Την πρόθεση της ΕΚΤ να προχωρήσει άμεσα σε αύξηση των επιτοκίων της και να αναζητήσει τρόπους απεξάρτησης των ασθενέστερων τραπεζών από αυτή επικρίνουν γνωστοί οικονομολόγοι, σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας Financial Times.

Ο καθηγητής οικονομικών στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης Νουριέλ Ρουμπινί εξέφρασε το φόβο ότι η πιο αυστηρή νομισματική πολιτική της ΕΚΤ θα διογκώσει τις πιέσεις στην ανάπτυξη, τα δημόσια οικονομικά και τη χρηματοπιστωτική κατάσταση στην περιφέρεια της Ευρωζώνης.

Ο επικεφαλής οικονομολόγος της τράπεζας Standard Chartered προειδοποίησε ότι η πρόκληση για την Ευρώπη είναι ότι το ίδιο μέγεθος δεν ταιριάζει σε όλους, προσθέτοντας ότι το υψηλότερο κόστος του δημόσιου δανεισμού είναι η λάθος πολιτική, για τον λάθος λόγο σε λάθος χρόνο. Το δημοσίευμα αναφέρεται επίσης σε δηλώσεις που έκανε ο υπουργός Οικονομικών Γιώργος Παπακωνσταντίνου στην τηλεόραση των Financial Times, ο οποίος επεσήμανε ότι η αύξηση των επιτοκίων δημιουργεί ανησυχία, αλλά πρόσθεσε ότι μία μικρή αύξηση των επιτοκίων δεν θα κάνει μεγάλη διαφορά.

Το δημοσίευμα αναφέρεται σε ένα σχέδιο που εξετάζει η ΕΚΤ για την απεξάρτηση των ευρωπαϊκών τραπεζών από τη ρευστότητά της, την οποία χορηγούσε χωρίς ποσοτικούς περιορισμούς από τα τέλη του 2008. Μία δυνατότητα, σημειώνει, είναι να επιβληθούν ειδικά όρια άντλησης ρευστότητας για κάθε τράπεζα καθώς και επιβαρύνσεις για τις τράπεζες που κάνουν συχνότερα χρήση των κεφαλαίων της ΕΚΤ. Ο κ. Παπακωνσταντίνου τόνισε στη συνέντευξη που έδωσε στην τηλεόραση των FT ότι η απεξάρτηση των ελληνικών τραπεζών θα γίνει σταδιακά.

Την περασμένη Πέμπτη, η ΕΚΤ δεσμεύτηκε ότι θα συνεχίσει να παρέχει ρευστότητα στις ιρλανδικές τράπεζες και να δέχεται τα ομόλογα του ιρλανδικού Δημοσίου ως ενέχυρο, ανεξάρτητα από την πιστοληπτική διαβάθμισή τους, μετά τα αποτελέσματα των stress tests, τα οποία έδειξαν ότι χρειάζονται επιπλέον 24 δισ. ευρώ σε κεφάλαια. Ωστόσο, το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ δεν συμφώνησε στην καθιέρωση ενός νέου μακροπρόθεσμου χρηματοδοτικού μέσου για τις ιρλανδικές τράπεζες, θέμα που εξακολουθεί να βρίσκεται υπό εξέταση.