«Ένα ουρλιαχτό διασχίζει τον ουρανό. Έχει ξανασυμβεί, αλλά τώρα δεν μπορεί να συγκριθεί με τίποτε. Είναι πάρα πολύ αργά. Η Εκκένωση συνεχίζεται ακόμη, μα όλα είναι θέατρο. Δεν υπάρχουν φώτα μέσα στα αυτοκίνητα. Κανένα φως πουθενά. Από πάνω του υψώνονται σιδερένιοι δοκοί, παλιοί σαν σιδερένια βασίλισσα και γυαλί κάπου πολύ πιο πάνω που θα άφηνε να περάσει το φως της μέρας. Όμως είναι νύχτα. Φοβάται τον τρόπο που θα πέσει το γυαλί – σύντομα – θα είναι σπουδαίο θέαμα: Η πτώση ενός κρυστάλλινου παλατιού. Που όμως θα γκρεμίζεται μέσα σε απόλυτη συσκότιση, χωρίς ούτε ένα λαμπύρισμα φωτός, μόνο μεγάλος αόρατος πάταγος […]».

Η αλήθεια είναι πως κατατάσσεται στους ιδιόμορφους συγγραφείς, αν και πολλοί είναι εκείνοι που ισχυρίζονται πως απλά δεν επιθυμεί να προσφέρει τίποτα παραπάνω ή τίποτα λιγότερο από το ταξίδι της ανάγνωσης.

Βέβαια δεν είναι λίγοι κι εκείνοι που του έχουν αποδώσει τον χαρακτηρισμό του δύσκολου συγγραφέα. Τόσο δύσκολος μάλιστα που για χάρη της ανάγνωσης των βιβλίων του Πίντσον έχουν δημιουργηθεί, κατά τα πρότυπα του εξωτερικού, ιστότοποι, όπως αυτός του μεταφραστή των περισσοτέρων εκ των μυθιστορημάτων του, Γιώργο Κυριαζή, καθώς και Πιντσονικός Οδηγός για τα έργα του. Τον λόγο για την ιδιαίτερη προσέγγιση που απαιτεί η ανάγνωσή των βιβλίων του Πίντσον τον εξηγεί ο κ. Κυριαζής:

«Τα μυθιστορήματά του είναι απαιτητικά, εν μέρει εξαιτίας της ιδιότροπης γραφής του (το γλωσσικό του ύφος είναι άμεσα αναγνωρίσιμο, καθώς δεν μοιάζει με τίποτε άλλο), αλλά κυρίως λόγω των πολλών πληροφοριών που ενσωματώνει σ’ αυτά: αναφορές σε ιστορικά γεγονότα και πρόσωπα, ή σε μύθους και δοξασίες, χρήση όρων από διάφορα πεδία της επιστήμης και της μεταφυσικής, και μια πλοκή που ταξιδεύει τον αναγνώστη σε διάφορα μέρη σε ολόκληρο τον κόσμο, όπου φροντίζει να χρησιμοποιεί τοπικές λέξεις και να δίνει με λεπτομέρεια το χρώμα της τοπικής κουλτούρας. Κανείς δεν είναι υποχρεωμένος να τα γνωρίζει αυτά εκ των προτέρων, αλλά αυτό είναι ένα από τα παιχνίδια του Πίντσον: να κάνει τον αναγνώστη να ψάξει. Είναι φανερό ότι δεν έχει διάθεση να δώσει σε κανέναν μασημένη τροφή».

Αυτό και μόνο βέβαια αρκεί για να κάνει το ταξίδι της ανάγνωσης μια άκρως ενδιαφέρουσα εμπειρία. Τις ίδιες ιδιαιτερότητες συναντάμε και στο θεωρούμενου από πολλούς ως το καλύτερο βιβλίο του, «Το ουράνιο τόξο της Βαρύτητας».

Θα ήταν ανώφελο να προσπαθήσει κανείς να αποδώσει μια περίληψη του συγκεκριμένου λογοτεχνικού έργου. Η περιγραφή θα μπορούσε να συνοψιστεί σε δύο λέξεις και θα είχε περίπου το ίδιο αποτέλεσμα όπως αν προσπαθούσε να συνοψίσει σε μερικές γραμμές τον Οδυσσέα του Τζόις: δύο άντρες περνούν μια ημέρα στο Δουβλίνο. Τόσο κοντά και τόσο μακριά από το ίδιο το έργο.

Το βιβλίο εγκαινίασε αυτό που λέμε «εγκυκλοπαιδικό μυθιστόρημα», καθώς είναι γεμάτο ιστορικές, γεωγραφικές και πολιτιστικές λεπτομέρειες, με μπόλικες δόσεις συνωμοσίας, παράνοιας, χιούμορ και δράσης· συνδυάζει με μοναδικό τρόπο την τραγωδία με την κωμωδία και την ιστορία με το λυρισμό, εστιάζοντας, παρ’ όλα αυτά, στους καθημερινούς χαρακτήρες και σε όλους σχεδόν τους τομείς της ανθρώπινης εμπειρίας.

Η πλοκή ακολουθεί διάφορους χαρακτήρες σε διάφορα μέρη του κόσμου, αλλά κυρίως στην Αγγλία και τη Γερμανία από το 1943 ως το 1945, με τις νικήτριες δυνάμεις να ανταγωνίζονται για το ποιος θα βάλει στο χέρι την προηγμένη πυραυλική γερμανική τεχνολογία μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Και πάλι όμως ακόμα κι αυτή η περιγραφή απέχει μακράν από το να μεταφέρει το μέγεθος και την ευρύτητα του βιβλίου. Το Ουράνιο Τόξο της Βαρύτητας, που κάποιοι κριτικοί το συγκρίνουν σε εύρος και σημασία με τον Οδυσσέα του Τζόις, εκτός από το καλύτερο έργο του Πίντσον, θεωρείται και ένα από τα σπουδαιότερα μυθιστορήματα που γράφτηκαν ποτέ.
Είναι διάσημο – με θετική ή αρνητική έννοια – για το γλωσσικό πειραματισμό του, για τα εσωτερικά γνωσιακά του συστήματα και για τον τρόπο με τον οποίο κινείται στο δικό του χωροχρόνο.


Από την εικονογράφηση του Ουράνιου Τόξου της Βαρύτητας από τον Zak Smith

Οι πρωταγωνιστές πολλοί, το κεντρικό μοτίβο όμως που απασχολεί το έργο στο σύνολό του είναι η γερμανική βόμβα, «ένα όπλο που ακούγεται αφότου έχει βρει το στόχο, μια βόμβα ικανή να ταξιδέψει γρηγορότερα κι από την ταχύτητα του ήχου».

To μυστικό όπλο, ένα καμπαλιστικό αντικείμενο, ένας αποκαλυπτικός φαλός γίνεται το έμβλημα της μεγαλύτερης αυτοκτονίας του κόσμου. Πίσω από την σκηνή, κινούμενες στη σκιά αλλά ρυθμίζοντας ταυτόχρονα το προσκήνιο, εταιρείες κολοσσοί, ελέγχουν τις εξελίξεις από μια διαφορετική εξουσιαστική θέση – συμμετέχοντας στις αγαπημένες, κατ’ όπως φαίνεται, του συγγραφέα, θεωρίες συνομωσίας – σαν όλος ο πόλεμος να τέθηκε επί σκηνής με σκοπό να βρουν χρήση οι τεχνολογίες τους και για να επεκταθούν οι αγορές τους.

«Μην ξεχνάς ότι το πραγματικό αντικείμενο του Πολέμου είναι η αγορά και η πώληση. Ο φόνος και η βία είναι αυτο-αστυνόμευση, και μπορούν να ανατεθούν σε μη-επαγγελματίες. Η μαζική φύση του θανάτου σε περίοδο πολέμου είναι χρήσιμη κατά πολλές έννοιες. Χρησιμεύει ως θέαμα, ως αντιπερισπασμός από τις πραγματικές κινήσεις του Πολέμου. Προμηθεύει πρώτη ύλη η οποία θα καταγραφεί στην Ιστορία, έτσι ώστε τα παιδιά να διδάσκονται την Ιστορία ως αλληλουχία βίας, μάχη με μάχη, και να προετοιμάζονται για τον κόσμο των μεγάλων. Και, το καλύτερο απ’ όλα, ο μαζικός θάνατος είναι ένα ερέθισμα για τον απλό κοσμάκη, τα ανθρωπάκια, για να προσπαθούν να αρπάξουν ένα κομμάτι από την Πίτα όσο βρίσκονται εδώ για να το καταπιούν. Ο πραγματικός πόλεμος είναι ένα πανηγύρι αγορών[…]»

Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο, στις χίλιες περίπου σελίδες του Ουράνιου Τόξου της Βαρύτητας κυριαρχούν επίσης η τζαζ της εποχής και ο παλιός κινηματογράφος. Παρόντες δηλώνουν ακόμα και πολλοί ήρωες από τα κόμιξ της εποχής, όπως ο Μπαγκς Μπάνι, ο Πόρκι, ο Ντάμπο, ο Κάπτεν Μίντναϊτ, ο Φου Μαντσού, ο Ζορρό, η Πράσινη Σφήκα, ο Σούπερμαν, οι 4 Φανταστικοί και ο Πλάστικμαν, με βάση τον οποίο ο Πίντσον φτιάχνει μια φανταστική μετάλλαξη του πρωταγωνιστή του και του δίνει το όνομα Ρόκετμαν, ο οποίος, σε μια από τις περιπέτειές του μέσα στην κατειλημμένη, πλέον, Γερμανία, έρχεται αντιμέτωπος με τον ηθοποιό Μίκι Ρούνι…

Αναφορές περιπλέκονται με αινίγματα και μυστήρια τα οποία καλείται να λύσει ο αναγνώστης : κόμικ, B movies, γνωστή και κλασσική μουσική, ναρκωτικά , μαγεία και αποκρυφισμός , μυστικισμός, μηχανική, φυσική, ψυχιατρική, οικονομικές θεωρίες όλα παρόντα συνθέτουν αριστοτεχνικά ένα μεταπολεμικό σκηνικό στο οποίο ξέρει καλά να κρύβεται η φρίκη.

Το «Ουράνιο τόξο της βαρύτητας» βρίθει από λεπτομέρειες και εξαπλώνεται σαν μια εγκυκλοπαιδική πραγματεία με άπειρα σημεία εισόδου και εξόδου.

Το βιβλίο, ορόσημο της αμερικανικής ποπ κουλτούρας, θα μπορούσε να παρομοιαστεί με ένα μαζικό καρναβαλικό έπος, το οποίο εντοπίζει την επανευθυγράμμιση της παγκόσμιας δύναμης μέσα από το σκηνικό του πολέμου. Από την πολυπλοκότητα του βέβαια αυτό που εντέλει εντυπώνεται στον αναγνώστη είναι η δέσμευση του Πίντσον στις καταπιεσμένες και μη εγγεγραμμένες φωνές, στην δικαιοσύνη και στην συνεργασία, οι οποίες διακρίνονται ίσως και θριαμβεύουν.


Ένα από τα ελάχιστα πορτραίτα του συγγραφέα που κυκλοφορούν από την εποχή που ήταν στο στρατό

Οι χαρακτήρες τους είναι όπως του προτιμά, υπερβολικά χάρτινοι, και σε συνδυασμό με τις αταίριαστες φράσεις του – ο ίδιος αναφέρει στην εισαγωγή του βιβλίου «Βραδείας καύσεως» πως του αρέσει πολύ να συνδυάζει λέξεις που κανονικά δεν θα συνυπήρχαν, δημιουργώντας παράλογα και εντυπωσιακά αποτελέσματα – δημιουργεί μια «διπολική διαταραχή στην γραφή». Στις υφέσεις της, ο λόγος γίνεται περισσότερο στοχαστικός, μπορείς να ακολουθήσεις ένα μέρος της ιστορίας, να δεις τους ήρωες με την ησυχία σου και να εμβαθύνεις στα συναισθήματά τους, ενώ στις περιόδους μανίας που ακολουθούν, ο λόγος εξακοντίζεται, γίνεται παραληρηματικός, πυρετικός φτάνοντας τον αναγνώστη στα όριά του.

Η μοναδική όμως αυτή αφηγηματική μετακίνηση του Πίντσον είναι στην ουσία εκείνη που σπρώχνει την ανάγνωση ένα βήμα πιο κοντά στο τέλος της.

Σποραδική και ακανόνιστη, πάντα όμως παρούσα, ελλοχεύοντας σε κάθε σχεδόν παράγραφο, είναι και η πολιτικοκοινωνική κριτική. Θεωρίες συνωμοσίας και ισχυροί πόλοι εξουσίας που ελέγχουν και κατευθύνουν την ζωή των χαρακτήρων εν αγνοία τους είναι ευδιάκριτοι και σε αυτό το βιβλίο αποδεικνύοντας πως ένας τέτοιος κόσμος δεν είναι ουτοπικός και ανεδαφικός, αλλά έχει προσγειωθεί στην πραγματικότητά αμβλύνοντας τα αντανακλαστικά μας.
Κινούμενος μέσα στις σελίδες του βιβλίου του και στην βαθύτατη γνώση του κόσμου που περιβάλλει τους χάρτινους αυτούς ήρωες, ενός κόσμου όπως είναι ή όπως μπορεί να γίνει, πραγματικός ήρωας του βιβλίου καταλήγει να είναι ο αναγνώστης.


Από την έκθεση της εικονογράφησης του Ουράνιου Τόξου της Βαρύτητας από τον Zak Smith

«Στα μισά της σκάλας, ο Σλόθροπ ξαφνιάζεται στη θέα μιας λαμπρής σειράς δοντιών, που χαμογελούν μέσα από μια σκοτεινή μπουκαπόρτα. “Σας έβλεπα. Ελπίζω να μην σας πειράζει”. Φαίνεται πως είναι αυτός ο Γιαπωνέζος πάλι, που τώρα συστήνεται ως σημαιοφόρος Μοριτούρι, του Ιαπωνικού Αυτοκρατορικού Ναυτικού.
“Ναι, μωρέ…” γιατί μιλάει έτσι χύμα ο Σλόθροπ; “Σε είδα που κοίταζες… και χτες βράδυ, φιλάρα…”.
“Νομίζεις πως είμαι ηδονοβλεψίας. Έτσι νομίζεις. Αλλά δεν πρόκειται γι’ αυτό. Θέλω να πω, δεν συγκινούμαι απ’ αυτό. Αλλά, όταν κοιτάζω ανθρώπους, νιώθω λιγότερο μόνος” .
“Τι διάολο, ρε σημαιοφόρε… και γιατί δεν… έμπαινες μέσα κι εσύ; Εκείνοι οι τύποι πάντα γουστάρουνε… παρέα”.
“Μη χειρότερα”, λέει, και φοράει ένα από εκείνα τα μεγάλα, πολυεδρικά γιαπωνέζικα χαμόγελα, «τότε θα ένιωθα περισσότερο μόνος».

Στο «Ουράνιο τόξο της βαρύτητας» η παράνοια είναι το αίτιο και ο πόλεμος το αιτιατό, κι αυτά τα δύο συνδυάζονται μοναδικά σαν μια βόλτα εν μέσω καταιγίδας, γεμάτης χρώματα και υπέροχους ήχους.

«Όπως και άλλα είδη παράνοιας, δεν είναι παρά η απαρχή της ανακάλυψης ότι όλα συνδέονται μεταξύ τους, τα πάντα μέσα στη Δημιουργία, πρόκειται για μια δευτερεύουσα φώτιση – δεν είναι η εκτυφλωτική συνειδητοποίηση ότι όλα είναι Ένα, αλλά ότι τουλάχιστον συνδέοντα[…]».


Από την εικονογράφηση του Ουράνιου Τόξου της Βαρύτητας από τον Zak Smith

Ο συγγραφέας γράφει για την ανθρώπινη εμπειρία, για τον ανθρώπινο πολιτισμό όπως αυτός εκφράζεται και σε συλλογικό και σε ατομικό επίπεδο, για το ανθρώπινο μεγαλείο, όπως και για την ανθρώπινη ανοησία,για το πεδίο συγκρούσεων που λέγεται κόσμος, ή εαυτός, για το σήμερα όπως αυτό διαγράφεται στο χθες, και όλα αυτά με φανερή ανησυχία για το αύριο, αλλά και αισιοδοξία, γιατί ένα από τα πράγματα που μας μαθαίνει η ιστορία είναι ότι οι άνθρωποι μένουν πάντα άνθρωποι, πράγμα που σημαίνει πως είναι ικανοί για το χειρότερο, αλλά είναι ικανοί και για το καλύτερο.

Χρησιμοποιώντας ολόκληρο το φάσμα της ανθρώπινης εμπειρίας, Ο Πίντσον, δείχνει πάντα μια ιδιαίτερη αγάπη προς αυτό που λέμε λαϊκή, εμπορική ή ποπ κουλτούρα σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό απ’ ό,τι άλλοι θεωρούμενοι (όπως και ο ίδιος) «υψηλοί» συγγραφείς. Λατρεύει την τζαζ, ιδίως τον Θελόνιους Μονκ, τρελαίνεται για το χιούμορ του Σπάικ Τζόουνς (μάλιστα, έχει γράψει και εισαγωγικό κείμενο για το δίσκο Spiked! The Music of Spike Jones), και του αρέσουν πολύ οι Beach Boys, αλλά και η ψυχεδέλεια, ενώ γνωρίζει και αρκετά από κλασική μουσική. Αγαπά ταινίες όπως Ο Μάγος του Οζ , τηλεοπτικές σειρές όπως το The Brady Bunch, αλλά και καρτούν. Έτσι, δεν είναι καθόλου περίεργο που τα μυθιστορήματά του είναι γεμάτα με αναφορές στον κινηματογράφο, την τηλεόραση, τη μουσική και τα κόμιξ, πάντοτε ανάλογα με την εποχή στην οποία εξελίσσεται το καθένα.


Από την εικονογράφηση του Ουράνιου Τόξου της Βαρύτητας από τον Zak Smith

Χαρίζοντας τα εύσημα στην ποπ κουλτούρα όπως ήταν αναμενόμενο και εκείνη δεν αδιαφόρησε για αυτόν. Βιβλία του κυριαρχούν σε σκηνές ταινιών, σε κόμικ, αναφορές του σε τηλεοπτικά σόου και εκπομπές. Ιδιαίτερη μνεία όμως του αποδίδει η μουσική σκηνή: η Pat Benatar έδωσε σε ένα δίσκο της τον τίτλο Gravity’s Rainbow, οι Ed Hall ονόμασαν ένα τραγούδι τους Roger Mexico (χαρακτήρας από το Ουράνιο Τόξο της Βαρύτητας), οι Soft Machine έφτιαξαν ένα μεγάλο progressive κομμάτι, το Esther’s Nose Job, βασισμένοι σε ένα επεισόδιο από το V. που περιγράφει μια πλαστική εγχείρηση στη μύτη και πολλά πολλά άλλα. Πιντσονικές επιδράσεις βρίσκουμε και σε κομμάτια των Pere Ubu, των Radiohead, των Yo La Tengo και του Warren Zevon. Ανάμεσά τους ξεχωρίζει η Laurie Anderson, η οποία αφιέρωσε το εξαιρετικό κομμάτι της Gravity’s Angel στον Πίντσον, και όπως έχει πει η ίδια σε συνέντευξή της, είχε τη φιλοδοξία να ανεβάσει το Ουράνιο Τόξο της Βαρύτητας σε μορφή όπερας.

Ο συγγραφέας «δίχως πρόσωπο», Τόμας Πίντσον, γεννήθηκε στο Λόνγκ Άιλαντ της Νέας Υόρκης το 1937. Υπηρέτησε για δύο χρόνια στο αμερικανικό ναυτικό και πήρε πτυχίο αγγλικής φιλολογίας από το Πανεπιστήμιο Cornell. Μεταξύ άλλων έχει γράψει «V.», 1963, «The Crying of Lot 49»”, 1966, «Το Ουράνιο Τόξο της Βαρύτητας», 1973, «Slow Learner» (Βραδείας Καύσεως), διηγήματα, 1984, «Βάινλαντ», 1990, «Μέισον και Ντίξον», 1997, «Against the Day» (Ενάντια στη μέρα), 2006 και «Inherent Vice», 2009. Για το «Ουράνιο τόξο της βαρύτητας» κέρδισε το 1974 το National Book Award. Την επόμενη χρονιά ήταν υποψήφιο για το Βραβείο Πούλιτζερ, αλλά η συμβουλευτική επιτροπή δεν το δέχτηκε, γιατί το θεώρησε άσεμνο».


Η άρνηση του να φωτογραφηθεί όπως αποτυπώνεται στην «ποπ κουλτούρα» που ο συγγραφέας αγαπά ιδιαίτερα

Το 1957 γνώρισε τον (αδικοχαμένο) Ρίτσαρντ Φαρίνια. Έγιναν στενοί φίλοι, ο Πίντσον ήταν κουμπάρος του Φαρίνια στο γάμο του με την Μίμι Μπαέζ (αδελφή της Τζόαν), και αργότερα του αφιέρωσε το το Ουράνιο Τόξο της Βαρύτητας.
Από το 1960 ως το 1962 εργάστηκε στην Μπόινγκ, στο Σιάτλ, ως τεχνικός βοηθός. Φεύγοντας από την Μπόινγκ, πήγε για ένα διάστημα στο Μεξικό. Το 1965 μετακόμισε στην Καλιφόρνια, και έμεινε αρκετά στο Λος Άντζελες. Στα τέλη της δεκαετίας του 1970, επέστρεψε στη Νέα Υόρκη. Το 1981 γνώρισε την ατζέντισσα Μέλανι Τζάκσον, την οποία παντρεύτηκε το 1990 και απέκτησε ένα γιο, τον Τζάκσον.

Σήμερα ζει στο Μανχάταν και παραμένει ορκισμένος εχθρός της δημοσιότητας! Δεν είναι γνωστό σχεδόν τίποτα για την προσωπική του ζωή, δεν παραχωρεί συνεντεύξεις και έχει αποφύγει, όλα αυτά τα χρόνια, να φωτογραφηθεί…

Δείτε εδώ τα υπόλοιπα έργα του αφιερώματος με «Τα 100 βιβλία που πρέπει να έχεις διαβάσει πριν πεθάνεις»