Τέσσερις κακουργηματικές διώξεις ασκήθηκαν στον 78χρονο παππού της 8χρονης στη Ρόδο που βιάστηκε: βιασμός κατ’ εξακολούθηση, γενετήσιες πράξεις κατ’ εξακολούθηση, με ανήλικη που δεν συμπλήρωσε τα 12 έτη, κατάχρηση ανηλίκων σε γενετήσιες πράξεις κατ’ εξακολούθηση και γενετήσια πράξη μεταξύ συγγενών από ανιόντα κατ’ εξακολούθηση.

Ο παππούς έχει αρνηθεί την τέλεση των αδικημάτων και εμμένει στα όσα έχει ομολογήσει η 50χρονη θεία του παιδιού, ότι δηλαδή έστησε μια σκευωρία προκειμένου να εξασφαλίσει ευτελές οικονομικό αντάλλαγμα και ότι με το δάκτυλο προκάλεσε την ρήξη του παρθενικού υμένα του κοριτσιού.

Στο πλαίσιο της ανακρίσεως αναμένεται να διευκρινισθούν εξάλλου τα όσα κατάγγειλε εις βάρος του 78χρονου, μια 52χρονη σήμερα, ομογενής από τις Η.Π.Α., που διατείνεται ότι τη βίασε σε μικρή ηλικία και τα οποία προσέδωσαν νέα διάσταση στην υπόθεση.

Οπως απεκάλυψε η «Δημοκρατική», παρότι τα καταγγελλόμενα από την 52χρονη αδικήματα έχουν πλέον παραγραφεί, η κατάθεσή της είναι εξαιρετικά επιβαρυντική και έρχεται να δημιουργήσει εύλογα ερωτηματικά που χρήζουν εξηγήσεων στο πλαίσιο της έρευνας που διενεργείται.

Ο 78χρονος ισχυρίστηκε, μεταξύ άλλων, ότι όταν έμαθε ότι η εγγονή του είχε πειραχτεί από κάποιον στα γεννητικά της όργανα, ήταν ο πρώτος που συνεργάστηκε με τους αστυνομικούς της Υποδιεύθυνσης Ασφαλείας Ρόδου, οι οποίοι και ανακάλυψαν την ένοχο η οποία ομολόγησε τη βδελυρή της πράξη και το κίνητρό της, το οποίο ήταν οικονομικό.

Αναφορικά με τη δική του σχέση με τα εγγόνια του, όπως είπε, είναι μια σχέση αγάπης και κατανόησης. Επεσήμανε εξάλλου ότι είναι λογικό να υπάρχουν συγκρούσεις στην προσπάθειά του να τα συνετίσει, οι οποίες όμως δεν υπερβαίνουν ποτέ τα όρια του λεκτικού διαπληκτισμού.

Ερωτηθείς από την Πταισματοδίκη για τους λόγους που η 8χρονη και μια αδελφή της τον καθιστούν ύποπτο για τέλεση σεξουαλικών αδικημάτων αλλά και για τους λόγους που η 33χρονη κόρη του στην πρώτη της κατάθεση έκανε το ίδιο, ο 78χρονος δεν έδωσε σαφή απάντηση, ισχυριζόμενος ότι δεν γνωρίζει γιατί, πιθανολογώντας ωστόσο ότι η κόρη του, που ανεκάλεσε στην πορεία, ίσως να παρασύρθηκε από τον νέο της σύντροφο, τον οποίο ο ίδιος δεν συμπαθεί και ήθελε να διακόψουν.

Περαιτέρω αρνήθηκε ότι εμφανίστηκε γυμνός στο παιδί μετά από μπάνιο.

Από την ιατροδικαστική εξέταση και την εξέταση γυναικολόγου προέκυψε ότι το παιδί -που έχει νοητική στέρηση- είχε φλεγμονή και είχε υποστεί μερική ρήξη του παρθενικού του υμένα.

Το χρονικό της κακοποίησης

Ο ιατροδικαστής στην τελευταία του έκθεση πιθανολογεί σφόδρα ότι η διακόρευση του παιδιού προήλθε από δάκτυλο, μετά και την ομολογία της 50χρονης θείας. Οπως έγραψε η «δημοκρατική», η θεία του παιδιού έχει ομολογήσει ότι επεδίωξε, εξαπατώντας τη μητέρα, να εξασφαλίσει χρήματα από την ίδια και τον παππού (200 και 500 ευρώ αντίστοιχα).

Μια φίλη της, όπως ομολόγησε, της τηλεφώνησε και είπε ότι είναι από το «Χαμόγελο του Παιδιού» και ότι έναντι 200 ευρώ δεν θα προχωρούσε η διαδικασία εις βάρος της.

Η 33χρονη μητέρα δεν είχε χρήματα και η 50χρονη, όπως επιβεβαίωσε, την έπεισε ότι της τα έδωσε και τα κατέβαλε η ίδια σε αστυνομικό που υπηρετεί στη φρουρά πρώην πρωθυπουργού και ότι θα πρέπει να του επιστραφούν. Η 50χρονη ομολόγησε επίσης ότι όταν το παιδί άρχισε να διαμαρτύρεται ενώπιόν της και σε επίσκεψη στην οικία της στις αρχές του Οκτωβρίου για «τσούξιμο» μετά την τουαλέτα, τότε μπήκαν σε ένα δωμάτιο και εκείνη έθεσε το δάκτυλό της στον κόλπο του παιδιού με γάντι για να δει αν είχε διακορευτεί ο παρθενικός του υμένας. Έπεισε τη μάνα ότι το παιδί είχε βιαστεί και μάλιστα το έκανε, όπως η ίδια είπε, γιατί είχε σκοπό να πάρει 500 ευρώ από τον παππού διότι ήξερε ότι δεν θα ήθελε να μαθευτεί, και η ίδια χρειαζόταν τα χρήματα για να μισθώσει κατοικία γιατί διέμενε σε παράγκα.

Ομολόγησε μάλιστα ότι έβγαλε φωτογραφίες με το κινητό της τηλέφωνο και ότι έπεισε τη μητέρα ότι θα τις έστελνε σε έναν ιατρό για να αποφανθεί. Στην πορεία την ενημέρωσε ότι δήθεν ο γιατρός έκρινε από τη φωτογραφία ότι το παιδί είχε βιαστεί. Η 50χρονη ενημέρωσε για τον δήθεν βιασμό του παιδιού τη συμπεθέρα της, η οποία την προειδοποίησε ότι θα ενημέρωνε τις Αρχές αν δεν το έκανε η ίδια.