Το ρατσισμό και τα ακραία φαινόμενα βίας σκιαγραφεί ένα ρεπορτάζ της εφημερίδας «New York Times», όπως αυτά εκφράζονται μέσα από το λόγο και τις πράξεις της Χρυσής Αυγής. Στο ρεπορτάζ που φέρει τον τίτλο «Οι νέοι φασίστες της Ευρώπης» γίνεται μία προσπάθεια να απαντηθεί γιατί αυξάνεται η άνοδος της ακροδεξιάς στην Ελλάδα και την Ευρώπη.

Ο ρεπόρτερ αρχίζει το θέμα του με την επίθεση που έγινε στον 27χρονο Αφγανό πολιτικό μετανάστη, Αλί Ραχίμι, ο οποίος δέχθηκε πέντε μαχαιριές από περίπου 12 άνδρες στο κέντρο της Αθήνας.

Παρά τα χτυπήματα που δέχτηκε, επέζησε όμως ο φίλος του, Ρέζα Μοχάμαντ, όπως αναφέρει το δημοσίευμα, που δέχθηκε επίθεση, σκέφτεται να επιστρέψει στην κατεστραμμένη από τον πόλεμο χώρα του Αφγανιστάν.

«Ένα εκατομμύριο μετανάστες υπάρχουν στην Ελλάδα, ως πρώτη χώρα εισόδου για την Ευρώπη, για Ασιάτες και Αφρικανούς μετανάστες» υπογραμμίζει ο δημοσιογράφος.

Και προσθέτει ότι αυτό οφείλεται «στην αποτυχία των ελληνικών κυβερνήσεων να δημιουργήσουν μια μεταναστευτική πολιτική και μια πολιτική ασύλου, που να λειτουργεί και στη νομοθεσία της Ευρώπης, που επιστρέφει τους μετανάστες στη χώρα εισόδου, η οποία συχνά είναι η Ελλάδα».

Στο ρεπορτάζ αναφέρονται γειτονιές της Αθήνας που μοιάζουν με πεδίο μάχης. Υπογραμμίζεται δε ότι ανάμεσα στους κατηγορούμενους για επιθέσεις υπάρχουν και βουλευτές του κόμματος. Αναφέρει και ονομαστικά την Θέμις Σκορδέλη, η οποία, ωστόσο, έβαλε υποψηφιότητα χωρίς να εκλεγεί.

Ο δημοσιογράφος, χαρακτηριστικά, σημειώνει ότι «Το κόμμα ιδρύθηκε το 1985 με διαταγή του φυλακισμένου ηγέτη της χούντας», και υπονοεί τον Γεώργιο Παπαδόπουλο. «Το κόμμα έγινε αντιληπτό διεθνώς μετά την υποτιθέμενη συμμετοχή κάποιων μελών του στη σφαγή Βόσνιων Μουσουλμάνων το 1995 στη Σρεμπρένιτσα. Στις εκδόσεις του κόμματος, εξυμνείται το Γ’ Ράιχ και βλέπουμε φωτογραφίες του Χίτλερ και άλλων ναζί» σημειώνει το ρεπορτάζ, αποδίδοντας την άνοδο της δημοτικότητάς της στην ξενοφοβία και την ανασφάλεια που νιώθουν οι Έλληνες πολίτες.

Παραθέτει ακόμη και απόψεις πολιτών, όπως η Μαρία Χανδράκη, 29 ετών, άνεργη αισθητικός, η οποία τονίζει ότι δεν γνώριζε για τη Χρυσή Αυγή μέχρι τις προηγούμενες εκλογές αλλά, κρατώντας πλαστικές σακούλες με φαγητό, δηλώνει «οι θέσεις τους μπορεί να είναι ακραίες, αλλά η κατάσταση είναι ακραία και χρειαζόμαστε ακραία μέτρα. Δεν μπορούμε να έχουμε τόσα πολλά έθνη και τόσο διαφορετικά ήθη και έθιμα υπό την ίδια στέγη».

Ο αρθρογράφος υποστηρίζει, ακόμη, ότι αυταρχικά στοιχεία στην ελληνική κυβέρνηση έχουν προϊστορία στο να χρησιμοποιούν ακροδεξιές ομάδες για να ασκήσουν πολιτική βία απέναντι σε εκείνους που ασκούν κριτική, ενώ, φιλοξενεί και δηλώσεις της ακαδημαϊκού Αναστασίας Τσουκαλά, η οποία επισημαίνει «Δαγκώθηκαν από το ίδιο τους το φίδι και η Ελλάδα δεν είναι η μόνη περίπτωση. Αντίστοιχες ομάδες με τη Χρυσή Αυγή υπάρχουν σε όλη την Ευρώπη και η αντιμετώπισή τους θα πρέπει να βρεθεί στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος».

Προχωρώντας μερικά τετράγωνα πιο κάτω, ο ρεπόρτερ, πηγαίνει σε ένα τζαμί, μετά την προσευχή της Παρασκευής και μόλις αναφέρει το όνομα της Χρυσής Αυγής, οι άνδρες σηκώνουν τις μπλούζες τους και δείχνουν σημάδια στο σώμα τους από μαχαιριές και ξυλοδαρμούς «Πηγαίνετε στην Ομόνοια και θα δείτε τη βία» αναφέρουν.

Ο δημοσιογράφος καταλήγει επισημαίνοντας ότι οι Ευρωπαίοι ηγέτες θα πρέπει να καταδικάσουν και να απομονώσουν τα κόμματα που προωθούν ρατσιστικά δόγματα και αψηφούν τις ιδέες μιας Ευρώπης της ολοκλήρωσης.