Ένα γιαούρτι την ημέρα τον γιατρό τον κάνει πέρα… και μπορεί να είναι το κλειδί για μια υγιή και μακρά ζωή, λένε οι ειδικοί που εξέτασαν το βιολογικό προφίλ της γυναίκας που κάποτε κατείχε τον τίτλο του γηραιότερου ανθρώπου στον κόσμο και πέθανε πέρυσι στην ηλικία των 117 ετών.

Όπως γράφει η Daily Mail, η Maria Branyas Morera γεννήθηκε στο Σαν Φρανσίσκο το 1907 και μετακόμισε στην Ισπανία όταν ήταν 8 ετών. Επιβίωσε από δύο παγκοσμίους πολέμους, τον ισπανικό εμφύλιο, την ισπανική γρίπη και την πανδημία της Covid-19. Νόσησε από τον κορονωϊό όταν μετρούσε 113 χρόνια ζωής, ωστόσο ανάρρωσε πλήρως και, πριν πεθάνει, ζήτησε από τους γιατρούς «να με μελετήσετε ώστε να βοηθήσω άλλους».

Η καθημερινότητα της υπεραιωνόβιας Branyas περιελάμβανε την τακτική κατανάλωση προβιοτικού γιαουρτιού, το οποίο, σύμφωνα με τους επιστήμονες, «πρέπει να έπαιξε σημαντικό ρόλο στην υγιή γήρανσή της, μαζί με την αποφυγή αλκοόλ και τσιγάρου». Φυσικά, κρίσιμο ρόλο έπαιξαν και τα καλά γονίδιά της, στα οποία η ίδια θεωρούσε ότι οφειλόταν η μακροζωία της.

Το αγαπημένο της γιαούρτι, το οποίο έτρωγε καθημερινά για 10 χρόνια, ήταν μιας τοπικής καταλανικής μάρκας, με υψηλά ποσοστά υγιών βακτηρίων που καταπολεμούν τις φλεγμονές, όπως τα Lactobacillus delbrueckii bulgaricus και Streptococcus thermophilus. Επιπλέον, έπινε καθημερινά ένα σμούθι που περιείχε οκτώ διαφορετικά δημητριακά, ενώ δεν έπινε, δεν κάπνιζε και δεν ήταν υπέρβαρη. Η Branyas είχε μεγάλο κοινωνικό κύκλο και βρισκόταν κοντά σε οικογένεια και φίλους. Οι επιστήμονες βρήκαν ότι η βιολογική ηλικία της ήταν έως και 15 χρόνια μικρότερη από την κανονική ηλικία της.

Όπως εξηγεί ο επικεφαλής ερευνητής της μελέτης, Dr Manel Esteller: «Ο κανόνας είναι ότι όσο μεγαλώνουμε, αρρωσταίνουμε περισσότερο, αλλά εκείνη ήταν εξαίρεση και θέλαμε να καταλάβουμε το γιατί. Για πρώτη φορά, μπορέσαμε να διαχωρίσουμε την προχωρημένη ηλικία από την ασθένεια». Και προσθέτει: «Υπάρχει πολύ μικρός όγκος προηγούμενων αποδεικτικών στοιχείων που να δείχνουν τα οφέλη του γιαουρτιού και της υγιούς μακροζωίας, επομένως αυτό είναι εντελώς καινούργιο».

Επιστήμονες από διάφορες χώρες, μαζί με ερευνητές από το Ινστιτούτο Λευχαιμίας Josep Carreras και το Πανεπιστήμιο της Βαρκελώνης, μελέτησαν το γενετικό προφίλ της Branyas και το συνέκριναν με αυτό άλλων υπερήλικων ατόμων. Συνέλεξαν αίμα, ούρα, σάλιο και δείγμα κοπράνων έναν χρόνο πριν από το θάνατό της. «Μπορούμε να αναπτύξουμε φάρμακα που αναπαράγουν την επίδραση των καλών γονιδίων. Οι γονείς της Maria τής χάρισαν πολύ καλά γονίδια, αλλά δεν μπορούμε να διαλέξουμε τους γονείς μας», λέει ο Dr Esteller.

Η Branyas ήταν υγιής σχεδόν όλη της τη ζωή και υπέφερε μόνο από απώλεια ακοής και πόνο στις αρθρώσεις. Δεν είχε βιολογικούς δείκτες που σχετίζονται με ασθένειες της τρίτης ηλικίας και είχε εξαιρετικό μεταβολισμό χοληστερόλης και λιπιδίων, που συνδέονται με τη μακροζωία και την καλή γνωστική υγεία. «Όλα αυτά είναι κρίσιμα γιατί συνδέονται με ασθένειες που είναι τυπικές σε μεγαλύτερους ανθρώπους και μπορούν στο τέλος να σε σκοτώσουν», είπε στον Guardian o Dr Esteller.

Ο Καθηγητής João Pedro de Magalhães, από το Πανεπιστήμιο του Μπέρμινγχαμ, δήλωσε στους Times: «Αν μπορούσαμε να εντοπίσουμε ποια συγκεκριμένα γονίδια συνδέονται με την ανθρώπινη μακροζωία και το υγιές γήρας, θα εξασφαλίζαμε στοιχεία για τους μηχανισμούς της γήρανσης καθώς και φαρμακευτικούς στόχους για να αναπτύξουμε παρεμβάσεις που επιτρέπουν σε όλους να ζουν μεγαλύτερη και υγιέστερη ζωή».