Ορισμένοι ισχυρίζονται πως υποφέρουν από ηλεκτροϋπερευαισθησία (EHS), η οποία προκαλείται από ηλεκτρονικές συσκευές. Ωστόσο αυτό δεν επιβεβαιώνεται επιστημονικά και τα όποια συμπτώματα φαίνεται πως συνδέονται με άλλα νοσήματα, διαταραχές, περιβαλλοντικούς παράγοντες ή ακόμα και πεποιθήσεις σχετικά με τα ηλεκτρομαγνητικά πεδία.

Για τη συντριπτική πλειονότητα των ανθρώπων, οι ηλεκτρονικές συσκευές κάνουν πιο εύκολη την καθημερινότητά μας. Υπάρχουν ωστόσο κάποιοι που πιστεύουν πως είναι αλλεργικοί σε συσκευές WiFi, υπολογιστές, φούρνοι μικροκυμάτων και άλλες οικιακές συσκευές, εξαιτίας της ακτινοβολίας που εκπέμπεται από αυτές, δηλαδή τα ηλεκτρομαγνητικά πεδία – EMF.

Τα άτομα που ισχυρίζονται πως έχουν EHS, αναφέρουν πως η έκθεση σε EMF τους προκαλεί συμπτώματα όπως:

  • πονοκεφάλους
  • δερματικά προβλήματα
  • μυοσκελετικό πόνο
  • διαταραχή ύπνου
  • διαταραχές διάθεσης
  • ζάλη
  • δυσκολίες μνήμης
  • πρόβλημα συγκέντρωσης
  • αίσθηση καψίματος στο πρόσωπο

Αν και οι πρώτες αναφορές EHS έκαναν την εμφάνισή τους στα μέσα του 20ού αιώνα, το όνομα «ηλεκτρομαγνητική υπερευαισθησία» εμφανίστηκε για πρώτη φορά το 1991. Από τότε, και καθώς οι ηλεκτρονικές συσκευές έμπαιναν όλο και περισσότερο στη ζωή μας, πολλοί άνθρωποι ισχυρίστηκαν ότι υποφέρουν από EHS.

Τι δείχνουν τα επιστημονικά δεδομένα

Παρά τις αναφορές, το EHS δεν είναι ιατρικά αναγνωρισμένη ασθένεια. Όπως αναφέρει το HealthLine, όσες μελέτες έγιναν για να το διερευνήσουν μία πιθανή σύνδεση, απέτυχαν να βρουν οποιαδήποτε ισχυρή σχέση μεταξύ των ηλεκτρομαγνητικών πεδίων και των αναφερόμενων συμπτωμάτων.

Επιπλέον, δεν υπάρχουν αντικειμενικά κριτήρια για τη διάγνωση του EHS. Το ίδιο ισχύει και για την υποτιθέμενη αλλεργία στα σήματα Wi-Fi. Δεν έχει βρεθεί καμία κλινική σχέση μεταξύ των συμπτωμάτων EHS και του Wi-Fi.

Στην πραγματικότητα το EHS δεν υπάρχει. Είναι χαρακτηριστικό πως σε μια μελέτη του 2018, στην οποία συμμετείχαν άτομα που ισχυρίζονταν πως έχουν ηλεκτροϋπερευαισθησία εκτέθηκαν σε δήθεν EMF από κινητά και σε ψεύτικα ραδιοφωνικά σήματα. Οι συμμετέχοντες ανέφεραν περισσότερα συμπτώματα όταν νόμιζαν ότι δέχονταν περισσότερη ακτινοβολία, κάτι που δεν συνέβαινε στην πραγματικότητα. Ανάλογα συμπεράσματα προέκυψαν και από μελέτη που πραγματοποιήθηκε το 2017 με τους συμμετέχοντες να μην μπορούν να υποδείξουν πότε ήταν εκτεθειμένοι σε πραγματικούς ηλεκτρομαγνητικούς παλμούς.

Όπως κατέληξε μια επιστημονική ανασκόπηση του 2020, η πεποίθηση ότι τα EMF είναι επιβλαβή προκαλεί ένα φαινόμενο nocebo. Πρόκειται για μια κατάσταση στην οποία ένα άτομο βιώνει αρνητικά αποτελέσματα από μια θεραπεία λόγω της αρνητικής στάσης του για την εν λόγω θεραπεία. Μερικοί επιστήμονες πιστεύουν επίσης ότι άνθρωποι αντιμετωπίζουν προϋπάρχουσες υποκείμενες παθήσεις πιστεύοντας ότι έχουν EHS.

Οι επιστήμονες εικάζουν πως τα συμπτώματα του EHS, εάν οι ισχυρισμοί είναι αληθινοί, μπορεί να οφείλονται σε σωματικές ή ψυχολογικές καταστάσεις.

Το θέμα έχει απασχολήσει και τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, ο οποίος σημειώνει πως ένα άτομο που όντως υποφέρει από τέτοια συμπτώματα, θα πρέπει να επισκεφτεί έναν γιατρό για τον εντοπισμό και τη θεραπεία τυχόν άλλων ζητημάτων που μπορεί να τα προκαλούν.

Επίσης ένας επαγγελματίας ψυχικής υγείας μπορεί να εντοπίσει και να θεραπεύσει υποκείμενες ψυχολογικές καταστάσεις, οι οποίες συμβάλλουν στα συμπτώματα. Ακόμη και περιβαλλοντικοί παράγοντες στο σπίτι ή στο χώρο εργασίας θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε προβλήματα που παρουσιάζονται ως συμπτώματα EHS.

Για παράδειγμα η κακή ατμόσφαιρα σε έναν εσωτερικό χώρο (σ.σ. μπορεί να διορθωθεί με έναν απλό αφυγραντήρα), ο υπερβολικός θόρυβος, ο κακός φωτισμός, αλλά και εργονομικά στοιχεία, μπορεί να προκαλέσουν πονοκεφάλους, ζάλη ή μυοσκελετικούς πόνους.