Γραμμή Βικτώρια – Μοναστηράκι με κάποιες ενδιάμεσες – αναγκαστικές είναι η ιδανική λέξη- αλλαγές για να φτάσω στον τελικό προορισμό μου.

Επιτέλους τα αξιοθέατα. Αρχαία Αγορά,  Ιερός Βράχος και το νέο μουσείο της Ακρόπολης. Άξιζε τον κόπο.

Παρά τη ζέστη, παρά τον ιδρώτα που κυλούσε – αργά και βασανιστικά- στο πρόσωπο και σε ολόκληρο το σώμα, παρά, παρά, παρά…

Δύο ώρες δεν μου έφτασαν για να θαυμάσω τις κρυμμένες ομορφιές της Αθήνας. Χρειάζονται τουλάχιστον τέσσερις με πέντε ώρες για να δει κανείς όλα τα αξιοθέατα: το ναό του Ηφαίστου, το μουσείο μέσα στην Αρχαία Αγορά, τη στοά, τους Αγίους Αποστόλους, το νέο μουσείο της Ακρόπολης και όποιο άλλο αξιοθέατο βρίσκεται εκεί κοντά.

Και μετά από τέτοιο περπάτημα, μία στάση για έναν καφέ σε κάποιο μαγαζί στο Μοναστηράκι, ήταν, νομίζω, η πιο σωστή κίνηση. Έπρεπε να την κάνω άλλωστε για να ξαποστάσω. Έκατσα λοιπόν, σε ένα μαγαζί με τέντες επί της Ανδριανού.

Χάζευα τους περαστικούς που φορούσαν καπέλα. Έβλεπα άλλους να κρατούν ομπρέλες. Είχα κάνει την καλύτερη επιλογή. Περισσότερο κακό θα μου έκανε ο καυτός ήλιος, αν περπατούσα στα σοκάκια της Πλάκας.

Το μόνο ενοχλητικό ήταν οι ζητιάνοι. Πηγαινοέρχονταν πάνω κάτω. Ζητούσαν λεφτά. Έρχονταν ακόμη και στα τραπέζια. Κανένας δεν τους εμπόδιζε. Υπήρχαν και κάποιοι τοξικομανείς. Ζητούσαν κι αυτοί χρήματα. Αλλά τίποτα περίεργο: ληστείες, κλοπές, κλπ. Αυτά που ακούμε στις τηλεοράσεις. Η Πλάκα και το Μοναστηράκι είναι πολύ καλύτερα σημεία από την ομόνοια. Εκεί τρόμαξα να πλησιάσω.

Αφού ξαπόστασα λοιπόν, αποφάσισα να συνεχίσω τη βόλτα μου. Έπρεπε να δω τα μαγαζάκια της Ανδριανού, της Πανδρόσου και των γύρω στενών. Πήρα ένα ψάθινο καπέλο για ενθύμιο. Είχε 15 ευρώ.

Πήρα και κάποια διακοσμητικά μαγνητάκια για το ψυγείο, 1,5 ευρώ το καθένα, για να μου θυμίζουν όταν επιστρέψω στην πατρίδα μου, τη σύντομη αλλά ευχάριστη παραμονή μου στην Αθήνα. Ευτυχώς, δεν πληρώνω ξενοδοχείο. Με φιλοξενεί μία φίλη που μένει στην Κυψέλη. Έτσι, γλίτωσα τα έξοδα διαμονής.

Μπήκα για λίγο στην Μητρόπολη Αθηνών. Περπάτησα την Ερμού. Χάζεψα τις βιτρίνες. Έφτασα στην πλατεία Συντάγματος κρατώντας τα λιγοστά ψώνια μου. Μπήκα στο μετρό για να επιστρέψω σπίτι. Είχε αρχίσει να πέφτει ο ήλιος. Ήμουν κουρασμένη αλλά ευχαριστημένη από αυτά που είδα. Γύρισα σπίτι κατά τις 7.30 το απόγευμα και έβγαλα πρόγραμμα για την επομένη. Πολεμικό Μουσείο, Βιβλιοθήκη, Εθνικό Κήπο κλπ. Καλά θα είναι, νομίζω.

Όσοι δεν μένουν μόνιμα στην Αθήνα, ευχαριστιούνται την παραμονή εδώ. Όσοι δουλεύουν εδώ είναι μέσα στο άγχος. Εγώ έχω τρεις ημέρες ακόμη. Θα πάω και για μπάνιο σε κάποια παραλία της Αττικής. Και την Κυριακή το απόγευμα, να ‘μαστε καλά, θα επιστρέψω στη χώρα μου. Τη Γερμανία. Έτσι περνάνε πάνω κάτω όλοι οι τουρίστες. Έτσι περνάω κι εγώ. Γι’ αυτό να την προσέχετε την Αθήνα. Είναι πιο όμορφη απ’ ό,τι νομίζετε… αν και λίγο ακριβή.