«Αναγκάστηκα να πουλήσω το σπίτι μου και να γίνω αλκοολικός. Όλοι εκμεταλλεύτηκαν το “Νόμο Μποσμάν” εκτός από μένα. Με ξέχασαν». Ο Ζαν Μαρκ Μποσμάν, ο άνθρωπος που άλλαξε το ποδόσφαιρο με την «Απόφαση Μποσμάν» σοκάρει με τα λεγόμενα του. Ο Ζαν Μαρκ Μποσμάν, ο άνθρωπος που ανέτρεψε τον ποδοσφαιρικό χάρτη προσφεύγοντας στη δικαιοσύνη καταφέρνοντας να γκρεμίσει τα σύνορα για ελεύθερη διακίνηση των κοινοτικών ποδοσφαιριστών προσπαθεί στα 53 του να σταθεί και πάλι στα πόδια του. Ο ξεχασμένος ευεργέτης ουκ ολίγων διάσημων ποδοσφαιριστών, μετά τη διαμάχη του με FIFA και UEFA καταστράφηκε οικονομικά με συνέπεια απένταρος να παλεύει με τους δαίμονες του, φτάνοντας στο σημείο να γίνει αλκοολικός. Ο Βέλγος στα 53 του προσπαθεί να σταθεί και πάλι όρθιος. «Έκανα πολλά, αλλά υπέφερα πολύ στη ζωή μου. Δεν είναι καιρός να βοηθηθώ και εγώ; Για να καταφέρω να κερδίσω στο δικαστήριο αναγκάστηκα να πουλήσω το σπίτι μου. Έπρεπε να καλυφθούν τα δικαστικά έξοδα», τονίζει ο άνθρωπος που έγινε συνώνυμο της ελεύθερης διακίνησης ποδοσφαιριστών που ανήκουν στην ευρωπαϊκή ζώνη. «Έζησα μια δυστυχισμένη ζωή. Άλλοι εκμεταλλεύτηκαν τον αγώνα μου και πλούτισαν. Πίστευα πως μετά την απόφαση του δικαστηρίου θα είχα μια όμορφη ζωή. Δεν πίστευα πως το ποδόσφαιρο θα είναι έτσι. Εάν έπρεπε να κάνω το ίδιο πράγμα, θα το έκανα. Δεν θα άλλαζα το όνομα μου για να βρω δουλειά. Ο νόμος Μποσμάν φέρει την σφραγίδα της ζωής μου. Ήμουν νέος και ωραίος. Τώρα είμαι γέρος, χοντρός και καραφλός. Πολλοί παίκτες δεν θα με αναγνωρίσουν εάν με δουν. Ίσως να μην είμαι εδώ σε 20 χρόνια, αλλά η υπόθεση μου πάντα θα υπάρχει. Είμαι για το ποδόσφαιρο ότι ο Λεχ Βαλέσα για την δημοκρατία. Όλοι είχαν την ευκαιρία να εκμεταλλευτούν τον νόμο Μποσμάν, εκτός από μένα. Είμαι λίγο απογοητευμένος γιατί μπορεί να με ξέρουν σε όλο τον κόσμο, αλλά μου συμπεριφέρθηκαν λες και είμαι εγκληματίας πολέμου. Όλοι με γνωρίζουν, αλλά όταν κοιτάζω την τσέπη μου είναι άδεια». Ο Ζαν Μαρκ Μποσμάν παραδέχθηκε πως σήμερα δεν παρακολουθεί καθόλου ποδόσφαιρο… «Δεν παρακολουθώ πλέον ποδόσφαιρο. Είναι ένα προϊόν διαφήμισης και μάρκετινγκ. Τα πάντα είναι αγορά και πώληση. Το 50% των παικτών ζουν μια όμορφη ζωή, όμως το υπόλοιπο 50% περνάει άσχημα. Βλέπω ειδικά στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης πως υπόσχονται συμβόλαια στους παίκτες τα οποία δεν τηρούν». Ο άλλοτε ποδοσφαιριστής της Σταντάρ Λιέγης αναφέρθηκε στους αγαπημένους του ποδοσφαιριστές έχοντας στην κορυφή τον Ντιέγκο Μαραντόνα. «Μου άρεσε ένα ποδοσφαιριστής με σπουδαία τεχνική κατάρτιση που έπαιξε σε Άντερλεχτ και Ρεάλ Μαδρίτης. Αναφέρομαι στον Χουάν Λοθάνο. Ο Γιόχαν Κρόιφ ήταν επίσης σπουδαίος. Επίσης μου άρεσε ο Ρένζενμπρινκ. Από τους σύγχρονους παίκτες ο Κριστιάνο Ρονάλντο είναι παίκτης μεγάλης κλάσης. Για μένα πάντα δεν υπάρχει δίλημμα Μέσι-Ρονάλντο. Ο κορυφαίος όλων είναι ο Μαραντόνα». Ο παλαίμαχος Βέλγος μέσος χαρακτήρισε την επικράτηση επί του αλκοόλ ως την μεγαλύτερη νίκη στη ζωή του. «Η μεγαλύτερη νίκη μου ήταν ενάντια στο αλκοόλ. Ήθελα να γίνω ο πιο διάσημος ποδοσφαιριστής, έχω θέση στην ιστορία του ποδοσφαίρου, αλλά το πλήρωσα ακριβά. Όλα τα χρήματα που κέρδισα πήγαν στους δικηγόρους. Θέλω απλά μια μικρή ευγνωμοσύνη, να ξέρει ο κόσμος πως υπάρχει ένας άνθρωπος πως για να βρει το δίκιο του έδωσε τα πάντα». Ελάχιστοι ήταν οι ποδοσφαιριστές που στάθηκαν στο πλευρό του. Οι αδερφοί Ντε Μπουρ και ο Ραμπιό δεν τον ξέχασαν… «Ο Φρανκ και ο Ρόναλντ Ντε Μπουρ όταν έμειναν ελεύθεροι από την Μπαρτσελόνα μου έδωσαν 2.500 ευρώ. Από τη νέα γενιά ένας πολλά υποσχόμενος παίκτης είναι ο Αντριάν Ραμπιό. Μια μέρα ξύπνησα με ένα τηλεφώνημα. Ήταν η μητέρα του που μου είπε: ‘Δεν θέλω ο κόσμος να ξεχάσει τι έχεις έχεις κάνει για τους ποδοσφαιριστές. Θα κάνουμε κάτι για σένα». Πηγή: gazzetta.gr