Η έντονη ατμοσφαιρική ρύπανση που μαστίζει την πρωτεύουσα της Ινδίας, το Νέο Δελχί, ευθύνεται για περισσότερα από 200.000 περιστατικά σοβαρών αναπνευστικών ασθενειών μεταξύ 2022 και 2024, ανέφερε ανώτερος αξιωματούχος του υπουργείου Υγείας της Ινδίας.

Η μεγαλούπολη των 30 εκατομμυρίων κατοίκων καλύπτεται συνεχώς από ένα πυκνό, τοξικό νέφος που παράγεται από τα εργοστάσια και τα οχήματα, το οποίο επιδεινώνεται κάθε χειμώνα από τον καπνό που προκαλεί η καύση των υπολειμμάτων των καλλιεργειών στις γύρω περιοχές.

Από τα μέσα Οκτωβρίου, η συγκέντρωση σωματιδίων PM2.5 -η πιο επικίνδυνη επειδή απορροφάται απευθείας στην κυκλοφορία του αίματος- ήταν συχνά δεκάδες φορές υψηλότερη από το μέγιστο ημερήσιο επίπεδο που συνιστά ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ).

Αντιμέτωποι με αυτήν την απειλή, ο δήμος και η κεντρική κυβέρνηση έχουν μέχρι στιγμής εφαρμόσει ανεπαρκή μέτρα, που κυμαίνονται από σπορά νεφών (τεχνητή βροχή) μέχρι ρίψεις νερού με drones και πύργους καθαρισμού αέρα.

«Οι αναλύσεις δείχνουν ότι η αυξημένη ατμοσφαιρική ρύπανση σχετίζεται με αύξηση των εισαγωγών στα επείγοντα», δήλωσε χθες Τρίτη ο υφυπουργός Υγείας Πραταπράο Τζαντχάβ.

Από τις 200.000 περιπτώσεις ασθενειών του αναπνευστικού που σχετίζονται με τη ρύπανση και καταγράφηκαν μεταξύ 2022 και 2024, οι 30.000 χρειάστηκαν νοσηλεία, σύμφωνα με τον ίδιο.

Ο υφυπουργός διευκρίνισε, ωστόσο, σύμφωνα με το ΑΠΕ – ΜΠΕ, ότι η κακή ποιότητα του αέρα δεν μπορεί να είναι η μόνη αιτία αυτών των νοσηλειών.

«Οι συνέπειες της ατμοσφαιρικής ρύπανσης στην υγεία μπορούν να συνδεθούν με άλλους παράγοντες, όπως οι διατροφικές συνήθειες, οι συνθήκες εργασίας και το βιοτικό επίπεδο», τόνισε.

Μια μελέτη που δημοσιεύθηκε πέρυσι στο ιατρικό περιοδικό The Lancet εκτίμησε ότι 3,8 εκατομμύρια Ινδοί πέθαναν ως αποτέλεσμα της ατμοσφαιρικής ρύπανσης μεταξύ 2009 και 2019.