Οι New York Times αφιέρωσαν εκτενές ρεπορτάζ στη Μελάνια Τραμπ και στις ενδυματολογικές της επιλογές κατά την επίσκεψη στη Βρετανία, εστιάζοντας στον τρόπο που η μόδα λειτούργησε ως μορφή διπλωματίας.
Αφού πέρασε σχεδόν ολόκληρη την πρώτη μέρα της επίσημης επίσκεψης των Τραμπ στη Βρετανία κρυμμένη πίσω από ένα μοβ καπέλο, η Μελάνια Τραμπ άφησε τα μαλλιά της ελεύθερα και εμφανίστηκε στην αίθουσα του Αγίου Γεωργίου για το επίσημο δείπνο, με ένα κίτρινο φόρεμα Carolina Herrera με μακριά μανίκια, ντεκολτέ που άφηνε τους ώμους ακάλυπτους, και μια ζώνη από λεβάντα σε μετάξι.


Η εμφάνιση της πρώτης κυρίας ήταν σχετικά μινιμαλιστική σε σύγκριση με τη χρυσή δαντέλα που σκέπαζε το φόρεμα της Κέιτ Μίντλετον, δημιουργία Phillipa Lepley (με κλειστό λαιμό και μακριά μανίκια), ή ακόμα και σε σχέση με το βασιλικό μπλε της τουαλέτας Fiona Clare που φόρεσε η Καμίλα.
Όπως σημειώνουν οι New York Times, η Μελάνια Τραμπ έχει μετατρέψει σε σήμα κατατεθέν το παιχνίδι ανάμεσα στο να αποκαλύπτει και να κρύβει. Επιλέγει ενδυματολογικά σύνολα που αντανακλούν το «επιχρυσωμένο μεγαλείο» του Τραμπ, ενώ ταυτόχρονα λειτουργούν σαν πανοπλία απέναντι στα αδιάκριτα βλέμματα του κόσμου και, ίσως, απέναντι στους διαδηλωτές στη Βρετανία. Όλα αυτά ενώ σπάνια αρθρώνει δημόσια μια φράση.

Πράγματι, αν η πρώτη μέρα της επίσημης επίσκεψης ήταν κυρίως μια εμπειρία «βασιλικής εμβάπτισης» για τους Τραμπ, προσεκτικά σχεδιασμένη ώστε να κολακέψει τη φανερή αδυναμία του Ντόναλντ Τραμπ για τα σύμβολα της μοναρχίας, η πρώτη κυρία έκανε το καθήκον της με το να ντυθεί αναλόγως. Από την ημέρα της ορκωμοσίας της, η γκαρνταρόμπα της δεν είχε βρεθεί ξανά τόσο στο επίκεντρο ούτε είχε αφηγηθεί τόσο ξεκάθαρα μια ιστορία: για τη δύναμη του ενδύματος ως σύμβολο, για την εξέλιξη της ειδικής σχέσης ΗΠΑ-Βρετανίας και για το πόσο πιο προστατευμένη έχει γίνει η δημόσια εικόνα της τα έξι χρόνια που μεσολάβησαν από την τελευταία επίσημη επίσκεψη των Τραμπ στη χώρα.
Όλα ξεκίνησαν με το εντυπωσιακή καμπαρντίνα Burberry που φόρεσε στην άφιξή της στο αεροδρόμιο Στάνστεντ. Στην προηγούμενη κρατική επίσκεψη είχε επίσης επιλέξει Burberry, τότε όμως επρόκειτο για μια μεταξωτή μπλούζα. Τώρα ήταν ένα μακρύ trench coat ως το πάτωμα, που θύμιζε βραδινή τουαλέτα για βροχερές μέρες, δεμένο σφιχτά στη μέση, με τον γιακά σηκωμένο.

Από τη μια πλευρά, θύμιζε τη χλιδή μιας βασιλικής φορεσιάς, ενώ ταυτόχρονα λειτουργούσε σαν διπλωματική χειρονομία. Το Burberry είναι, άλλωστε, το πιο διάσημο βρετανικό brand, που σήμερα διευθύνεται από Αμερικανό CEO, μια διακριτική υπενθύμιση ότι η διασυνοριακή συνεργασία μπορεί να είναι κερδοφόρα, ειδικά όταν οι εμπορικοί δασμοί βρίσκονται στο τραπέζι. Από την άλλη, η καμπαρντίνα την κάλυπτε σχεδόν από το πιγούνι μέχρι τον αστράγαλο, σαν τέντα, χωρίς να αφήνει τίποτα να φανεί.
Και όπως ξεκίνησε, έτσι συνέχισε. Φτάνοντας στο Κάστρο του Ουίνδσορ το επόμενο πρωί, η κυρία Τραμπ μπορεί να μην είχε στέμμα ή τιάρα, είχε όμως το καπέλο της, ένα έντονο μπλε Philip Treacy, ταιριασμένο με το πρωτόκολλο της βασίλισσας Καμίλα, που φορούσε επίσης καπέλο, και της πριγκίπισσας Κάθριν, η οποία ντύθηκε στα μπορντό.

Σε αντίθεση με τα καπέλα των βασιλικών κυριών, που πλαισίωναν τα πρόσωπά τους προσφέροντάς τα στο κοινό, το καπέλο της Μελάνια Τραμπ σκίαζε το πρόσωπό της (ή τουλάχιστον το μισό, εκείνο που θα αποκάλυπτε περισσότερα), όπως ακριβώς είχε συμβεί και στην ορκωμοσία της, με το μπλε καπέλο της. Και τότε, όπως και τώρα, το καπέλο παρέμεινε στη θέση του όλη την ημέρα, ακόμα και όταν βρισκόταν σε εσωτερικό χώρο μαζί με την Καμίλα για να δουν τη βασιλική συλλογή, ενώ η βασίλισσα είχε ήδη αφαιρέσει το δικό της.
Αυτή η «καπελο-πανοπλία» φαίνεται να γίνεται πλέον σήμα κατατεθέν της πρώτης κυρίας.
Την ίδια ώρα, ο οίκος Dior έχει γίνει κάτι σαν «στολή» για τη Μελάνια Τραμπ. Επέλεξε Dior την τελευταία ημέρα του συνεδρίου των Ρεπουμπλικανών, φόρεσε κάπα Dior στην τελετή κατάθεσης στεφάνου πριν από την ορκωμοσία, και το 2019 εμφανίστηκε με φόρεμα Dior στην πρώτη της επίσημη δεξίωση στη Βρετανία. Είναι ένα brand που της επιτρέπει να μένει στη «ζώνη ασφαλείας» της, ενώ παράλληλα αφήνει να αιωρείται η εντύπωση πως μπορεί να παίζει και τον ρόλο της «άτυπης πρέσβειρας». Αν και, κάτω από το καπέλο, δύσκολα μπορεί να πει κανείς με σιγουριά.