Με διάταξη που εξέδωσε η εισαγγελέας Εφετών Δωδεκανήσου, έγινε δεκτή τυπικά και απορρίφθηκε στην ουσία της η προσφυγή μιας 31χρονης, κατά της διατάξεως που εξέδωσε η Εισαγγελέας Πλημμελειοδικών Ρόδου για την αρχειοθέτηση της μηνύσεώς της, εις βάρος τριών ανδρών για εκβίαση και για ομαδικό βιασμό.

Του ανταποκριτή μας από το dimokratiki.gr στη Ρόδο

Πιο συγκεκριμένα, η εισαγγελέας Εφετών έκρινε ότι δεν πρέπει να απαγγελθεί εις βάρος των τριών κατηγορία για βιασμό κατ’ εξακολούθηση, παράνομη αποτύπωση σε υλικό φορέα μη δημόσιας πράξης άλλου και χρήση αυτού κατ’ εξακολούθηση, αλλά και για παράνομη μετάδοση ευαίσθητων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα κατ’ εξακολούθηση.

Όπως έγραψε η «Δημοκρατική» η 31χρονη υπήκοος Αλβανίας, χωρισμένη, διέμενε στη Ρόδο τα τελευταία δύο χρόνια και είχε γνωρίσει μέσω του Facebook έναν έγγαμο Έλληνα, πατέρα δύο παιδιών, με τον οποίο συνήψε σχέση. Οι δύο τους συνευρίσκονταν ερωτικά στο σπίτι του και όπως υποστηρίζει η γυναίκα, το καλοκαίρι του 2016 της πρότεινε να της γνωρίσει δύο φίλους του.

Ο σύντροφός της και οι δύο φίλοι του, την επισκέφθηκαν στην οικία της, κατανάλωσαν αλκοόλ και όταν έπεσαν οι αναστολές της, συνευρέθηκε ερωτικά και με τους τρεις. Ο σύντροφός της, μάλιστα, την ενημέρωσε ότι είχε βιντεοσκοπήσει το όργιο με το κινητό του τηλέφωνο, αλλά της είχε υποσχεθεί ότι θα το έσβηνε.

Σύμφωνα με όσα υποστηρίζει η 31χρονη, ο σύντροφός της, της ζήτησε να επαναλάβουν το όργιο, εκείνη αρνήθηκε και τότε την εκβίασε, λέγοντάς της ότι αν δεν δεχόταν να συνευρεθεί με τον ίδιο και τους φίλους του, θα αναρτούσε το βίντεο στο διαδίκτυο. Η ίδια διατείνεται ότι τρομοκρατήθηκε και υπέκυψε και ότι η επόμενη ομαδική τους συνεύρεση έγινε στην επιχείρηση του ενός εκ των τριών ανδρών.

Τα όργια γίνονταν 4-5 φορές τον μήνα για διάστημα ενός έτους. Όπως ισχυρίζεται η 31χρονη, ο σύντροφός της τα βιντεοσκοπούσε αρχικά με το κινητό του τηλέφωνο και στην πορεία με επαγγελματική κάμερα. Εκείνη κατήγγειλε ότι ήταν τρομοκρατημένη και ότι οι τρεις Έλληνες την εξανάγκασαν να υπογράψει ένα χαρτί, στο οποίο βεβαίωνε ότι η ομαδική ερωτική τους συνεύρεση και η βιντεοσκόπησή της, γινόταν με τη συγκατάθεσή της και έναντι αμοιβής 20.000 ευρώ. Η 31χρονη υποστηρίζει ότι δεν έχει πάρει χρήματα και ότι υπέκυπτε στις εντολές του συντρόφου της.

Η σεξουαλική εκμετάλλευσή της φέρεται, σύμφωνα με όσα υποστηρίζει, να έληξε τον Φεβρουάριο του 2017, όταν υπέστη σοβαρό γυναικολογικό πρόβλημα και αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το νησί. Επέστρεψε το καλοκαίρι του ίδιου έτους για να εργαστεί σε τοπική επιχείρηση, είχε αλλάξει διεύθυνση κατοικίας και τηλέφωνο και όπως διατείνεται, τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους ο πρώην σύντροφός της την προσέγγισε εκ νέου και την εξανάγκασε με απειλές να μπει στο αυτοκίνητό του.

Όπως υποστηρίζει, την οδήγησε σε μια ερημική τοποθεσία και εκεί την εξανάγκασε σε συνουσία, ενώ το ίδιο συνέβη κι άλλες φορές. Στην πορεία της προκαταρκτικής έρευνας η αλλοδαπή διαπίστωσε και κατέθεσε συμπληρωματικά στους αστυνομικούς ότι δύο τουλάχιστον βίντεο από αυτά που είχαν μαγνητοσκοπηθεί, είχαν ανέβει σε κανάλι γνωστής ιστοσελίδας πορνό.

Οι εγκαλούμενοι, ισχυρίζονται ότι δεν είχαν ποτέ κανενός είδους σχέση με την αλλοδαπή και μάλιστα ο ένας υποστηρίζει ότι δεν την γνωρίζει καν οπτικά, ότι δεν την έχει συναντήσει ποτέ και ότι ακόμη και να εμφανιστεί μπροστά του δεν θα την αναγνωρίσει. Η εισαγγελέας έκρινε ότι ο συγκεκριμένος ισχυρισμός είναι αληθής, κάτι που επιβεβαιώνεται και από καταθέσεις της αλλοδαπής, καθώς είναι αδύνατο να συνευρίσκεται ερωτικά μαζί του και να μην μπορεί να τον αναγνωρίσει ανεπιφύλακτα σε φωτογραφία που της επέδειξαν οι αστυνομικοί.

Κρίθηκε ακόμη ότι η γυναίκα δεν προσδιόρισε τους τόπους όπου τελούνταν -κατά τους ισχυρισμούς της- ο εξακολουθητικός βιασμός της, ενώ περαιτέρω δεν επιβεβαιώθηκε ο σοβαρός τραυματισμός της στα γεννετικά της όργανα ιατρικώς, όπως τον περιέγραψε (ρήξη μήτρας). Επίσης, κρίθηκε ότι δεν μπορεί να ειπωθεί με βεβαιότητα ότι τα βίντεο απεικονίζουν την ίδια ,ενώ περαιτέρω δείχνουν μια γυναίκα με έναν άνδρα και όχι με τρεις.

Ως συνήγοροι υπεράσπισης των υπόπτων παρίστανται οι δικηγόροι κ.κ. Μανώλης Κουτσούκος και Μύριαμ Νεοφύτου και ως συνήγορος πολιτικής αγωγής η δικηγόρος κ. Γιάννα Παναγοπούλου (Αθηνών).