«Ciao a tutti» είπε ο Ματέο Ρέντσι και υπέβαλε την παραίτησή του μετά την ψήφιση του προϋπολογισμού, ενώ φαίνεται ότι θα χρειαστεί χρόνος για να φύγει, αφού ο Πρόεδρος της Ιταλικής Δημοκρατίας, Σέρτζιο Ματαρέλα, του ζήτησε να παραμείνει στη θέση του μέχρι την ολοκλήρωση των διαβουλεύσεων με τους εκπροσώπους κομμάτων.

Το πολιτικό πόκερ στη Ρώμη κορυφώνεται, τα σενάρια ότι ο ίδιος ο Ρέντσι θα οδηγήσει τη χώρα τον Φεβρουάριο σε εκλογές φουντώνουν και το κάδρο συμπληρώνουν τα αρνητικά σενάρια για τον ιταλικό τραπεζικό τομέα και τις δύσκολες αποφάσεις που πρέπει να ληφθούν το επόμενο χρονικό διάστημα.

Υποβάλλοντας την παραίτησή του, ο πρωθυπουργός και αρχηγός του Δημοκρατικού Κόμματος (PD) Ματέο Ρέντσι έπαιξε τα ρέστα του. Άλλωστε όταν ανέβηκε στην κυβέρνηση ήταν ανατρεπτικός, νέος και ωραίος με φλογερό στυλ και πολλές υποσχέσεις. Κατέληξε να φεύγει ηττημένος, σχεδόν ντροπιασμένος αφού έπεσε μέσα στην παγίδα που ο ίδιος έστησε.

Ο Ρέντσι είτε θα σχηματιστεί «κυβέρνηση όλων» που θα εξαντλήσει την θητεία είτε θα πρέπει, μόλις αποφασίσει το Συνταγματικό Δικαστήριο επί του εκλογικού νόμου, να γίνουν νέες εκλογές. Η απόφαση επί του εκλογικού νόμου αναμένεται τον Ιανουάριο. Άρα οι εκλογές πάνε για Φεβρουάριο και εκεί θα σχεδιάσει την ολική επαναφορά του.

Το θέμα είναι όμως αν οι Ιταλοί θέλουν τον Ρέντσι. Άλλωστε ο Μπέπε Γκρίλο παραμονεύει και έχει υψηλά νούμερα.

Μεταξύ των σεναρίων, το πιθανότερο θεωρείται ο Ματαρέλα να ζητήσει από υπουργό του Ρέντσι ή κάποιον άλλον από το Δημοκρατικό Κόμμα να σχηματίσει κυβέρνηση με βασικότερο καθήκον την κατάρτιση νέου εκλογικού νόμου.

Από τα άλλα δύο ορατά σενάρια, το πρώτο θα ήταν να ικανοποιηθεί το αίτημα του πρωθυπουργού για «κυβέρνηση όλων», ή ουσιαστικά της μεγαλύτερης δυνατής κοινοβουλευτικής διεύρυνσης, που θα εξαντλούσε την τετραετία.

Το δεύτερο παραμένει η παραμονή του Ρέντσι στην πρωθυπουργία, ενδεχομένως υπηρεσιακά μέχρι να ξεκαθαρίσει το τοπίο στον εκλογικό νόμο (περίπτωση ανάλογη του Μόντι μετά τις τελευταίες κάλπες).

Την απάντηση για το αν τελικά οι Ιταλοί θέλουν τον «όμορφο» όπως τα αποκαλούν τα media της χώρας για πρωθυπουργό απαντάει ο Ραφαέλε Σιμόνε, Ιταλός συγγραφέας και αρθρογράφος, στη Le Monde.

Ο ίδιος διαβάζει το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος και καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι ψηφοφόροι ήθελαν να δώσουν στον Ματέο Ρέντσι ένα μάθημα. Ο παραιτηθείς πρωθυπουργός μπορεί να περίμενε ένα αρνητικό αποτέλεσμα, σίγουρα όμως δεν περίμενε μια τέτοια αποδοκιμασία.

Οι γκάφες, τα λάθη και η αλαζονεία

Όπως εξηγεί ο Ιταλός συγγραφέας και αρθρογράφος, στη Le Monde: «Ο Ρέντσι πληρώνει μια σειρά από λάθη και ασυγχώρητες γκάφες που είναι ανάξια ενός πολιτικού ηγέτη.

Λάθος πρώτο: το σημερινό κοινοβούλιο, που εξελέγη το 2013, είναι προϊόν ενός εκλογικού νόμου που κρίθηκε αντισυνταγματικός από το Συνταγματικό δικαστήριο. Ένα τέτοιο κοινοβούλιο δεν μπορεί να προτείνει μια μεταρρύθμιση που τροποποιεί το ένα τρίτο των άρθρων του Συντάγματος.

Λάθος δεύτερο: πολλά σημεία αυτής της μεταρρύθμισης είναι αμφιλεγόμενα. Ένα από αυτά είναι η υποτιθέμενη κατάργηση της Γερουσίας. Τα μέλη της, που από 300 θα γίνονταν 100, δεν θα εκλέγονταν πλέον από τους πολίτες, αλλά από τους περιφερειακούς συμβούλους. Ο αρχηγός του Κράτους θα προσέθετε (ένας θεός ξέρει γιατί!) πέντε γερουσιαστές. Στην πράξη, η Γερουσία θα επιβίωνε, αλλά δεν θα ήταν πλέον αποτέλεσμα της λαϊκής ψήφου;

Λάθος τρίτο: η υπερέκθεση του Ρέντσι και των συνεργατών του στα μέσα ενημέρωσης».

Ο ίδιος λοιπόν τονίζει ότι ο Ρέντσι «επί μήνες εμφανίζονταν στην τηλεόραση, στις εφημερίδες, στα μουσικά περιοδικά, στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, στα ταχυδρομικά κουτιά των Ιταλών, στους τοίχους… Παντού! Ο Ματέο Ρέντσι έφτασε να εγκαινιάσει τη δική του διαδικτυακή εκπομπή (στα πρότυπα του Ούγκο Τσάβες) με τίτλο «Matteo risponde» («Ο Ματέο απαντά»), όπου εξαπέλυε επιθέσεις εναντίον εχθρών και φίλων και έλεγε διάφορα καλαμπούρια σε βαθμό γελοιοποίησης. Δεν δίσταζε μπροστά σε τίποτα: κακολογούσε τους αντιπάλους του, χλεύαζε το γεγονός ότι οι συνταγματολόγοι είχαν διαφορετικές απόψεις, πολλαπλασίαζε τις υποσχέσεις (η μεταρρύθμιση θα βελτίωνε την περίθαλψη των καρκινοπαθών), θυμόταν παλιά σχέδια (όπως η γέφυρα στα στενά της Μεσσήνης). Η σκιά του Σίλβιο Μπερλουσκόνι ήταν εμφανής.

Μπροστά σε αυτή τη συσσώρευση λαθών, οι Ιταλοί βγήκαν από την “εκλογική απάθεια” στην οποία είχαν πέσει εδώ και καιρό και πήγαν μαζικά να ψηφίσουν. Δύο ήταν τα μηνύματα που έστειλαν: “Μην πειράζετε το Σύνταγμα” και “Δεν θέλουμε άλλο Ρέντσι”».

Μεγάλο ερώτημα επίσης είναι τι θα κάνει το Κίνημα των Πέντε Αστέρων, που διεκδικεί ένα μέρος της νίκης.

«Ο Ματέο Ρέντσι, μέσα στον εγωκεντρισμό του, είχε σχεδιάσει αυτόν τον νόμο στα μέτρα του, με βάση το 41% που είχε λάβει το Δημοκρατικό Κόμμα στις τελευταίες ευρωεκλογές. Δεν είχε υπολογίσει όμως τη δυσαρέσκεια που θα προκαλούσε στους ψηφοφόρους το συγκεντρωτικό και αλαζονικό του στιλ. Στο τέλος κατάλαβε ότι ο νόμος θα ευνοούσε το κόμμα του Μπέπε Γκρίλο και δεσμεύτηκε να τον τροποποιήσει. Είναι βέβαιο ότι το περίφημο Italicum (όπως ονομάστηκε αυτός ο νόμος) θα επέτρεπε στους λαϊκιστές να κατακτήσουν την κοινοβουλευτική πλειοψηφία και να κυβερνήσουν ανενόχλητοι για πέντε χρόνια.

Ο χρόνος πιέζει. Ο Ρέντσι θα έπρεπε να μιμηθεί τον Ντέιβιντ Κάμερον και να παραιτηθεί από το κόμμα. Το ταμπεραμέντο του όμως το απαγορεύει. Ας ελπίσουμε τουλάχιστον να καταλάβει ότι η Ιταλία δεν τον θέλει πια», γράφει ο Ραφαέλε Σιμόνε.