Σε μια νέα μελέτη που δημοσιεύθηκε την προηγούμενη εβδομάδα στο περιοδικό Ophthalmic Epidemiology, οι επιστήμονες ανακάλυψαν ότι το εμβόλιο COVID-19 της Pfizer ίσως να αυξάνει τον κίνδυνο οφθαλμικής βλάβης, οδηγώντας ακόμα και σε απώλεια όρασης.

Η νέα μελέτη εξέτασε συγκεκριμένα πώς το εμβόλιο επηρέασε τους κερατοειδείς των ασθενών, το διαφανές μπροστινό μέρος του ματιού που επιτρέπει την είσοδο του φωτός.

Σε 64 άτομα, επιστήμονες στην Τουρκία μέτρησαν αλλαγές στο εσωτερικό στρώμα του κερατοειδούς, που ονομάζεται ενδοθήλιο, πριν λάβουν την πρώτη δόση της Pfizer και δύο μήνες μετά τη λήψη της δεύτερης.

Τα αποτελέσματα αποκάλυψαν ότι η λήψη και των δύο δόσεων του εμβολίου οδήγησε σε παχύτερους κερατοειδείς, λιγότερα ενδοθηλιακά κύτταρα στο μάτι και μεγαλύτερη διακύμανση στο μέγεθος αυτών των εξειδικευμένων κυττάρων που σχηματίζουν το ενδοθήλιο.

Βραχυπρόθεσμα, αυτές οι αλλαγές υποδηλώνουν ότι το εμβόλιο της Pfizer μπορεί να αποδυναμώνει προσωρινά το ενδοθήλιο, παρόλο που η Dailymail αναφέρει πως οι ασθενείς δεν αντιμετώπισαν προβλήματα καθαρής όρασης κατά τη διάρκεια της μελέτης.

Για άτομα με υγιή μάτια, αυτές οι μικρές αλλαγές πιθανότατα δεν θα επηρεάσουν την όραση αμέσως.

Ωστόσο, εάν οι επιστήμονες διαπιστώσουν ότι αυτές οι αλλαγές διαρκούν για χρόνια, θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε οίδημα του κερατοειδούς ή θολή όραση, ειδικά σε άτομα με προϋπάρχοντα οφθαλμικά προβλήματα ή σε άτομα που έχουν υποβληθεί σε μεταμόσχευση κερατοειδούς.

Ένας παχύτερος κερατοειδής και η μειωμένη πυκνότητα κυττάρων θα μπορούσαν να συμβάλουν σε οφθαλμικές παθήσεις όπως οίδημα κερατοειδούς, πομφολυγώδης κερατοπάθεια ή απορύθμιση κερατοειδούς, οι οποίες μπορούν να προκαλέσουν μόνιμη απώλεια όρασης σε σοβαρές περιπτώσεις, ειδικά εάν δεν αντιμετωπιστούν.

Οι ερευνητές προειδοποίησαν στη μελέτη τους πως το ενδοθήλιο θα πρέπει να παρακολουθείται στενά σε άτομα με χαμηλό αριθμό ενδοθηλίων ή που έχουν υποβληθεί σε κερατοειδικό μόσχευμα.

Ωστόσο, η ομάδα δεν συνέστησε κατά του εμβολιασμού και αναφέρει πως θα χρειαστεί να διεξαχθούν μακροπρόθεσμες δοκιμές σε ασθενείς για να διαπιστωθεί εάν αυτές οι αλλαγές συνεχίζουν να εμφανίζονται μήνες και χρόνια μετά τη λήψη των εμβολίων.