Πόσο κινδυνεύει πραγματικά η καρδιά σας; Για εκατομμύρια ανθρώπους, η απάντηση κρύβεται σε μια σύντομη και ανώδυνη αξονική τομογραφία, που μπορεί να αποκαλύψει ό,τι δεν δείχνουν οι συνηθισμένες εξετάσεις: αν σχηματίζονται επικίνδυνες πλάκες μέσα στις αρτηρίες.

Η μέτρηση ασβεστίου στεφανιαίων αρτηριών (CAC) είναι ένα εργαλείο για την πρόληψη των καρδιοπαθειών, που προσφέρει εξατομικευμένη εκτίμηση κινδύνου και μπορεί να οδηγήσει σε αποφάσεις που σώζουν ζωές.

Τι είναι η CAC

Η CAC είναι μια απλή, σύντομη και ανώδυνη απεικονιστική εξέταση που μπορεί να αποκαλύψει αν αναπτύσσονται πλάκες – δηλαδή λιπώδεις αποθέσεις – στις αρτηρίες της καρδιάς. Όταν οι πλάκες αυτές θραυστούν, μπορεί να σχηματιστούν θρόμβοι που φράσσουν τη ροή του αίματος και προκαλούν έμφραγμα.

Η συγκεκριμένη εξέταση προσφέρει μια πιο ακριβή εκτίμηση του κινδύνου για αθηροσκληρωτική καρδιοπάθεια από ό,τι οι παραδοσιακοί υπολογισμοί, που βασίζονται σε γενικούς πληθυσμιακούς δείκτες όπως η ηλικία, το φύλο, η χοληστερίνη και η αρτηριακή πίεση. Επίσης δεν απαιτεί τη χορήγηση σκιαγραφικού και ολοκληρώνεται μέσα σε 10-15 λεπτά.

«Η χρήση της εξέτασης αυξάνεται κάθε χρόνο», δηλώνει στη New York Times ο δρ Μάικλ Μπλάχα, συνδιευθυντής του προγράμματος προληπτικής καρδιολογίας στο Πανεπιστήμιο Τζονς Χόπκινς.

Σύμφωνα με την ερευνητική του ομάδα, οι εξετάσεις CAC τετραπλασιάστηκαν μεταξύ 2006 και 2017, ενώ οι σχετικές αναζητήσεις στο διαδίκτυο αυξάνονται ακόμη ταχύτερα. Ωστόσο, όπως προσθέτει, «εξακολουθεί να υποχρησιμοποιείται σε σχέση με την αξία της».

Ο δείκτης CAC

Οι γιατροί χρησιμοποιούν το σκορ CAC για να αποφασίσουν εάν ένας ασθενής θα ωφεληθεί από τη λήψη στατινών – φαρμάκων που μειώνουν τη χοληστερίνη και εμποδίζουν τη δημιουργία νέων πλακών. Ένα σκορ στο μηδέν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν ανιχνεύσιμες πλάκες και ο καρδιαγγειακός κίνδυνος είναι πολύ χαμηλός.

Έως το 100 ο κίνδυνος θεωρείται χαμηλός έως μέτριος και ενδεχομένως να υπάρξει σύσταση για στατίνη. Σκορ πάνω από 100 υποδεικνύει την ανάγκη για πιο εντατική θεραπεία ενώ όταν το σκορ ξεπερνά τα 300, ο κίνδυνος πλησιάζει αυτόν ανθρώπων που έχουν ήδη υποστεί καρδιακή προσβολή.

Ποιοι πρέπει να κάνουν CAC

Η μέτρηση ασβεστίου δεν προορίζεται για όλους. Όπως επισημαίνουν οι ειδικοί στη New York Times, η εξέταση έχει νόημα μόνο για επιλεγμένους ασυμπτωματικούς ασθενείς ηλικίας 40–75 ετών, χωρίς ιστορικό καρδιαγγειακής νόσου και που δεν λαμβάνουν ήδη αγωγή με στατίνες.

Άλλωστε η ουσία της εξέτασης είναι να απαντήσει στο βασικό ερώτημα: πρέπει ή όχι να ξεκινήσει κάποιος στατίνες;

Σύμφωνα με τον δρ Φίλιπ Γκρίνλαντ, προληπτικό καρδιολόγο στο Πανεπιστήμιο Northwestern, «αν ο 10ετής κίνδυνος για αθηροσκληρωτική καρδιαγγειακή νόσο είναι κάτω από 5%, δεν υπάρχει λόγος για φάρμακα αυτή τη στιγμή, πάνω από 20%, είναι ξεκάθαρο ότι ο κίνδυνος είναι αρκετά υψηλός ώστε να δικαιολογείται η αγωγή».

Το πρόβλημα εντοπίζεται στο ενδιάμεσο εύρος: ρίσκο 5–7,5% θεωρείται «οριακό», και 7,5–20% «ενδιάμεσο». Εκεί είναι που η εξέταση CAC μπορεί να κάνει τη διαφορά.

Όπως εξηγεί ο δρ Μπλάχα «ένας δείκτης ρίσκου βασίζεται σε μεγάλες πληθυσμιακές ομάδες και μαθηματική μοντελοποίηση, περιγράφει τον μέσο όρο, όχι το άτομο». «Η αξονική ασβεστίου όμως δείχνει την κατάσταση των αρτηριών ενός συγκεκριμένου ανθρώπου».

Ο δρ Αλεξάντερ Ζέουτλιν, καρδιολόγος και ερευνητής στο Northwestern, επισημαίνει ότι δείχνει στους ασθενείς τις εικόνες των αρτηριών τους. «Όταν υπάρχει πλάκα, είναι λευκή. Είναι εύκολο να τη δεις», σημειώνει.

Γιατί είναι τόσο σημαντική η εξέταση CAC

Πολλοί ασθενείς διστάζουν να ξεκινήσουν στατίνες, ειδικά αν νιώθουν υγιείς. Το 2019, μια μεγάλη μελέτη σε σχεδόν 5.700 ενήλικες στους οποίους είχαν συστηθεί στατίνες, έδειξε ότι το 25% δεν έπαιρνε φαρμακευτική αγωγή: το 10% είχε αρνηθεί, και το 30% είχε σταματήσει – κυρίως λόγω φόβου για παρενέργειες.

Σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση του American College of Cardiology, οι μυϊκοί πόνοι – η συχνότερη παρενέργεια από τις στατίνες – εμφανίζονται στο 5–20% των ασθενών. Ωστόσο, πολλές μελέτες δείχνουν ότι η εμφάνιση πόνων είναι σχεδόν ίδια και σε όσους παίρνουν εικονικό φάρμακο (placebo).

«Ο πραγματικός κίνδυνος είναι πολύ μικρότερος από τον αντιληπτό», τονίζει ο δρ Ζέουτλιν. Για όσους παρουσιάζουν ενοχλήσεις, λύσεις υπάρχουν: αλλαγή στατίνης, μείωση δόσης ή εναλλακτικά φάρμακα χωρίς στατίνες.

Μια πρόσφατη μελέτη στην Αυστραλία έδειξε ότι ασυμπτωματικοί ασθενείς με οικογενειακό ιστορικό καρδιοπάθειας, που υποβλήθηκαν σε CAC, είχαν μετά από τρία χρόνια καλύτερη συμμόρφωση με τις στατίνες, χαμηλότερα επίπεδα χοληστερίνης και μικρότερο καρδιαγγειακό κίνδυνο σε σύγκριση με όσους δεν έκαναν την εξέταση.

«Η εξέταση οδηγεί καλύτερη προσήλωση και μικρότερη ανάπτυξη της αθηροσκλήρωσης και πλάκας», λέει ο δρ Γκρίνλαντ, τονίζοντας πως τα οφέλη είναι ξεκάθαρα.  

Υπάρχουν, όμως και κάποιοι περιορισμοί. Για άτομα άνω των 75, το όφελος είναι λιγότερο σαφές. Οι περισσότεροι ηλικιωμένοι έχουν πλάκες στις αρτηρίες τους, και οι γιατροί πρέπει να σταθμίσουν κατά πόσο η αντιμετώπιση της χοληστερίνης αποτελεί προτεραιότητα.

Μια νέα μελέτη που βρίσκεται σε εξέλιξη, εστιάζει στη χρήση στατινών και CAC σε άτομα άνω των 75, και ίσως δώσει απαντήσεις τα επόμενα χρόνια. Μέχρι τότε, η μέτρηση ασβεστίου αποτελεί ένα πολύτιμο διαγνωστικό εργαλείο για τους καρδιολόγους.

«Είναι απογοητευτικό να έχουμε φτηνά, ασφαλή και αποτελεσματικά φάρμακα που αποτρέπουν εμφράγματα, και να μη χρησιμοποιούνται επειδή οι ασθενείς δεν πείθονται. Αν το αποτέλεσμα του CAC μπορεί να κάνει τη διαφορά, τότε αξίζει τον κόπο», τονίζει καταλήγοντας ο δρ Ζέουτλιν.