Την ανάγκη να συνεχίσει να πορεύεται η Ελλάδα στην οδό του εκσυγχρονισμού και της δημιουργίας θετικού κλίματος για επενδύσεις επισήμανε ο υφυπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας Μίχαελ Ροτ, τονίζοντας χαρακτηριστικά πως η χώρα μας «έχει μπει σε καλό δρόμο και πως είναι σημαντικό τόσο οι δυνάμει επενδυτές όσο και οι εταίροι της ΕΕ να ανανεώσουν την εμπιστοσύνη τους προς την Ελλάδα.

«Η Ελλάδα έχει μπει σ’ έναν καλό δρόμο. Η χώρα έχει περάσει δύσκολες εποχές, κοινωνικά προβλήματα, τεράστια οικονομικά προβλήματα, η ανεργία είναι ακόμη αρκετά υψηλή, γι’ αυτό είναι σημαντικό οι άνθρωποι στην Ελλάδα αλλά και οι δυνάμει επενδυτές και οι εταίροι της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) να ανανεώσουν την εμπιστοσύνη τους προς τη χώρα» αναφέρει ο κ. Ροτ σε συνέντευξή του στο ΑΜΠΕ. Αναφορικά με τη στάση της νέας γερμανικής κυβέρνησης απέναντι στην Ελλάδα υπογραμμίζει: «Οι Σοσιαλδημοκράτες στην κυβέρνηση που εκπροσωπώ κι εγώ βεβαίως, έχουν στηρίξει το εγχείρημα, η Ευρωπαϊκή Ένωση να δραστηριοποιηθεί περισσότερο για την κοινωνική συνοχή και την αλληλεγγύη εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Εγώ, το μόνο που μπορώ να κάνω είναι να ελπίζω πως και η νέα ομοσπονδιακή κυβέρνηση που θα προκύψει θα ακολουθήσει αυτόν τον δρόμο. Χωρίς κοινωνική συνοχή και αλληλεγγύη η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν θα μπορέσει να επιβιώσει και η Γερμανία θα πρέπει να αναλάβει τον ρόλο της ως “μεσολαβητής” στην καρδιά της Ευρώπης».

«Οι άνθρωποι στην Ελλάδα πλήρωσαν πολύ ακριβά το τίμημα των περικοπών για τις μεταρρυθμίσεις. Ελπίζω, οι απαραίτητες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις θα φέρουν σύντομα αποτελέσματα. Κατανοώ βεβαίως πολύ καλά ότι στην Ελλάδα υπάρχει η επιθυμία να γίνει μια ελάφρυνση του χρέους. Ελπίζω, μετά τις προσπάθειες διευθέτησης που ήδη έχουν γίνει, να υπάρξουν και περαιτέρω προσπάθειες σχετικά με το χρέος. Αλλά αυτό από μόνο του δεν θα είναι αρκετό. Η Ελλάδα θα πρέπει να συνεχίσει να εκσυγχρονίζεται προκειμένου να δημιουργηθεί ένα θετικό κλίμα για επενδύσεις στη χώρα» πρόσθεσε.

Ο Γερμανός υφυπουργός δεν έκρυψε την ανησυχία του για τις εσωτερικές πολιτικές εξελίξεις στην Τουρκία, υπογραμμίζοντας, ωστόσο, την ανάγκη να εκπέμψουμε και σήματα αλληλεγγύης απέναντι στο κομμάτι εκείνο του πληθυσμού της Τουρκίας που το βλέμμα του είναι στραμμένο προς την Ευρώπη. «Έχουμε περιορισμό της δημοκρατίας, αποδυνάμωση του κράτους Δικαίου και συρρικνώνεται ολοένα και περισσότερο ο χώρος για την κοινωνία των πολιτών. Δεν επιτρέπεται λοιπόν να κλείσουμε τα μάτια μπροστά σ’ αυτή την εξέλιξη. Εντούτοις, είναι πολύ σημαντικό, πέρα από ξεκάθαρα λόγια, να εκπέμψουμε και σήματα αλληλεγγύης απέναντι στο κομμάτι εκείνο του πληθυσμού της Τουρκίας που το βλέμμα του είναι στραμμένο προς την Ευρώπη. Πρόκειται, δηλαδή, για τη νέα γενιά και τους ανθρώπους στην Κωνσταντινούπολη, στην Άγκυρα, στη Σμύρνη, στις μεγάλες πόλεις. Εμείς στη Γερμανία, έχουμε μια ιδιαίτερη υποχρέωση απέναντι σ’ αυτό. Μην ξεχνάτε ότι περίπου τρία εκατομμύρια άνθρωποι που ζουν στη Γερμανία είναι τουρκικής προέλευσης. Εμάς στη Γερμανία, μας ενδιαφέρει πολύ να έχουμε καλές και βασισμένες στην εμπιστοσύνη σχέσεις με την Τουρκία, αλλά βεβαίως θα πρέπει να μας δώσουν και αυτοί ξεκάθαρα σημάδια πως προχωρούν σε δημοκρατία και διατήρηση του κράτους Δικαίου» τόνισε στη συνέντευξή του.

Σε ό,τι αφορά το προσφυγικό, ο Γερμανός υφυπουργός Εξωτερικών σημείωσε πως ο ίδιος δεν είναι ευχαριστημένος με τη δεδομένη κατάσταση και εξέφρασε την ελπίδα «όλοι οι εταίροι της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα δώσουν το καλό παράδειγμα και θα ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους». «Εμείς, ως Ευρωπαϊκή Ένωση, εξακολουθούμε να έχουμε το καθήκον να αντιμετωπίζουμε την προσφυγική πολιτική ως μια κοινή πρόκληση, δηλαδή ο καθένας θα πρέπει να ανταπεξέλθει στις ανθρωπιστικές υποχρεώσεις που έχει. Πρέπει να μεριμνήσουμε για τις σωστές συνθήκες διαμονής των προσφύγων, να δώσουμε αγώνα ώστε να εξαλειφθούν οι λόγοι που κάνουν τους πρόσφυγες να εγκαταλείπουν τις πατρίδες τους» κατέληξε.