Ψηφίστηκε κατά πλειοψηφία επί της αρχής του από την Επιτροπή Κοινωνικών Υποθέσεων της Βουλής, το νομοσχέδιο του υπουργείου Υγείας, για τη κύρωση της δωρεάς του Κοινωφελούς Ιδρύματος Λάτση, με στόχο την αναβάθμιση και ενίσχυση των υποδομών του νοσοκομείου«Γεώργιος Γεννηματάς» στην Αθήνα και της ‘Αννας Μαρίας Λουίζας Λάτση προς το Αντικαρκινικό νοσοκομείο Θεσσαλονίκης «Θεαγένειο».

Υπέρ της αρχής ψήφισαν οι βουλευτές της ΝΔ, ενώ οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, του ΚΙΝΑΛ, της Ελληνικής Λύσης και του ΚΚΕ επιφυλάχθηκαν για την Ολομέλεια, ενώ το ΜεΡΑ25 δήλωσε «παρών».

Πάντως, όλα τα κόμματα της αντιπολίτευσης, διευκρίνισαν ότι δεν είναι εναντίον της σημαντικής αυτής δωρεάς, το συνολικό ύψος της οποίας φθάνει στα 4 εκατ. ευρώ, ενώ οι επιφυλάξεις και η κριτική τους επικεντρώθηκαν στις λοιπές διατάξεις του νομοσχεδίου, που αφορούν την αντιμετώπιση της πανδημίας του κορονοϊού και προβλέπουν, μεταξύ άλλων, προσλήψεις και μετακινήσεις ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού.

Στο επίκεντρο ωστόσο της συζήτησης, βρέθηκε το θέμα του εμβολιασμού, με τον αναπληρωτή υπουργό Υγείας, Βασίλη Κοντοζαμάνη, να διαβεβαιώνει ότι δεν θα υπάρξει κανένα πρόβλημα στη διαθεσιμότητα των εμβολίων και κανένας πολίτης που το επιθυμεί δεν θα μείνει ανεμβολίαστος.

«Κάθε εβδομάδα οι εμβολιασμοί ξεπερνούν κατά μέσο όρο τις 16.000, ενώ μέχρι σήμερα έχουν γίνει 174.000. Η Ελλάδα κάθε μέρα ανεβαίνει στον πίνακα των χωρών με μεγάλο αριθμό εμβολιασμών», ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Κοντοζαμάνης και πρόσθεσε:

«Η πρόοδος του εμβολιαστικού σχεδιασμού εξαρτάται από τη διάθεση των εμβολίων. Την προηγούμενη εβδομάδα υπήρξε ένα πρόβλημα με την PFIZER και πράγματι ήταν μικρότερη η δόση που πήραμε από αυτή που ήταν στο πρόγραμμα, μετά όμως η παραγωγή εξομαλύνθηκε και το σύνολο του τριμήνου θα είναι αμετάβλητο. Θα είναι μάλιστα και λίγο περισσότερο από τις δόσεις που θα παραδίδονταν τον Δεκέμβριο. Ακολουθούμε μια στρατηγική σε ό,τι αφορά τον πληθυσμό. Κρατάμε τη δεύτερη δόση σε αυτούς του πολίτες που κάνανε την πρώτη δόση και δεν υπάρχει πρόβλημα σε ενδεχόμενη μη παράδοση. Η έκτη δόση προβλέπεται στην άδεια κυκλοφορίας και ορίζει ότι κάθε φιαλίδιο περιέχει έξι δόσεις».

Ο εμβολιαστικός σχεδιασμός της χώρας βρέθηκε στο επίκεντρο και κατά την ακρόαση των εξωκοινοβουλευτικών φορέων, που κλήθηκαν να εκφράσουν τις απόψεις τους επί του νομοσχεδίου.

Τόσο ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Φαρμακοβιομηχανίας, Θεόδωρος Τρύφωνας, όσο και ο πρόεδρος του Συνδέσμου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων, Ολύμπιος Παπαδημητρίου, διευκρίνισαν ότι ακόμα και αν επιτρεπόταν από την ΕΕ, δεν μπορούν οι ελληνικές φαρμακοβιομηχανίες να διαθέσουν στο άμεσο μέλλον εμβόλια για τον κορονοϊό.

Όπως τόνισαν, η παραγωγή βιολογικού φαρμάκου είναι μια χρονοβόρα διαδικασία και θα χρειάζονταν 18 μήνες από τη στιγμή που θα υπογραφόταν συμφωνία για την παραγωγή των εμβολίων.

«Η ελληνική φαρμακοβιομηχανία έχει την τεχνογνωσία και είναι έτοιμη να συνεργαστεί και να παράσχει τις υπηρεσίες της χωρίς όφελος σε ό,τι αφορά τον εμβολιασμό», ανέφερε ο κ. Τρύφωνας, ενώ απαντώντας, ειδικότερα, στα ερωτήματα βουλευτών αν η Ελλάδα μπορεί να παράγει εμβόλια, σημείωσε:

«Η παραγωγή βιολογικού φαρμάκου έχει μια συγκεκριμένη και χρονοβόρα διαδικασία. Αν θεωρήσουμε ότι σε ενάμιση χρόνο θα έχουμε ανάγκη εμβολίων μπορεί να δημιουργήσουμε χωρίς όφελος εμβόλια. Έχουμε τη πρόθεση αλλά θέλει τουλάχιστο ενάμιση χρόνο. Είναι πολύ συγκεκριμένη και σύνθετη η διαδικασία παραγωγής εμβολίων. Παράλληλα, στην Ελλάδα υπάρχει έλλειψη ειδικών μονάδων, είναι πολύ δύσκολο να παραχθεί έγκαιρα. Δυστυχώς είναι περιοριστικός ο χρόνος για τα εμβόλια, ενώ θα χρειαστεί μια επένδυση ύψους 25 με 30 εκατ. ευρώ για την οποία δεν ξέρεις αν τον επόμενο χρόνο θα χρειαστούν».

Ακόμα, ο κ. Τρύφωνας εστίασε στο άρθρο για το «κλόου μπακ» που επαναφέρει, όπως είπε, τον τρόπο κατανομής τους χωρίς να λύνει το πρόβλημα και έκανε λόγο για ανάγκη μείωσης του ποσοστού, τονίζοντας ότι είναι δυσβάστακτος ο φόρος των φαρμακοβιομηχανιών στην Ελλάδα, οι οποίοι θα πληρώσουν πάνω από 1,9 δισ. ευρώ.

Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε από την πλευρά του και ο πρόεδρος του Συνδέσμου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ολύμπιος Παπαδημητρίου.

«Το σπάσιμο της “πατέντας” δεν είναι κάτι που μπορεί να συζητηθεί, γιατί η Ελλάδα είναι μέρος της ΕΕ και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει έρθει σε συμφωνία με σειρά εταιριών και η απόφαση μόνο σε ευρωπαϊκό επίπεδο μπορεί να ληφθεί. Μια παραγωγή βιολογικού φαρμάκου που θα εξυπηρετούσε μόνο την Ελλάδα δεν θα ήταν βιώσιμη, ακόμα και με κρατική ενίσχυση, γιατί και έτοιμοι δεν είμαστε και χρειάζεται μεγάλη επένδυση για την παραγωγή εμβολίου το οποίο του χρόνου ίσως να μην χρειάζεται», ανέφερε.

Ο κ. Παπαδημητρίου συντάχθηκε με τον κ. Τρύφωνα και σε ό,τι αφορά το «κλόου μπακ», τονίζοντας ότι «στην Ελλάδα είναι φαινόμενο συνεχώς αυξανόμενο και δεν διέπεται από κανένα όριο».

«Η ρύθμιση του νομοσχεδίου το μόνο που κάνει είναι να περιορίσει το μέγεθος του “κλόου μπακ”. Δεν προσφέρει τίποτα στη Πολιτεία, τιμωρεί την καινοτομία και είναι σε αντίθεση με τις εξαγγελίες της κυβέρνησης για προσέλκυση επενδυτών», συμπλήρωσε.

Κατά τα άλλα, με θετικά σχόλια αλλά και με διαφωνίες εκφράστηκαν οι υπόλοιποι φορείς, τόσο σε ό,τι αφορά το νομοσχέδιο όσο και για την αντιμετώπιση του κορονοϊού.

Ειδικότερα:

Ο Λευτέρης Μπούλιας, διοικητής του νοσοκομείου Αθήνας «Γεώργιος Γεννηματάς» έκανε λόγο για «σημαντική δωρεά που θα βοηθήσει στην αναβάθμιση και τον εκσυγχρονισμό ενός νοσοκομείου στο οποίο η επισκεψιμότητα των ασθενών ξεπερνά τις 100.000 ετησίως».

«Τα οφέλη της δωρεάς θα είναι η βελτίωση των παρεχόμενων υπηρεσιών υγείας με ταχύτερη, αποτελεσματικότερη και υψηλού επιπέδου φροντίδα των ασθενών», σημείωσε.

Επίσης, ο πρόεδρος του Πανελλήνιου Ιατρικού Συλλόγου Αθανάσιος Εξαδάκτυλος, μίλησε για «νομοσχέδιο που κινείται στη σωστή κατεύθυνση, βελτιώνοντας και εκσυγχρονίζοντας το νομικό πλαίσιο της λειτουργίας του ΕΣΥ».

«Τα χρόνια προβλήματα του Δημόσιου Συστήματος Υγείας απαιτούν μια συνολική ρύθμιση ωστόσο δεν ήταν δυνατόν εν μέσω πανδημίας να γίνει αυτό. Το ότι ενισχύθηκαν οι Μονάδες Εντατικής Θεραπείας είναι ένα επίτευγμα, όπως επίτευγμα είναι ότι, ενώ σε όλη την Ευρώπη ο εμβολιασμός ξεκίνησε στην αρχή ή στο μέσο του τρίτου κύματος, στη χώρα μας ξεκίνησε στην ύφεση του δεύτερου κύματος».

Παράλληλα, υποστήριξε ότι «ο αρχικός σχεδιασμός του υπουργείου για δύο εκατομμύρια εμβόλια σε κρατικές δομές, μπορεί να ενισχυθεί εντάσσοντας στον σχεδιασμό και τις ιδιωτικές κλινικές».

« Ένα κομμάτι του εμβολιασμού να δοθεί στον ιδιωτικό τομέα που θα το αντιμετωπίζει ως προσφορά και όχι ως εμπορευματοποίηση. Υπάρχει δίκτυο χιλιάδων ιατρείων που θα μπορούσαν και θέλουν να συμβάλουν στον εμβολιασμό. Αν εντάξουμε αυτό το κομμάτι στον εμβολιαστικό σχεδιασμό και έχουμε και επάρκεια εμβολίων, θα προσδοκούμε να έχουμε τις αποδόσεις που έχει το Ισραήλ», υποστήριξε.

Έντονα επικριτική εμφανίστηκε η Αφροδίτη Ρέτσιου, πρόεδρος της Ομοσπονδίας Ενώσεων Νοσοκομειακών Γιατρών, κατηγορώντας την κυβέρνηση ότι «παραμένει προσηλωμένη στην πολιτική της εμπορευματοποίησης του δημόσιου συστήματος υγείας».

Ταυτόχρονα, δήλωσε αντίθετη στις μετακινήσεις και μεταφορές ιατρικού προσωπικού, σημειώνοντας ότι «δεν μπορεί σε περίοδο πανδημίας να κάνουμε επιλογή ποιοι δεν θα προσληφθούν», και ζήτησε «να προσληφθούν άμεσα για να καλύψουν τις κενές θέσεις, το σύνολο των συναδέλφων που έχουν υποβάλει υποψηφιότητα».

Η κ. Ρέτσιου έκανε λόγο για «τραγικές ελλείψεις», ενώ χαρακτήρισε «μεγάλη και επιτακτική την ανάγκη απεμπλοκής των νοσοκομείων από το σχέδιο του εμβολιασμού» και πρόσθεσε ότι «άμεσα πρέπει να δημιουργηθούν, εξοπλιστούν και στελεχωθούν με όλο το απαραίτητο ιατρικό προσωπικό τα εμβολιαστικά κέντρα».

«Δεν μπορεί τα νοσοκομεία να μετατρέπονται σε εμβολιαστικά κέντρα. Έχουν δημιουργηθεί τεράστια προβλήματα για ασθενείς με χρόνια προβλήματα», είπε, ενώ εξέφρασε την αντίθεση της να συμμετέχουν στο σχέδιο εμβολιασμού ειδικευόμενοι γιατροί.

«Σαν γιατροί δεν μας ενδιαφέρουν οι μακάβριες στατιστικές. Τις συνέπειες θα τις δούμε αργότερα. Εμάς μας ενδιαφέρει πόσοι άνθρωποι χάνουν τη ζωή τους ενώ θα μπορούσαν να σωθούν. Και σε αυτή την κατεύθυνση η κυβέρνηση δεν έκανε ό,τι θα μπορούσε να κάνει», ανέφερε.

Ακόμα, ζήτησε «να καταργηθεί η πατέντα και η χώρα μας να προμηθευτεί όλα τα διαθέσιμα και ασφαλή εμβόλια, ανεξάρτητα από τις συμφωνίες της ΕΕ, για να προχωρήσει στον αναγκαίο εμβολιασμό».

Ο πρόεδρος της Ελληνικής Αντικαρκινικής Εταιρίας, Ευάγγελος Φιλόπουλος, επεσήμανε ότι η δωρεά του Ιδρύματος Λάτση για το Αντικαρκινικό νοσοκομείο «Θεαγένειο», όχι μόνο θα ανακουφίσει εκατοντάδες ασθενείς, αλλά θα αποτελέσει και πρότυπο στη Βόρεια Ελλάδα.

Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε και ο διοικητής του Αντικαρκινικού νοσοκομείου «Θεαγένειο», υπογραμμίζοντας ότι «το νοσοκομείο έχει μεγάλη φόρτιση, καθώς δέχεται πάνω από 2.500 χιλιάδες το μήνα ασθενείς».

Ο Γιώργος Παπαθεωρίδης, πρόεδρος του Εθνικού Οργανισμού Μεταμοσχεύσεων και καθηγητής ιατρικής του ΕΚΠΑ, τάχθηκε υπέρ του νομοσχεδίου «που εκσυγχρονίζει και τα πανεπιστήμια», σημειώνοντας ότι πλέον μπορούν να ξαναγίνουν φορείς μεταμοσχεύσεων και να ανοίγουν κέντρα δότη.

Όπως είπε, «υπάρχει στενή συνεργασία με το υπουργείο Υγείας για την ενίσχυση των μεταμοσχευτικών μονάδων και σε δύο με τρείς μήνες θα είναι έτοιμο ένα ολοκληρωμένο σχέδιο».

Ο Αθανάσιος Διβγιώτης, πρόεδρος της Ελληνικής Οδοντιατρικής Ομοσπονδίας, έκανε λόγο για νομοσχέδιο προς τη σωστή κατεύθυνση, επισημαίνοντας παράλληλα ότι «οι Έλληνες οδοντίατροι θέλουν να συμβάλουν με την εμπειρία και την τεχνογνωσία που έχουν στο μεγαλεπίβολο σχέδιο του εμβολιασμού εφόσον κριθεί απαραίτητο, είτε με τη συμμετοχή τους στα Εμβολιαστικά Κέντρα είτε ως ιδιώτες».

Ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εργαζομένων Δημοσίων Νοσοκομείων, Μιχάλης Γιαννάκος, ζήτησε «να λυθεί το μείζον ζήτημα που εκκρεμεί και το ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό που βρίσκεται στη πρώτη γραμμή για την αντιμετώπιση της πανδημίας να ενταχθεί στα βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα, καθώς και να χαρακτηριστεί εργατικό ατύχημα σε περίπτωση θανάτου».

«Μέχρι σήμερα έχασαν τη ζωή τους 22 συνάδελφοι, ενώ ο αριθμός όσων έχουν νοσήσει ξεπερνά τις 5.000. Εμείς δεν είμαστε ευχαριστημένοι από τη διαχείριση της πανδημίας όταν έχουμε χάσει πάνω 5.000 συνανθρώπους μας. Χάνουμε κάθε μέρα ένα λεωφορείο ανθρώπους. Και αυτοί που δίνουν τη μάχη στη πρώτη γραμμή δεν έχουν ουσιαστική αναγνώριση και στήριξη», ανέφερε.

Τόνισε ακόμα την ανάγκη περισσότερων τέστ κορονοϊού, ενώ υπογράμμισε ότι «ακόμα και μετά τη διατίμηση των τεστ κορονοϊού, ο ιδιωτικός τομέας βρίσκει πατέντες και χρεώνει περισσότερα τους πολίτες, με αποτέλεσμα να ξεπερνά τα 60 ευρώ και να φθάνει στα 110 ευρώ το τεστ».

Μίλησε επίσης για «υποτυπώδεις υποδομές ακόμα και σε ΜΕΘ», ενώ τόνισε ότι «πρέπει να σταματήσουν οι διώξεις, οι καθαιρέσεις ιατρών που γίνονται επειδή αναδεικνύουν τα προβλήματα που υπάρχουν».

Τέλος, εξέφρασε την αντίθεση του να γίνονται τα εμβόλια στα νοσοκομεία, τονίζοντας ότι «έχουν γίνει εμβολιαστικά κέντρα κυρίως έξω από τα εξωτερικά ιατρεία επειδή δεν ήταν έτοιμα τα κέντρα εμβολιασμού και αυτό έχει τραγικές συνέπειες για τους ασθενείς, ιδιαίτερα για όσους έχουν χρόνιες παθήσεις».