέσου». Ο ίδιος ο Βανς, ο οποίος είχε επιχειρήσει να γεφυρώσει τις δύο πλευρές, είχε δηλώσει ότι «η ιδέα πως οι τεχνολογικά προοδευτικοί και οι λαϊκιστές είναι καταδικασμένοι να συγκρουστούν είναι λανθασμένη», αυτοχαρακτηριζόμενος ως «υπερήφανο μέλος και των δύο στρατοπέδων».
Τελικά, όμως, ο Βανς είχε άδικο. Η ρήξη Τραμπ-Μασκ αποδεικνύει ότι οι πιστοί του MAGA δεν μπορούν να τα έχουν όλα. Πρέπει να επιλέξουν: απόλυτη καταστολή της μετανάστευσης ή κάτι άλλο. Η ένταση με την οποία η λαϊκιστική δεξιά στράφηκε κατά του Μασκ μετά τη σύγκρουσή του με τον Τραμπ αποτελεί προειδοποίηση για κάθε σύμμαχο που τολμά να αποκλίνει, ακόμα κι αν πρόκειται για τον πλουσιότερο άνθρωπο στον πλανήτη.
Η ουσία της διαμάχης αναδείχθηκε από τα σχόλια της λαϊκιστικής δεξιάς. «Το χρέος είναι ΚΑΚΟ. Η μεταναστευτική κρίση είναι χειρότερη κατά τάξεις μεγέθους», έγραψε ο ακτιβιστής Τσάρλι Κερκ. «Ποτέ δεν είδα το χρέος να κρατάει ομήρους σε πολυκατοικία», πρόσθεσε άλλος σχολιαστής, αναφερόμενος σε αναφορές για καταλήψεις από συμμορίες στο Κολοράντο. Ο ίδιος ο Μπάνον πρότεινε ως λύση, τι άλλο; την απέλαση του Μασκ.
Οι άμεσες συνέπειες της διαμάχης παραμένουν ασαφείς. Την Παρασκευή κυκλοφόρησαν φήμες για προσπάθειες συμφιλίωσης, ενώ ο Τραμπ προσπάθησε να υποβαθμίσει τη σημασία της σύγκρουσης. Μέχρι στιγμής, κανένα άλλο ηχηρό όνομα της τεχνολογικής δεξιάς δεν ακολούθησε τον Μασκ. Και ακόμη κι αν εκείνος αποφάσιζε να αμφισβητήσει ενεργά την κυριαρχία του Τραμπ στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, χρηματοδοτώντας υποψήφιους σε εσωκομματικές εκλογές ή ακόμη και δημιουργώντας νέο κόμμα, όπως υπαινίχθηκε την Πέμπτη, οι συνέπειες ενδέχεται να μην είναι τόσο καθοριστικές όσο νομίζει. Ο Βανς, ο οποίος θεωρείται ο φυσικός διάδοχος του Τραμπ, έχει δημιουργήσει από το 2022 ένα ανεξάρτητο δίκτυο χρηματοδότησης που θα μπορούσε να τον προστατεύσει από ενδεχόμενους οικονομικούς κραδασμούς. Το επιτελείο του για το 2028 θα ήθελε μεν τα χρήματα του Μασκ, αλλά δεν τα έχει ανάγκη.
Σε βάθος χρόνου, όμως, η σύγκρουση αυτή ενισχύει τη μετανάστευση ως το βασικό κριτήριο ένταξης στο κόμμα του Τραμπ. Η κρίσιμη ιδεολογική διαχωριστική γραμμή εντός του MAGA διέρχεται ανάμεσα σε όσους βλέπουν τον περιορισμό της μετανάστευσης ως μέσο για άλλους σκοπούς και σε εκείνους που τον θεωρούν αυτοσκοπό. Η παραδειγματική αποδόμηση του Έλον Μασκ είναι ένα ξεκάθαρο μήνυμα προς όποιον σταθεί στη λάθος πλευρά αυτού του διαχωρισμού.