Για τον απινιδωτή που τοποθετήθηκε στην 9χρονη Τζωρτζίνα από την Πάτρα, που πέθανε ανεξήγητα, αφότου έχασαν τη ζωή τους και τα άλλα δύο αδερφάκια της σε διάστημα τριών χρόνων, μίλησε ο παιδοκαρδιολόγος που την είχε αναλάβει, τονίζοντας ότι αναφέρονται ανακρίβειες και λάθος εκτιμήσεις για τα αίτια θανάτου του κοριτσιού.

«Η τοποθέτηση του απινιδωτή έγινε με γνώμονα ότι υπήρχε ένα ανεξήγητο συμβάν στο παιδί, της απώλειας συνείδησης που συνδεόταν με σπασμούς που δεν ξέραμε ακριβώς σε τι οφείλονταν. Επιπλέον, υπήρχαν δύο προηγούμενοι θάνατοι που φαινόταν ότι είναι και δύο αιφνίδιοι χωρίς αιτιολογία» δήλωσε ο παιδοκαρδιολόγος Γιάννης Παπαγιάννης μιλώντας στην ΕΡΤ.

«Εμείς αναλάβαμε το παιδί από το νοσοκομείο του Ρίο, στην Πάτρα, όπου το παιδί είχε εξετασθεί και δεν βρέθηκαν σαφή αίτια. Μας ζητήθηκε και από τους γιατρούς και από την οικογένεια να τοποθετήσουμε τον απινιδωτή για να το διασφαλίσουμε το παιδί από τυχόν αρρυθμιολογικά συμβάντα. Κάναμε πλήρη καρδιολογικό έλεγχο και διαπιστώσαμε φυσιολογική λειτουργία της καρδιάς, δεν εντοπίσαμε αρρυθμίες ή σύνδρομα» ανέφερε ο γιατρός.

Ο ίδιος, ωστόσο, ανέφερε ότι «υπάρχουν καταστάσεις οι οποίες διαφεύγουν ενός βασικού ελέγχου και μπορούν να συμβούν μόνο υπό σπάνιες συνθήκες. Γι’ αυτές τις σπάνιες καταστάσεις για να καλύψουμε κάθε περίπτωση τοποθετήσαμε τον απινιδωτή, ο οποίος λειτουργεί και σαν βηματοδότης και σαν απινιδωτής».

«Αναληθές ότι υπήρξε εξωτερική παρέμβαση στον απινιδωτή»

Ο κ. Παπαγιάννης ξεκαθάρισε ότι η συσκευή που είχε τοποθετηθεί στην 9χρονη «δεν παρουσίασε κανένα πρόβλημα στη λειτουργία της, ούτε κατέγραψε κάποια αρρυθμία που να εξηγεί στα επεισόδια του παιδιού». Διευκρίνισε, ακόμη, ότι ο βηματοδότης περιλαμβάνεται μέσα στον απινιδωτή.

«Επειδή γράφτηκαν στον Τύπο πράγματα που δεν είναι ακριβή, ότι αποδεικνύεται από τα στοιχεία του απινιδωτή ότι υπήρξε εξωτερική παρέμβαση, αυτό είναι απολύτως αναληθές. Δεν υπάρχει δυνατότητα ο απινιδωτής να μας πει αν κάποιος επέδρασε και πώς στην καρδιά. Εκείνο που μπορεί να δείξει είναι αν υπήρχε καλή λειτουργία του μηχανήματος, αν είχε σπάσει κάποιο καλώδιο, αν υπήρχαν αυξημένες αντιστάσεις, αν υπήρχε ηλεκτρονική παρεμβολή -που δεν υπήρχε- και αν υπήρχαν αρρυθμίες, τις οποίες δεν ανιχνεύσαμε. Δεν μπορεί να δώσει πληροφορίες για το αν κάποιος έκανε κάτι εξωτερικά».

«Η καρδιά μπορεί να σταματήσει για άλλους λόγους»

Ο απινιδωτής και ο βηματοδότης δεν μπορούν να δουλέψουν αν η καρδιά δεν έχει καλή λειτουργία
Τόνισε, επίσης, ότι «η καρδιά μπορεί να σταματήσει γι’ άλλους λόγους, όπως ένα μακρύ επεισόδιο επιληψίας, σπασμών, διακοπής της αναπνοής για κάποιο λόγο, μεταβολικές διαταραχές που να μην επιτρέπουν την καλή λειτουργία της καρδιάς. Ο απινιδωτής και ο βηματοδότης δεν μπορούν να δουλέψουν αν η καρδιά η ίδια δεν έχει επαρκή, καλή λειτουργία».

Σε ερώτηση για το τι έδειξε ο απινιδωτής όταν το παιδί άφησε την τελευταία του πνοή ο κ. Παπαγιάννης ανέφερε ότι: «Εκείνο που ξέρουμε από ένα καρδιογράφημα που έγινε στο παιδί την ώρα της ανάνηψης είναι ότι ο βηματοδότης λειτουργούσε κανονικά και έδινε τους παλμούς που έπρεπε, αλλά μετά από μισή ώρα που γινόταν καρδιοαναπνευστική ανάνηψη στο παιδί, έπαψε πλέον να μπορεί να διεγείρει την καρδιά».

Ερωτηθείς τι έδειχνε ο απινιδωτής την ώρα που η μητέρα καλούσε σε βοήθεια, ο γιατρός διευκρίνισε ότι λειτουργούσε κανονικά ως βηματοδότης, έδινε δηλαδή ηλεκτρονικούς παλμούς.