Ερευνητές ανακάλυψαν ότι ο θυμός είναι το μοναδικό από τα αρνητικά συναισθήματα, ακόμη και από το άγχος ή τη λύπη, που επηρεάζει σοβαρά την υγεία των αγγείων. Και ενώ οι επιπτώσεις αυτές είναι αναστρέψιμες βραχυπρόθεσμα, μακροπρόθεσμα οι επαναλαμβανόμενες κρίσεις θυμού θα μπορούσαν να αυξήσουν τον κίνδυνο καρδιαγγειακής νόσου.

Τα ευρήματα δημοσιεύτηκαν στην εφημερίδα της Αμερικανικής Καρδιολογικής Εταιρείας, προσφέροντας νέα δεδομένα στη σύνθετη σχέση μεταξύ ψυχικής και σωματικής υγείας.

«Διαπιστώσαμε ότι ο θυμός, αλλά όχι τα άλλα συναισθήματα που μελετήσαμε, είχαν αρνητικό αντίκτυπο στην αγγειακή υγεία. Οπότε υπάρχει κάτι στον θυμό που αποκαλώ “καρδιοτοξικό”. Και αυτός ο μηχανισμός ενδεχομένως εξηγεί γιατί τα συναισθήματα θυμού μπορεί να σχετίζονται με αυξημένο κίνδυνο καρδιακών παθήσεων», ανέφερε στο Healthline, ο Daichi Shimbo, Καρδιολόγος και Καθηγητής Ιατρικής στο Τμήμα Καρδιολογίας στο Τμήμα Ιατρικής στο Ιατρικό Κέντρο Irving University Columbia και επικεφαλής της μελέτης.

Ο Abinash Achrekar, Εκτελεστικός Αντιπρόεδρος Ιατρικής στο τμήμα Kαρδιολογίας στο Πανεπιστήμιο του Νέου Μεξικού, αν και δεν συμμετείχε στην έρευνα, χαρακτήρισε τα ευρήματά της «εκπληκτικά». Ο Daichi Shimbo και η ομάδα του διερεύνησαν τη σχέση μεταξύ της συναισθηματικής κατάστασης και της υγείας των ενδοθηλιακών κυττάρων, τα οποία αποτελούν έναν δείκτη της υγείας των αγγείων. Τα εν λόγω κύτταρα βρίσκονται στο εσωτερικό των αιμοφόρων αγγείων και συμβάλλουν στη διατήρηση της υγιούς ροής του αίματος σε όλο το σώμα. «Τα αιμοφόρα αγγεία μας δεν είναι απλώς σωλήνες, είναι ενεργά όργανα που ρυθμίζουν τον εαυτό τους και είτε βελτιώνουν είτε μερικές φορές επιδεινώνουν τη συνολική καρδιαγγειακή μας υγεία», υπογράμμισε ο Achrekar.

Οι περίπου 280 υγιείς ενήλικες, που συμμετείχαν στην έρευνα, χωρίστηκαν σε τέσσερις ομάδες βάσει συναισθηματικής κατάστασης: «θυμός», «άγχος», «λύπη» και «συναισθηματικά ουδέτερη κατάσταση». Οι ερευνητές διαπίστωσαν πως ο θυμός επηρέασε αρνητικά την υγεία των ενδοθηλιακών κυττάρων, βλάπτοντας την ικανότητα των αιμοφόρων αγγείων να διαστέλλονται και περιορίζοντας τη ροή του αίματος. Η προβληματική αυτή κατάσταση διατηρήθηκε για έως και σαράντα λεπτά, πριν επιστρέψει στην αρχική κατάσταση. Τα ευρήματα αυτά δεν παρατηρήθηκαν στις άλλες εξεταζόμενες συναισθηματικές καταστάσεις.

Ο ρόλος του θυμού στον κίνδυνο καρδιακών παθήσεων

Ο θυμός έχει βαθιές επιπτώσεις στο σώμα και το μυαλό, αλλά συνήθως μένει εκτός των συζητήσεων για την ψυχική υγεία. «Συνδέεται σε μεγάλο βαθμό με την αίσθηση της απειλής. Πυροδοτείται στη βάση του εγκεφάλου, την αμυγδαλή, και διεγείρει τη συμπαθητική διέγερση που προετοιμάζει το σώμα για μάχη ή διαφυγή», εξηγεί ο David Spiegel, Διευθυντής του Κέντρου για το Στρες και την Υγεία και Διευθυντής του Κέντρου Ολοκληρωμένης Ιατρικής στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Στάνφορντ.

Όταν θυμώνουμε το σώμα πλημμυρίζει κατεχολαμίνες, τις ορμόνες του στρες. Οι καταχολαμίνες περιλαμβάνουν ντοπαμίνη, επινεφρίνη (αδρεναλίνη) και νορεπινεφρίνη (νοραδρεναλίνη). Αυτές οι ορμόνες έχουν ως αποτέλεσμα την αύξηση του καρδιακού παλμού και της αρτηριακής πίεσης.

Μελέτη που δημοσιεύθηκε από ερευνητές στο Χάρβαρντ το 2014 διαπίστωσε ότι μετά από ένα ξέσπασμα θυμού, ένα άτομο διατρέχει αυξημένο κίνδυνο να παρουσιάσει καρδιαγγειακό επεισόδιο, όπως καρδιακή προσβολή ή εγκεφαλικό, ειδικά μέσα στις δύο πρώτες ώρες. Διαπίστωσαν επίσης ότι όσο πιο συχνά ένα άτομο είχε ένα επεισόδιο θυμού, τόσο μεγαλύτερος ήταν ο κίνδυνος ενός καρδιαγγειακού επεισοδίου.

Αν και ο ακριβής μηχανισμός για το πώς ο θυμός συνδέεται με δυσμενείς καρδιαγγειακές εκβάσεις μπορεί να μην είναι ακόμη πλήρως κατανοητός, φαίνεται ότι οι ερευνητές βρίσκονται στο σωστό δρόμο, ρίχνοντας φως στη διασύνδεση του εγκεφάλου, της ψυχικής και σωματικής υγείας.