Ακολουθώντας την ίδια γραμμή που έχουν χαράξει από την πρώτη στιγμή οι δυο κατηγορούμενοι για τη δολοφονία της Ελένης Τοπαλούδη απολογούμενοι ενώπιον του Μικτού Ορκωτού Εφετείου επιχείρησαν να αποποιηθούν τις ευθύνες τους αποδίδοντας ο ένας στον άλλον πρωταγωνιστικό ρόλο στο στυγερό έγκλημα. Οι γονείς της Ελένης επέλεξαν να μην βρεθούν στη δικαστική αίθουσα να ακούσουν για ακόμη μια φορά τα βασανιστήρια που έζησε το παιδί τους το οποίο οδηγήθηκε στο θάνατο.

Οι νεαροί κατηγορούμενοι, οι οποίοι πρωτόδικα έχουν καταδικαστεί σε ισόβια και επιπλέον 15 χρόνια για την δολοφονία και τον ομαδικό βιασμό της άτυχης φοιτήτριας, έδωσαν τη δική τους εκδοχή για τα γεγονότα της μοιραίας βραδιάς στη Ρόδο και παρά τις προσπάθειες της έδρας, που με σειρά ερωτήσεων επιχείρησε να ρίξει φως, εκείνοι επέμειναν να επιρρίπτουν την ευθύνη ο ένας στον άλλον.

«Είπα ότι έστω και τώρα θα πείτε την αλήθεια και θα απελευθερωθείτε…» ήταν η παρατήρηση δικαστή προς τον κατηγορούμενο Αλβανικής καταγωγής ο οποίος επέμεινε λέγοντας: «Την είπα, εσείς δεν θέλετε να με πιστέψετε…».

«Μακάρι να με συγχωρέσουν κάποτε οι γονείς της Ελένης»

Ο νεαρός απολογούμενος κλαίγοντας ζήτησε συγγνώμη από την οικογένεια της Ελένης Τοπαλούδη. «Έχω αντιληφθεί πολλά στη φυλακή. Θέλω να ζητήσω συγγνώμη στην οικογένεια της Ελένης. Εγώ την γνώριζα. Έχουμε καταστραφεί τρεις οικογένειες. Η δικιά τους χειρότερα. Μακάρι να με συγχωρέσουν κάποτε» ανέφερε ο κατηγορούμενος και πρόσθεσε «και οι δύο ήμασταν εκεί, κι οι  δύο κάναμε τη λάθος πράξη».

Ωστόσο, το «πρώτο χτύπημα» ο κατηγορούμενος το χρέωσε στον Ροδίτη συγκατηγορούμενο του καθώς, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του, εκείνος αντέδρασε όταν η Ελένη «του είπε “άντε τελείωνε”». «Άρχισε να την χτυπάει, της έπιασε το λαιμό και την έσφιγγε, εκείνη την στιγμή τον δάγκωσε. Εκεί έκανα το λάθος, μας είπε θα σας καταγγείλω στην αστυνομία, την κρατούσα από τα χέρια, την χτυπούσε στα πόδια…» περιέγραψε ο νεαρός ο οποίος σημείωσε ότι ήταν ο συγκατηγορούμενος του που έφερε δύο μαχαίρια «το ένα για μένα για να μην μας καταγγείλει στην αστυνομία». Σύμφωνα με τον κατηγορούμενο στη συνέχεια ο Ροδίτης έφερε και το σίδερο του σπιτιού με το οποίο χτυπήθηκε άγρια η άτυχη Ελένη. «Του λέω το παράκανες, άστο. Φοβήθηκα ότι θα πάει να μας καταγγείλει. Έκανα το λάθος και υποστήριξα το φίλο μου» ανέφερε ο κατηγορούμενος ο οποίος παραδέχτηκε πως χτύπησε με την γροθιά του την κοπέλα. «Έκανα λάθος» είπε και συμπλήρωσε πως ο συγκατηγορούμενος του ήταν αυτός που έσφιξε το λαιμό της Ελένης η οποία λιποθύμησε.  «Τα έχασα πανικοβλήθηκα. Του είπα τι κάνουμε;» είπε, με την έδρα να σχολιάζει: «Στα χέρια σας μαρτύρησε η κοπέλα, αυτό δεν είναι σεξ…». Ο κατηγορούμενος επέμεινε πως υπήρχε συναίνεση στην ερωτική πράξη και συμπλήρωσε: «Έπρεπε να αντιδράσω αλλιώς. Καταρχάς δεν πρέπει να μοιραζόμαστε μία κοπέλα, θέλω να δώσω αυτό το μήνυμα στα νέα παιδιά,  να μην μοιράζεται κανείς την κοπέλα του, να σέβεται την κοπέλα του» είπε.

Πρόεδρος: Εδώ έγιναν άσχημα πράγματα.

Κατηγορούμενος: Τα χειρότερα, θα με στοιχειώνουν μία ζωή.

Αναφερόμενος στις στιγμές που έριξαν την Ελένη Τοπλαούδη στο γκρεμό ενώ ήταν ζωντανή ο κατηγορούμενος ισχυρίστηκε πως και οι δυο συνεργάστηκαν ωστόσο, ανάφερε πως ήταν ο Ροδίτης συγκατηγορούμενος του που κατέβηκε στον γκρεμό.  Ο κατηγορούμενος ισχυρίστηκε πως «πίστευε ότι η Ελένη πέθαινε» ενώ ένας σύνεδρος τόνισε πως γνώριζαν ότι δεν είχε πεθάνει…

«Δεν την ακούμπησα καν – Εγώ μόνο έβλεπα» είπε ο Ροδίτης

«Δε φταίω διότι δεν την ακούμπησα καν… Δεν έφταιγα» ήταν ο βασικός ισχυρισμός του Ροδίτη κατηγορούμενου ο οποίος αναφέρθηκε στη γνωριμία του με τον συγκατηγορούμενο του και αρνήθηκε ότι εκείνος ήταν το «δόλωμα» για να  βρίσκει κοπέλες.

Ο κατηγορούμενος μίλησε για τις σχέσεις που είχε στο παρελθόν με άλλες κοπέλες και όταν κλήθηκε να πει κάτι για την προηγούμενη ζωή του ανέφερε:  «Ήμουν μπάι»

Πρόεδρος : Δηλαδή;

Κατηγορούμενος: Όχι στρέιτ, μπαισέξουαλ

Πρόεδρος : Εξηγήστε μας;

Κατηγορούμενος: Μπορεί να σου αρέσει και κανένας άνδρας.

Πρόεδρος : Πηγαίνετε με άνδρες;

Κατηγορούμενος : Όχι με γυναίκες μόνο. Δε φταίω…

Πρόεδρος : Αυτό δεν είναι πειστικό μη το λέτε.

Κατηγορούμενος : Δε την βίασα..

Ο κατηγορούμενος επιφύλαξε για τον εαυτό του ρόλο παρατηρητή επιμένοντας πως ο συγκατηγορούμενος του ήταν εκείνος που κακοποίησε βάναυσα την Ελένη και στη συνέχεια την έριξε στον γκρεμό. Ο νεαρός ισχυρίστηκε πως εκείνο το βράδυ βρέθηκαν και οι τρεις στο εξοχικό του σπίτι και αφού κατανάλωσαν αλκοόλ η κοπέλα, σύμφωνα πάντα με τον κατηγορούμενο, συνευρέθηκε ερωτικά με τον φίλο του, Αλβανικής καταγωγής ενώ στη συνέχεια έπεσε σε αρκετές αντιφάσεις μιλώντας για το πως εκείνος είχε ερωτική επαφή με την κοπέλα. Ο κατηγορούμενος, ρίχνοντας το βλέμμα του προς τον συνήγορο του, περιέγραψε πως έβλεπε μόνος τηλεόραση όταν άκουσε φασαρία και στη συνέχεια είδε τον συγκατηγορούμενο του να χτυπάει την Ελένη με ένα σίδερο.

Πρόεδρος: Τι κοιτάτε τον δικηγόρο σας; Το δικαστήριο να κοιτάτε.

Κατηγορούμενος: Μου ζήτησε να πάω να την τελειώσουμε. Νομίζω την χτύπησε πρώτα με μπουνιά και μετά με το σίδερο.

Ο νεαρός ισχυρίστηκε πως ο συγκατηγορούμενος του ήταν εκείνος που όχι μόνο έφερε τα μαχαίρια αλλά χαρακτήρισε και «σκληρόπετση» την Ελένη.

Πρόεδρος: Τι της έκανε με τα μαχαίρια;

Κατηγορούμενος: Την κάρφωνε στο λαιμό και της έλεγε: «θα σε σκοτώσω». Επειδή στράβωσε το ένα μαχαίρι, πήγε και πήρε κι άλλο.

(…)

Πρόεδρος: Δεν είναι δυνατό μόνος του να το έκανε αυτό, πρέπει να τον έχετε βοηθήσει… Μία κοπέλα πέθανε, βασανίστηκε, μαρτύρησε στα χέρια σας.

Κατηγορούμενος: Εγώ δεν την άγγιξα καν.

Πρόεδρος: Δεν θα μπορούσε μόνος του..

Κατηγορούμενος: Μπορούσε..

Πρόεδρος: Ο στραγγαλισμός πως έγινε; Μόνος του;

Κατηγορούμενος: Ναι. Δε θυμάμαι να την στραγγάλισε…

Πρόεδρος: Κύριε, μόνος του δε θα μπορούσε, αντέδρασε η  Ελένη.

Κατηγορούμενος: Δεν αντέδρασε…

Πρόεδρος: Περίμενε να την σκοτώσουν;

Κατηγορούμενος: Περίμενε.

Πρόεδρος:  Εσείς τι κάνατε;

Κατηγορούμενος: Εγώ απλά έβλεπα.

Πρόεδρος: Τι βλέπατε;

Κατηγορούμενος: Να την χτυπάει και του έλεγα σταματά.

Πρόεδρος: Επιμένετε να μην θέλετε να βοηθήσετε τον εαυτό σας.

Κατηγορούμενος: Την χτύπησε με σίδερο και της έδωσε κροσέρ. Εγώ τους έλεγα απλά σταμάτα.

Όταν ο κατηγορούμενος ρωτήθηκε γιατί δεν πήγαν την άτυχη φοιτήτρια στο νοσοκομείο εκείνος ισχυρίστηκε πως θα το έκανε αν του το ζητούσε ο συγκατηγορούμενος του. «Αυτό που συνέβη είναι ανήκουστο,  πως πήγατε στα απόκρημνα, γιατί πήγατε εκεί, θα την αφήνατε εκεί;» ήταν η ερώτηση της έδρας με τον κατηγορούμενο να απαντά πως ο φίλος του ήταν εκείνος που του είπε: «πάμε να την τελειώσουμε».

Πρόεδρος: Γιατί να πάτε εκεί; Πεστε μου γιατί  την πήγατε εκεί; Μήπως είχατε αποφασίσει να την τελειώσετε μαζί;

Κατηγορούμενος: Όχι, εγώ μόνο τον βοηθούσα… Ήθελε να πάμε να το τελειώσουμε. Εγώ δεν φταίω. Δεν την άγγιξα. Φώναζα βοήθεια.

Πρόεδρος : Ποιος να σας ακούσει κύριε… Τι έγινε εκεί;

Κατηγορούμενος : Την κατέβασε μέχρι τα μισά γκρεμού. Την χτύπησε στα βράχια.

Πρόεδρος : Την ρίξατε στη θάλασσα;

Κατηγορούμενος : Την έριξε εκείνος, ήταν μόνος. Μετά πήγαμε σπίτι καθαρίσαμε, ήταν γεμάτο αίματα. Μακάρι να είχα βοηθήσει περισσότερο.