Στα θέματα φορολόγησης απάντησε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, από τη Θάσο όπου βρέθηκε την Τετάρτη. «Η Θάσος ψήφισε εκκωφαντικά υπέρ της Νέας Δημοκρατίας, με ποσοστά πρωτόγνωρα για το νησί σας, αλλά ποσοστά τα οποία πιστεύω ότι με τον τρόπο τους μπορούν να ερμηνευθούν».

«Έχει δίκιο ο Δήμαρχος όταν λέει ότι «τα κονδύλια τα οποία εκταμιεύτηκαν όχι μόνο για τη Θάσο, αλλά συνολικά για την Τοπική Αυτοδιοίκηση αυτή την τετραετία, δεν έχουν προηγούμενο» και το αποτύπωμα αυτών των παρεμβάσεων εσείς το γνωρίζετε πολύ καλύτερα από εμένα» ανέφερε χαρακτηριστικά ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας.

Ακόμα ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας, σημείωσε: «Έτσι έρχεται η ποιοτική ανάπτυξη για όλους. Αποδείξαμε ότι αυτό μπορούμε να το κάνουμε πράξη εδώ και τέσσερα χρόνια και σας ζητώ να μας δώσετε τη δύναμη να συνεχίσουμε σταθερά, τολμηρά σε αυτή την πορεία.

Γιατί πράγματι, και σε αυτή την κάλπη, συγκρούονται ουσιαστικά δύο διαφορετικές κοσμοθεωρίες για το πώς αντιλαμβανόμαστε και την ανάπτυξη και την κοινωνική δικαιοσύνη. Για εμάς, για τη Νέα Δημοκρατία, για τη μεγάλη μας λαϊκή προοδευτική παράταξη, το κύριο μέλημα είναι πώς θα «μεγαλώσει η πίτα».

Εμείς ξέρουμε πολύ καλά ότι μειώνοντας τους φόρους έρχονται επενδύσεις και δημιουργούνται νέες δουλειές. Το αποδείξαμε, θα εξακολουθούμε να το κάνουμε. Οι αντίπαλοί μας εισηγούνται μία άλλη συνταγή, την οποία τη δοκιμάσαμε και αυτή. Αυξημένοι φόροι κυρίως για τη μικρομεσαία επιχειρηματικότητα, για τη μεσαία τάξη. Είδαμε τα αποτελέσματα αυτής της πολιτικής, δεν θέλουμε να ξαναγυρίσουμε σε αυτό το παρελθόν. Εμείς είμαστε το μόνο κόμμα, το οποίο μπορεί να εγγυηθεί ότι η οικονομία μας μπορεί να παραμείνει σε μία σταθερή τροχιά ανάπτυξης, ότι οι φόροι θα εξακολουθούν να μειώνονται, αλλά και ότι το πλεόνασμα της συλλογικής ευημερίας θα μοιράζεται τελικά δίκαια σε όλες και σε όλους».

Μιλώντας για το σχέδιο της Νέας Δημοκρατίας για τη δεύτερη τετραετία, σημείωσε: «Έχουμε δώσει δείγματα γραφής. Εμείς ήμασταν αυτοί που αυξήσαμε τον κατώτατο μισθό κατά 20%. Τον πήραμε στα 650 ευρώ, τον πήγαμε στα 780 ευρώ. Και λέμε ότι, ναι, ο κατώτατος μισθός μπορεί να πάει στα 950 ευρώ στο τέλος της τετραετίας και οι μέσες αποδοχές, ο μέσος μισθός για τον ιδιωτικό τομέα να πάει στα 1.500 ευρώ. Αλλά αυτό δεν θα γίνει μαγικά, δεν θα γίνει με συνταγές υπερφορολόγησης της επιχειρηματικότητας. Θα γίνει μέσα από επενδύσεις, θα γίνει μέσα από κίνητρα, θα γίνει μέσα από τις ιδιωτικές επιχειρήσεις, οι οποίες επειδή και οι ίδιες θα έχουν περισσότερα κέρδη και καλύτερη απόδοση, θα μπορούν να πληρώνουν τους εργαζόμενους τους με καλύτερους μισθούς. Άλλη φόρμουλα δεν υπάρχει.

Αν πάμε να υπερφορολογήσουμε ξανά τις επιχειρήσεις, μην περιμένουμε να έχουμε καλύτερους μισθούς την επόμενη μέρα. Εδώ η δική μας προσέγγιση για το πώς λειτουργεί η ελεύθερη οικονομία είναι πολύ σαφής σε σχέση με τους αντιπάλους μας».