Το σκάνδαλο των δολοφονιών από το στρατό αθώων πολιτών, οι οποίοι παρουσιάζονταν ως αντάρτες, θα βαρύνει τις ευθύνες του νέου προέδρου της Κολομβίας Χουάν Μανουέλ Σάντος που ορκίζεται το Σάββατο στην προεδρία της χώρας.

Το σκάνδαλο falsos positivos απέκτησε διαστάσεις όταν ο Σάντος ήταν υπουργός Άμυνας, από το 2006 ως το 2009 και τα θύματά του πιστεύεται πως είναι χιλιάδες.

Οι πρώτες λεπτομέρειες είχαν δει το φως της δημοσιότητας στα τέλη του 2008, όταν είχαν εξαφανιστεί 14 νέοι στη Σοάτσα, κοντά στην Μπογκοτά. Ο στρατός τους είχε παρουσιάσει ως αντάρτες που σκοτώθηκαν σε μάχες στο βορειοανατολικό τμήμα της χώρας. Την υπόθεση κατήγγειλε η Διεθνής Αμνηστία και καθώς η υπόθεση προσέλαβε διαστάσεις ο Σάντος διέταξε έρευνα. Πάνω από 30 αξιωματούχοι του στρατού, ανάμεσά τους τρεις στρατηγοί, αποτάχθηκαν.

Δικαστικοί έχουν τεκμηριώσει την ύπαρξη τουλάχιστον 2.355 θυμάτων από τα μέσα της δεκαετίας του 1980. Περίπου 1.200 μέλη των ενόπλων δυνάμεων αντιμετωπίζουν έρευνες. Οι 234 έχουν ήδη καταδικαστεί.

Σύμφωνα με οργανώσεις προάσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, οι μονάδες που δολοφονούσαν αμάχους τους παρουσίαζαν ως αντάρτες ώστε οι αξιωματικοί να ανταμείβονται με προαγωγές, ενώ το φαινόμενο γενικεύτηκε το 2005, όταν ο στρατός ανακοίνωσε ότι θα «επιβράβευε» γενναιόδωρα κάθε νίκη σε μάχη.

Αν και ο Σάντος ανέλαβε το υπουργείο Άμυνας το 2006, οργανώσεις προάσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ελπίζουν ότι θα προσαχθεί σε δίκη.

Πηγές του στρατού λένε ότι η οδηγία είχε καταργηθεί λίγο καιρό αφότου εκδόθηκε, αλλά αξιωματούχοι που δικάζονται σημείωσαν ότι συνέχισε να εφαρμόζεται.

Ο Σάντος δηλώνει ότι ο ίδιος και η κυβέρνηση έχουν ήδη γυρίσει σελίδα. «Η κυβέρνηση έδρασε με αποφασιστικότητα για να διορθώσει και να τερματίσει ένα πραγματικά φρικιαστικό πρόβλημα», είπε. «Ήμασταν οι πρώτοι οι οποίοι ταχθήκαμε υπέρ της νομικής διαδικασίας για να καταδικαστούν οι ένοχοι».