Σε μια από τις τελευταίες πράξεις του στον Λευκό Οίκο, ο πρώην (πλέον) πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, έδωσε χάρη σε έναν πρώην δικηγόρο του, ο οποίος είχε καταδικαστεί για φοροδιαφυγή.

Ο λόγος για τον Άλμπερτ Πίρο, με τον 73χρονο να εκτίει ποινή φυλάκισης 11 μηνών πριν από περίπου δύο δεκαετίες. Παλαιότερα εκπροσωπούσε τον Τραμπ ως δικηγόρος του σε κτηματομεσιτικά ζητήματα.

Είναι επίσης ο πρώην σύζυγος μιας από τις πιο ενθουσιώδεις οπαδούς του Ρεπουμπλικάνου μεγιστάνα στα μέσα ενημέρωσης, της Τζανίν Πίρο, που παρουσιάζει την εκπομπή «Δικαιοσύνη με την δικαστή Τζανίν» στο Fox News, το αγαπημένο τηλεοπτικό δίκτυο του απερχόμενου προέδρου.

Οι Πίρο πήραν διαζύγιο το 2013.

Ανακάλεσε διάταγμα που απαγόρευε στους συμβούλους του να αρχίσουν να κάνουν λόμπινγκ

Σε μια ακόμη από τις τελευταίες ενέργειές του ως πρόεδρος των ΗΠΑ, ο υπέγραψε οδηγία που επιτρέπει στα μέλη του προσωπικού του να αρχίσουν αμέσως να κάνουν λόμπινγκ, ανατρέποντας ένα δικό του εκτελεστικό διάταγμα του 2017, που είχε σκοπό να αποτρέψει τους βοηθούς του από το να χρησιμοποιούν την επιρροή τους για προσωπικό όφελος.

Οι περιορισμοί που ίσχυαν μέχρι πρότινος, ώστε να εκπληρωθεί μια προεκλογική υπόσχεση για «αποστράγγιση του βάλτου», είχαν βάλει στο στόχαστρο τη νοοτροπία του κατόχου εσωτερικής πληροφόρησης (insider) εναντίον της οποίας είχε κάνει εκστρατεία ο Ρεπουμπλικανός μεγιστάνας και εμπόδιζε το είδος εκείνο των κερδοφόρων ασχολιών, που -όπως είχε πει- κάνει τους πολιτικούς να είναι υποχρεωμένοι απέναντι σε επιχειρηματικά συμφέροντα αντί στους απλούς Αμερικανούς πολίτες.

Σε εκτελεστικό διάταγμα που εκδόθηκε στη διάρκεια της νύχτας, μερικές ώρες πριν από την προβλεπόμενη αποχώρησή του από τον προεδρικό θώκο, ο Τραμπ απέσυρε το διάταγμα περί δεοντολογίας, σύμφωνα με το οποίο οι διορισμένοι από τον ίδιο αξιωματούχοι δεν θα έκαναν λόμπι για δικό τους οργανισμό έως και πέντε χρόνια μετά την αποχώρησή τους, και δεν θα έκαναν λόμπι σε οποιονδήποτε διορισμένο στην κυβέρνηση για δύο χρόνια. Καλούσε επίσης να απαγορεύεται εφ΄όρου ζωής να εργάζονται για λογαριασμό ξένων κυβερνήσεων ή ξένων πολιτικών κομμάτων.

«Ο άνδρας που υποσχέθηκε να αποξηράνει τον βάλτο έκανε ένα τεράστιο βήμα για να τον γεμίσει», ανέφερε σε μια ανακοίνωση ο Νόα Μπουκμπάιντερ, εκτελεστικός διευθυντής της μη κυβερνητικής οργάνωσης Citizens for Responsibility and Ethics. «Δεν κάνεις πράγματα για τα οποία είσαι περήφανος στο μέσο της νύχτας όταν ελπίζεις ότι κανείς δεν σε παρακολουθεί», πρόσθεσε.

Ο πρώην πρόεδρος, που απέτυχε να επανεκλεγεί, αποχώρησε επίσημα το μεσημέρι ώρα ΗΠΑ (19:00 ώρα Ελλάδας), όταν ο Τζο Μπάιντεν έδωσε τον νενομισμένο όρκο έπειτα από μια ταραχώδη εκλογική περίοδο που κορυφώθηκε με την εισβολή υποστηρικτών του Τραμπ στο Καπιτώλιο, στις 6 Ιανουαρίου, σε μια αποτυχημένη προσπάθεια να εμποδίσουν το Κογκρέσο να επικυρώσει τα αποτελέσματα.

Ο Μπάιντεν θα διατάξει όσους έχει διορίσει να υπογράψουν μια δεοντολογική δέσμευση και θα επιβάλει σχετικούς δεοντολογικούς κανόνες «προκειμένου να διασφαλίσει πως οι υπάλληλοι της εκτελεστικής εξουσίας ενεργούν προς το συμφέρον του αμερικανικού λαού και όχι για προσωπικό όφελος», ανέφερε σε μια ανακοίνωση η ομάδα μετάβασης του εκλεγμένου προέδρου.

Ο Τραμπ, μεσίτης ακινήτων και πρώην σταρ τηλεριάλιτι, δεν διαχώρισε ποτέ τον εαυτό του από τα επιχειρηματικά συμφέροντά του όσο βρισκόταν στην εξουσία, αν και είπε πως είχε παραδώσει τον καθημερινό έλεγχο στους δύο μεγαλύτερους γιους του. Η διευθέτηση, η οποία σύμφωνα με ορισμένους που ασχολούνται με τη δεοντολογία, δεν εμπόδισε να υπάρξουν συγκρούσεις συμφερόντων, έχει οδηγήσει σε νομικές προκλήσεις.

Ο Δημοκρατικός πρώην πρόεδρος, Μπιλ Κλίντον, είχε ανακαλέσει ένα δικό του διάταγμα που απαγόρευε σε υψηλόβαθμους αξιωματούχους να κάνουν λόμπινγκ όταν αποχώρησε από τον Λευκό Οίκο το 2001.

Οι ψηφοφόροι του Τραμπ εξακολουθούν να αρνούνται τη νίκη Μπάιντεν

Ψήφισαν τον Ντόναλντ Τραμπ, όπως και περίπου 75.000.000 συμπατριώτες τους και αποφάσισαν να μποϊκοτάρουν σήμερα την ορκωμοσία του Τζο Μπάιντεν. Εξακολουθούν να αρνούνται τη νίκη των Δημοκρατικών στις εκλογές, διαβεβαιώνουν ότι οι ταραχές στο Καπιτώλιο δεν προκλήθηκαν από υποστηρικτές του απερχόμενου προέδρου και φοβούνται ότι η επόμενη κυβέρνηση θα τους φιμώσει.

Ακολουθούν μαρτυρίες ψηφοφόρων του Τραμπ, που συνέλεξε τηλεφωνικά το Γαλλικό Πρακτορείο και τις οποίες αναμεταδίδει το Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων.

«Όταν ορκίστηκε ο Τραμπ, ήμουν τόσο χαρούμενη… Τώρα, δεν θέλω να δω τηλεόραση», είπε χαρακτηριστικά η Γκία Μάξον, καθηγήτρια γκόγκας, πιστή καθολική και ένθερμη οπαδός του Ρεπουμπλικάνου μεγιστάνα.

«Είχα πάει σε δύο συγκεντρώσεις του Τραμπ, ήταν εκπληκτικές εμπειρίες, απίστευτα θετικές και χαρμόσυνες. Οι υποστηρικτές του Τραμπ δεν διαπράττουν τέτοιες βιαιότερες (όπως στο Καπιτώλιο), ήταν σκηνοθετημένες για να τους κάνουν να σιωπήσουν. Φοβάμαι, είμαι θυμωμένη. Έμεινα έκπληκτη που κάτι τέτοιο συνέβη στην Αμερική. Φοβόμουν για την ασφάλεια (του Τραμπ) αυτά τα τέσσερα χρόνια, προσπάθησαν τόσο πολύ να τον ρίξουν. Τελικά, βρήκαν τον τρόπο να τον δολοφονήσουν», είπε.

«Αλλά δεν πιστεύω ότι θα φύγει, αυτή θα είναι η αρχή κάποιου άλλου πράγματος, του Trump Media (όμιλος μέσων ενημέρωσης) ή κάποιου άλλου. Ελπίζω ότι θα ιδρυθεί ένα νέο κόμμα, το Κόμμα των Πατριωτών, αυτό θα ήταν το καλύτερο σενάριο, το τέλος του δικομματισμού», κατέληξε.

Ο Ντακ ΜακΛίνκο, από την αγροτική κομητεία του Μπράντφορντ, στην Πενσιλβάνια, είπε ότι «δεν θέλει να δει να καταστρατηγείται το Σύνταγμα». «Αν οι Δημοκρατικοί καταργήσουν το κολέγιο των εκλεκτόρων, η αγροτική Πενσιλβάνια, η αγροτική Αμερική, δεν θα έχει πλέον φωνή, θα ακούγονται μόνο οι μεγάλες αστικές ζώνες», υποστήριξε.

«Η χώρα δεν ήταν ποτέ τόσο διχασμένη. Μας αντιμετωπίζουν σαν Ναζί. Ο παππούς μου πολέμησε στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, είδε ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης αμέσως μετά την απελευθέρωση, δεν υπάρχει χειρότερη προσβολή. Κι όμως, το κάνουν. Και μετά, λένε να ενώσουμε τη χώρα! Η διαδικασία καθαίρεσης (του Τραμπ) είναι αντισυνταγματική. Φαίνεται ότι ξεχνάνε πως τον ψήφισαν 75 εκατομμύρια άνθρωποι. Θα προσπαθήσουν να τον καταστρέψουν όταν φύγει, όμως εγώ πιστεύω ότι θα συνεχίσει να παίζει κάποιον ρόλο (…) Το (κίνημα του) λαϊκού εθνικισμού είναι μεγαλύτερο από τον Ντόναλντ Τραμπ, δεν θα εξαφανιστεί», διαβεβαίωσε.

Η Σάρον ΜακΓκέτρικ, εργαζόμενη σε ασφαλιστική εταιρεία στο Κλιαργουότερ της Φλόριντας είπε ότι «έχει την εντύπωση ότι (ο Μπάιντεν) θα ξηλώσει ό,τι έκανε ο Τραμπ».

«Θα ήθελα να δω να συνεχίζεται η μεταναστευτική πολιτική, με το τείχος (…) ή οι δασμοί σε βάρος της Κίνας… Έχω την εντύπωση ότι δεν θα έχουμε πλέον επιλογή, δεν θα έχουμε ελευθερία έκφρασης. Θέλουν επίσης να μας πάρουν τα όπλα», ισχυρίστηκε.

Για την ΜακΓκέτρικ, «όλη αυτή η κατάσταση με την Covid ενορχηστρώθηκε από την Κίνα, για να μας πολεμήσουν σε οικονομικό επίπεδο». Και επικαλέστηκε ως παράδειγμα την προσωπική της ιστορία: «Έχασα τη δουλειά μου τον Νοέμβριο του 2019 (…) βρήκα άλλη, ακριβώς πριν από την πανδημία (…) την ξανάχασα τον Οκτώβριο…

Είμαι άγαμη μητέρα, έχω δυο παιδιά 28 και 18 ετών, όμως εγώ πληρώνω τους λογαριασμούς. Δεν υπάρχει πια μεσαία τάξη, μόνο πλούσιοι και φτωχοί. (…) Εγώ βγάζω 31.000 δολάρια τον χρόνο, οι στατιστικές δείχνουν ότι ανήκω στους φτωχούς. Ίσως δεν θα έπρεπε να είμαι τόσο προκατειλημμένη ότι (ο Τζο Μπάιντεν) δεν θα κάνει πράγματα για τη χώρα, όμως απλώς δεν του έχω εμπιστοσύνη, όπως είχα στον Τραμπ», κατέληξε.