Λίγες ώρες μετά την ανακοίνωση της κυβέρνησης Τραμπ για μια νέα οικονομική συμφωνία με την Ουκρανία, η οποία δίνει στις Ηνωμένες Πολιτείες μερίδιο από τα μελλοντικά έσοδα της χώρας από ορυκτά, οι προοπτικές για το μέλλον της Ουκρανίας και τον Βολοντίμιρ Ζελένσκι φαίνονται πολύ πιο αισιόδοξες από ό,τι τους τελευταίους μήνες.

«Αυτά είναι πολύ καλά σημάδια ότι ίσως κάτι αλλάζει», δήλωσε η Αλίνα Πολιακόβα, πρόεδρος και διευθύνουσα σύμβουλος του Κέντρου Ευρωπαϊκής Πολιτικής Ανάλυσης.

«Πράγματι φαίνεται πως υπάρχει αλλαγή σε σχέση με την προηγούμενη προσέγγιση της κυβέρνησης Τραμπ», δήλωσε η Πολιακόβα, χαρακτηρίζοντας τη συμφωνία για τα ορυκτά «επωφελή και για τις δύο πλευρές», την οποία η Ουκρανία διαπραγματεύτηκε «με ιδιαίτερη επιδεξιότητα».

Ο Τραμπ και ο Ουκρανός ομόλογός του Βολοντίμιρ Ζελένσκι φάνηκαν επίσης να έχουν μια φιλική συνάντηση το Σάββατο στο Βατικανό, με τον Τραμπ να εμφανίζεται ολοένα και πιο απογοητευμένος με τις απαιτήσεις του Πούτιν στις παράλληλες συνομιλίες για την επίλυση του πολέμου.

Ωστόσο, αναλυτές προειδοποιούν ότι δεν πρέπει να εξαχθούν βιαστικά συμπεράσματα για τις προθέσεις του Τραμπ απέναντι στην Ουκρανία. Η ασυνεπής τακτική του προέδρου έχει προκαλέσει σύγχυση, καθώς εναλλάσσεται μεταξύ στρατηγικών και μεταφέρει ευθύνες από τη μία πλευρά στην άλλη και πάλι πίσω.

Περαιτέρω σύγχυση προκαλούν, σύμφωνα με τον ρεπόρτερ των New York Times, Michael Crowley, οι έντονες διαφορές μεταξύ των συνεργατών και συμβούλων του Τραμπ για τη σωστή προσέγγιση. Ο ειδικός απεσταλμένος του Τραμπ, Στιβ Γουίτκοφ, ο οποίος έχει συναντηθεί με τον Πούτιν τέσσερις φορές, χρησιμοποιεί ρητορική που συχνά συνάδει με τα αφηγήματα του Κρεμλίνου. Αντίθετα, ο υπουργός Εξωτερικών, Μάρκο Ρούμπιο, γνωστός για την έντονη κριτική του προς τον Πούτιν κατά τη θητεία του στη Γερουσία, έχει υιοθετήσει πιο επιφυλακτικό τόνο.

Σε κάθε περίπτωση αυτή τη στιγμή, η απογοήτευση του κ. Τραμπ φαίνεται να στρέφεται από τον Ζελένσκι προς τον Πούτιν.

Ο Ρώσος ηγέτης που επανειλημμένα έχει καλωσορίσει τη διπλωματία του Τραμπ και τις συζητήσεις για μια ανανεωμένη σχέση ΗΠΑ–Ρωσίας, φαίνεται τώρα να καθυστερεί εσκεμμένα το ζήτημα της λήξης του πολέμου που ο ίδιος ξεκίνησε. Πολλοί αναλυτές πιστεύουν ότι ο Ρώσος πρόεδρος θεωρεί πως έχει το πάνω χέρι στη σύγκρουση και δεν έχει ιδιαίτερο κίνητρο να σταματήσει τις μάχες, παρά μόνο εάν του προσφερθούν ακόμα περισσότερες παραχωρήσεις από όσες του έχει ήδη προτείνει ο Τραμπ.

Μετά από έναν ακόμη ρωσικό βομβαρδισμό με πυραύλους σε κατοικημένες περιοχές, ο Τραμπ έγραψε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για τον Ρώσο ομόλογό του: «Ίσως δεν θέλει να σταματήσει τον πόλεμο, απλώς με παρασύρει, και πρέπει να αντιμετωπιστεί διαφορετικά».

Οι Times αναφέρουν πως ο Τραμπ απείλησε ακόμη και με κλιμάκωση της οικονομικής πίεσης των ΗΠΑ προς τη Ρωσία, συμπεριλαμβανομένης της επιβολής «δευτερογενών» κυρώσεων που θα τιμωρούν χώρες που εμπορεύονται με τη Μόσχα. (Πιθανοί στόχοι θα μπορούσαν να είναι η Κίνα και η Ινδία, οι οποίες έχουν αυξήσει τις εισαγωγές ρωσικού πετρελαίου τα τελευταία χρόνια.)

Επομένως, η πρώτη μεγάλη απόφαση που καλείται να λάβει τώρα ο Αμερικανός πρόεδρος είναι αν θα αλλάξει τη στάση του προς τον Ρώσο πρόεδρο, οι απαιτήσεις του οποίου για μια ειρηνευτική συμφωνία περιλαμβάνουν όρους που ο Ζελένσκι δεν θα μπορούσε ποτέ να παρουσιάσει στον ουκρανικό λαό, όπως η αναγνώριση του ρωσικού ελέγχου σε πέντε κατεχόμενες ουκρανικές περιοχές και η διακοπή της δυτικής στρατιωτικής υποστήριξης προς την Ουκρανία.

Αν και ο Τραμπ έχει δείξει διάθεση να κάνει μεγάλες παραχωρήσεις στον Πούτιν, συμπεριλαμβανομένης της αναγνώρισης του ρωσικού ελέγχου στη Χερσόνησο της Κριμαίας, την οποία η Μόσχα προσάρτησε διά της βίας το 2014 έχει επίσης υποδείξει ότι οι απαιτήσεις του Ρώσου ηγέτη είναι υπερβολικές.

Παρ’ όλα αυτά, πολλοί υποστηρικτές της Ουκρανίας μετριάζουν τις προσδοκίες τους. Ο Τραμπ επιδιώκει εδώ και χρόνια την εύνοια του Πούτιν, έχοντας δημόσια δικαιολογήσει τη στρατιωτική του επιθετικότητα και έχοντας απορρίψει τις εκτενείς κατηγορίες για τη συμμετοχή του Ρώσου ηγέτη σε διαφθορά, δολοφονίες και εγκλήματα πολέμου.

Πούτιν-Τραμπ

Έτσι σε περίπτωση που ο Τραμπ διστάσει να συγκρουστεί με τον Πούτιν, οι Times γράφουν πως θα κληθεί να πάρει μια άλλη μεγάλη απόφαση. Ο αντιπρόεδρος JD Βανς προειδοποίησε πρόσφατα ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες ίσως «αποχωρήσουν», αν οι ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις δεν προχωρήσουν σύντομα, ενώ ο κ. Τραμπ δήλωσε στα μέσα Απριλίου ότι μπορεί να πει: «Απλώς θα το αφήσουμε να περάσει».

Δεν είναι σαφές τι ακριβώς θα σήμαινε αυτό. Στο χειρότερο δυνατό σενάριο για την Ουκρανία, ο Τραμπ θα μπορούσε να κηρύξει το τέλος της αμερικανικής βοήθειας προς το Κίεβο και να δώσει στον Πούτιν το πράσινο φως για να κλιμακώσει την επίθεσή του.

Αυτό, όμως, ενέχει για τον Τραμπ τον κίνδυνο να «χάσει» την Ουκρανία μέσα από μια αιματηρή και χαοτική στρατιωτική καταστροφή – μια καταστροφή που θα μπορούσε να ξεπεράσει ακόμα και το χάος της αποχώρησης των ΗΠΑ από το Αφγανιστάν το 2021, την οποία ο ίδιος ο Τραμπ έχει χαρακτηρίσει ως εθνικό εξευτελισμό.

Σε κάθε περίπτωση Τραμπ βρίσκεται αντιμέτωπος με κρίσιμες αποφάσεις που ενδέχεται να καθορίσουν τη μοίρα της Ουκρανίας. Οι επιλογές του είναι ιδιαίτερα δύσκολες, όπως επισημαίνουν αναλυτές, καθώς η επιθυμία του για μια γρήγορη ειρήνη συγκρούεται με την έμφυτη δυσπιστία του προς τον Ζελένσκι και τον θαυμασμό του προς τον Πούτιν.