Ανήσυχοι παραμένουν οι Βρετανοί για την υγεία της Κέιτ Μίντλετον, παρά το γεγονός ότι το παλάτι είναι καθησυχαστικό. Η πριγκίπισσα της Ουαλίας υποβλήθηκε σε επέμβαση στην κοιλιά και θα παραμείνει στο κρεβάτι, από όπου θα δουλεύει και θα ασκεί τα καθήκοντά της.

Οι δημόσιες εμφανίσεις της έχουν ακυρωθεί έως το Πάσχα, οπότε και αναμένεται να επιστρέψει στα βασιλικά της καθήκοντα.

Στο πλευρό της ο πρίγκιπας Ουίλιαμ, ο οποίος επίσης ακύρωσε μερικές από τις δημόσιες εμφανίσεις του. Οι δυο τους, σύμφωνα με τους Sunday Times έχουν δώσει μια υπόσχεση, όσο η Κέιτ βρίσκεται στο νοσοκομείο.

«100% πρώτα η οικογένεια και μετά η δουλειά» φέρεται να έχει συμφωνήσει το πριγκιπικό ζεύγος για όσο είναι σε εξέλιξη αυτή η περιπέτεια της υγείας της Κέιτ Μίντλετον.

Πηγές του παλατιού, που επικαλείται η εφημερίδα αναφέρουν ότι προτεραιότητα της Κέιτ και του Ουίλιαμ είναι τα παιδιά τους και αυτό θα ισχύσει και στο μέλλον.

«Θέλουν να βεβαιωθούν ότι θα έχουν όσο το δυνατόν περισσότερη κανονικότητα στο μέλλον» ανέφεραν οι ίδιες πηγές.

«Κάτι πήγε στραβά μετά την εγχείρηση» – Οργιάζουν οι φήμες για την υγεία της Κέιτ Μίντλετον

Οργιάζουν οι φήμες για την κατάσταση της υγείας της Κέιτ Μίντλετον, καθώς το Παλάτι του Μπάκιγχαμ δεν έχει προχωρήσει σε κάποια νέα ενημέρωση.

Η Ισπανίδα δημοσιογράφος Concha Calleja, μιλώντας στην εκπομπή Fiesta του Telecinco και επικαλούμενη συνομιλία της με ένα βοηθό του Παλατιού αποκάλυψε ποια είναι πραγματικά η κατάσταση της Κέιτ Μίντλετον μετά την εγχείρηση.

Συγκεκριμένα, η Ισπανίδα δημοσιογράφος είπε: «Μίλησα με έναν βοηθό στο παλάτι και με διαβεβαίωσε ότι κάτι δεν πήγε καλά στη μετεγχειρητική περίοδο. Η κατάσταση είναι τόσο σοβαρή που γι’ αυτό αποφάσισαν να στείλουν αυτές τις δηλώσεις».

«Η τελευταία φορά που την είδαμε ήταν στο χριστουγεννιάτικο γεύμα και από τότε άρχισε να μην αισθάνεται καλά. Η Κέιτ εισήχθη στις 28 Δεκεμβρίου και βρίσκεται στα χέρια των γιατρών για αρκετές ημέρες», σημείωσε η ίδια.

«Πιστεύω ότι το παλάτι θα εκδώσει νέα ανακοίνωση τις επόμενες ημέρες, εξηγώντας καλύτερα τι συμβαίνει. Η επέμβαση ήταν από μόνη της σοβαρή, διήρκεσε αρκετές ώρες και είχε αυξημένο κίνδυνο, που δεν προέκυψε στο χειρουργικό τραπέζι αλλά στη συνέχεια», συμπλήρωσε.