Ένα σημαντικό βήμα προς την οικονομική ανεξαρτησία της κάνει η χώρα μας, καθώς η κυβέρνηση σκοπεύει να εξοφλήσει 10 χρόνια νωρίτερα τα δάνεια που πήρε κατά το πρώτο μνημόνιο. Με άλλα λόγια, το σχέδιο προβλέπει την πρόωρη αποπληρωμή περίπου 30 δισ. ευρώ μέχρι το 2031 – αντί για το 2041 όπως ήταν αρχικά προγραμματισμένο.
Αν και δεν πρόκειται για μια ενέργεια που φέρνει άμεσα χρήματα στους πολίτες, έχει πολλαπλά μακροπρόθεσμα οφέλη. Πρώτα απ’ όλα, η χώρα θα πληρώνει σημαντικά λιγότερους τόκους κάθε χρόνο για την εξόφληση των χρεών της. Σκεφτείτε πως οι συνεργάτες του υπουργού Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών έχουν υπολογίσει ότι το ετήσιο όφελος μπορεί να φτάσει ακόμα και το 1 δισ. ευρώ από το 2031 και μετά. Επιπλέον, η πρόωρη εξόφληση στέλνει θετικά μηνύματα στις διεθνείς αγορές και στους οίκους αξιολόγησης, κάτι που μπορεί να οδηγήσει σε βελτίωση της πιστοληπτικής εικόνας της χώρας και σε ακόμα χαμηλότερα επιτόκια δανεισμού στο μέλλον.
Ωστόσο, αυτή η επιλογή φέρνει μαζί της και περιορισμούς. Βάσει των νέων ευρωπαϊκών δημοσιονομικών κανόνων, τα κράτη με υψηλό χρέος -όπως η Ελλάδα- πρέπει να κατευθύνουν τα πλεονάσματά τους κυρίως στην αποπληρωμή του χρέους και όχι σε παροχές. Για παράδειγμα, ενώ φέτος αναμένεται ένα πολύ υψηλό πρωτογενές πλεόνασμα (πάνω από 11 δισ. ευρώ), μόνο ένα μικρό μέρος του, γύρω στο ένα δισεκατομμύριο, θα μπορεί να χρησιμοποιηθεί για κοινωνικές δαπάνες. Το υπόλοιπο πάει για τη μείωση του χρέους.
Κάποιοι ίσως αναρωτηθούν: «Αφού υπάρχουν χρήματα για πρόωρη αποπληρωμή, γιατί δεν δίνονται τώρα στους πολίτες;». Η απάντηση που δίνει το οικονομικό επιτελείο είναι ότι αυτή η στρατηγική φέρνει μεγαλύτερο κέρδος στο μέλλον. Αν ξεχρεώσουμε πιο γρήγορα, θα πληρώνουμε λιγότερους τόκους κάθε χρόνο και έτσι θα μείνουν περισσότερα χρήματα διαθέσιμα για μόνιμες παροχές στο εσωτερικό — όπως αυξήσεις σε συντάξεις, στήριξη στους πιο ευάλωτους και επενδύσεις σε τομείς όπως η Υγεία και η Παιδεία.
Το ζητούμενο σύμφωνα με το υπουργείο Οικονομικών, «δεν είναι να δώσουμε σήμερα λίγα σε πολλούς, αλλά να διαμορφώσουμε τις συνθήκες για να μπορούμε αύριο να δώσουμε περισσότερα και με διάρκεια». Το σχέδιο αυτό δεν μεταθέτει το βάρος του χρέους στις επόμενες γενιές — το μειώνει τώρα, ώστε στο μέλλον να υπάρχουν περισσότερες δυνατότητες. Την ίδια στιγμή, με τις αναμενόμενες αναβαθμίσεις της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας, η Ελλάδα μπορεί να εξοικονομήσει επιπλέον 300 εκατ. ευρώ ετησίως μόνο από τη μείωση των επιτοκίων στα κρατικά ομόλογα. Έτσι, το συνολικό κέρδος, από τόκους και χαμηλότερο κόστος δανεισμού, μπορεί να ξεπεράσει το 1,5 δισ. ευρώ τον χρόνο μετά το 2031.
Συν τοις άλλοις, το σημαντικό είναι πως τα χρήματα που θα εξοικονομηθούν από την πρόωρη αποπληρωμή των δανείων δεν θα «φεύγουν» πλέον στο εξωτερικό, αλλά θα παραμένουν στη χώρα. Αυτό, όπως λέει η κυβέρνηση, είναι που ανοίγει τον δρόμο για ουσιαστική και μόνιμη στήριξη των πολιτών από το 2026 και μετά – όχι με προσωρινά επιδόματα, αλλά με σταθερές πολιτικές.