Οι αντιφάσεις στις οποίες υπέπεσε κατά τις καταθέσεις του, ο γιος της 87χρονης Ελένης Παπαδοπούλου, χήρας του πρώην υπουργού του ΠΑΣΟΚ, Γιάννη Παπαδόπουλου, οδήγησαν τις αρχές στο ξετύλιγμα του μίτου και στη σύλληψη του 60χρονου για τη δολοφονία στο Κολωνάκι.

Η 87χρονη είχε βρεθεί απανθρακωμένη μέσα στο διαμέρισμά της στο Κολωνάκι στην οδό Λυκαβηττού τον Ιανουάριο του 2022. Το περιβάλλον της ηλικιωμένης χήρας του γνωστού γιατρού και πολιτικού πίστευε ότι ο θάνατός της οφειλόταν σε ατύχημα. Εκτιμούσαν ότι είχε αποκοιμηθεί στον καναπέ της με αναμμένο τσιγάρο, γεγονός που προκάλεσε την πυρκαγιά, με αποτέλεσμα να χάσει τις αισθήσεις της από τις αναθυμιάσεις και τελικά να φύγει από τη ζωή.

Η πραγματικότητα όμως ήταν εντελώς διαφορετική. Ο γιος της τη νάρκωσε, τη δολοφόνησε, ενδεχομένως με την απόφραξη των αεροφόρων οδών, και μετά έβαλε φωτιά στο σπίτι για να σβήσει τα ίχνη του.

Αυτό που πρόδωσε τον 60χρονο δράστη, τέσσερα χρόνια μετά τον θάνατο της μητέρας του, ήταν οι αντιφάσεις στις καταθέσεις του, αλλά και οι μαρτυρίες των γειτόνων της Ελένης Παπαδοπούλου., αλλά και οι μαρτυρίες των γειτόνων της Ελένης Παπαδοπούλου.

Στη δημοσιότητα βγήκε η τελευταία μαρτυρία του 60χρονου στην οποία μεταξύ άλλων αναφέρει: «Η μητέρα μου πέθανε τον Ιανουάριο του 2022 κι εγώ είχα να τη συναντήσω τέσσερις μήνες προτού πεθάνει γιατί βρισκόμουν στη Σαμοθράκη. Έφτασα στην Αθήνα στις 22 Ιανουαρίου και πήγα κατευθείαν στο σπίτι μου στον Άγιο Στέφανο. Είχα πει ψέματα στην Πυροσβεστική ότι είχα επισκεφθεί τη μητέρα μου το πρωί της 29ης Ιανουαρίου 2022 γιατί ντρεπόμουν να τους πω ότι είχα τόσον καιρό να την επισκεφθώ. Μάλιστα θυμάμαι ότι χιόνιζε κι εκείνες τις μέρες και δυο ημέρες αφότου έφτασα πήγα και σπίτι της μητέρας μου. Μάλιστα της είχα βρει και μία γυναίκα για να τη φροντίζει γιατί μέχρι τότε πήγαινε μια φίλη μου σπίτι και τη φρόντιζε».

Όπως συνεχίζει ο 60χρονος στη μαρτυρία του: «Πήγα στα πατήσια που μένει η οικιακή βοηθός για να την πάρω προκειμένου να γνωρίσει τη μητέρα μου και πάμε απευθείας στο διαμέρισμα της οδού Λυκαβηττού που διαμένει η μητέρα μου. Κάτω από το σπίτι, στην ίδια πολυκατοικία βλέπω έναν κύριο που κοιτούσε την πολυκατοικία όπου έμενε η μητέρα μου και παρατήρησα και μικρό καπνό να βγαίνει από την πολυκατοικία, αλλά δεν σκέφτηκα ότι μπορεί να είχε συμβεί κάτι στη μητέρα μου. Μόλις ανοίγω την πόρτα του διαμερίσματος νιώθω να είναι ζεστή η κλειδαριά και αντικρίζω μια μεγάλη φωτιά μέσα στο σπίτι. Φωνάζω «μαμά», «μαμά» και πέφτω κάτω, προσπαθώντας να μπω στο σπίτι, αλλά λόγω φωτιάς δεν τα κατάφερα. Μετά κατεβαίνω στην είσοδο της πολυκατοικίας και θυμάμαι ότι άνοιξα και το παράθυρο στις σκάλες για να ζητήσω βοήθεια. Είδα τους πυροσβέστες να φτάνουν στο διαμέρισμα και μόλις έσβησαν τη φωτιά εγώ ανέβηκα πάλι πάνω. Είδα τη μητέρα μου καμένη, η αριστερ΄ξη παλάμη ήταν άθικτη ενώ είχε καεί και η γάτα της. Οι πυροσβέστες μου είπαν ότι η μητέρα μου πέθανε από το τσιγάρο. Νόμιζα ότι ήταν ατύχημα. Δεν ήξερα ότι η μητέρα μου είχε πιει χάπια πριν πεθάνει ή ότι βρέθηκε βενζίνη στα ρούχα της. Εγώ πιστεύω ότι η μητέρα μου αποκοιμήθηκε ενώ είχε ανάψει τσιγάρο και μπορεί να πήρε φωτιά. Είχαμε βενζίνη στο ντουλάπι στο γραφείο του πατέρα μου, οπότε από τη ζέστη έλιωσε το μπουκάλι και η μητέρα μου ήταν φανατική του τσιγάρου. Από φάρμακα της είχα αγοράσει στη μητέρα μου lonarid, Ciprex, stedon. Δεν θυμάμαι αν τα φάρμακα αυτά χρειάζονταν συνταγή, αλλά μου τα είχε ζητήσει η ίδια να της τα πάρω. Κλειδιά από το σπίτι είχα μόνο εγώ και δεν έλειπε και κάτι οπότε δεν έγινε κάποια διάρρηξη. Πιστεύω ότι αποκοιμήθηκε η μητέρα μου και έλιωσε το μπουκάλι με βενζίνη που ήταν στο άλλο δωμάτιο, πιστεύω ήταν ατύχημα.»