Ανησυχητικές διαστάσεις παίρνουν οι επιθέσεις σε μετανάστες με τους αστυνομικούς να είναι ιδιαίτερα προβληματισμένοι και τους αλλοδαπούς που μένουν στη χώρα μας να… φοβούνται να κυκλοφορήσουν στο δρόμο, μόλις πέσει το σκοτάδι…

Μετά τις πρόσφατες επιθέσεις σε αλλοδαπούς στην Κρήτη, ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, Ανδρέας Ξανθός, έκανε την ακόλουθη ανακοίνωση: «Η εικόνα που διαμορφώνεται για το συγκεκριμένο περιστατικό είναι ότι πρόκειται αναμφισβήτητα για απρόκλητη ρατσιστική βία εναντίον εργαζομένων συμπολιτών μας με μοναδικό “ενοχοποιητικό” στοιχείο τη φυλετική τους καταγωγή.

Αυτό που αξίζει να διερευνηθεί διεξοδικά -και ελπίζουμε ότι η Υποδιεύθυνση Ασφαλείας που έχει την ευθύνη θα το διεκπεραιώσει στο ακέραιο- είναι η πιθανή διασύνδεση των δραστών με τις γνωστές φασιστικές ομάδες που δρουν ανεξέλεγκτα και στο Ρέθυμνο.

Θεωρούμε ότι αυτού του τύπου οι εκδηλώσεις ωμής ρατσιστικής βίας και φυλετικού μίσους με θύματα αθώους και ανυπεράσπιστους μετανάστες, πυροδοτείται από το γενικότερο πολιτικό κλίμα στοχοποίησης της μετανάστευσης ως της αιτίας όλων των δεινών της χώρας.

Η κυβέρνηση και τα διαπλεκόμενα ΜΜΕ, υιοθετώντας την επιχειρηματολογία της ακροδεξιάς και της Χρυσής Αυγής “παίζουν” επικίνδυνα με το αίσθημα γενικευμένης ανασφάλειας των ανθρώπων μπροστά στην έκρηξη της ανεργίας, της φτώχειας και της εγκληματικότητας, ενεργοποιώντας αντανακλαστικά ξενοφοβίας και μισαλλοδοξίας στην κοινωνία.

Παρουσιάζουν επικοινωνιακά, ειδικά με την πρόσφατη άθλια επιχείρηση “Ξένιος Ζεύς”, μια πολιτική “πυγμής” όχι απέναντι στους εκβιασμούς της τρόικας και του οικονομικού και πολιτικού κατεστημένου αλλά απέναντι στον “βολικό αντίπαλο”, τον ξένο και φτωχό μετανάστη ο οποίος αντιμετωπίζεται με τη φασιστική λογική της συλλογικής ευθύνης.

Ο ΣΥΡΙΖΑ ΕΚΜ πιστεύει ότι το πραγματικό πρόβλημα είναι η μνημονιακή βαρβαρότητα που εδραιώνεται στη χώρα, που επιτείνεται από την έλλειψη μιας συγκροτημένης μεταναστευτικής πολιτικής και από την αναποτελεσματική πρόληψη και καταστολή του εγκλήματος που “παράγεται” σε περιόδους οικονομικής και κοινωνικής κρίσης.

Οφείλουμε όλοι να συνειδητοποιήσουμε ότι ο ρατσισμός και ο φασισμός δεν εγγυώνται την ευημερία των σκληρά δοκιμαζόμενων Ελλήνων εργαζομένων και ανέργων.

Όπως επίσης, ότι η υπεράσπιση των δικαιωμάτων, της αξιοπρέπειας και της ασφάλειας των πολιτών της χώρας είναι συμβατή με την υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων όλων όσων ζουν και εργάζονται στην πατρίδα μας, με τις αξίες του ανθρωπισμού, της ισότητας και της αλληλεγγύης που πρέπει να διέπουν μια πολιτισμένη και δημοκρατική κοινωνία.

Έχουμε την υποχρέωση όλοι μαζί, πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις, αυτοδιοίκηση, φορείς, συλλογικότητες και πολίτες, να διεκδικήσουμε τη βελτίωση των όρων ζωής των ανθρώπων της περιοχής μας αλλά ταυτόχρονα να δημιουργήσουμε μια “ασπίδα προστασίας” της τοπικής κοινωνίας από τέτοιου είδους απαράδεκτα και καταδικαστέα φαινόμενα που προσβάλλουν τον τόπο, την παράδοση και τον πολιτισμό του».