Οι παραδοσιακές συνταγές για φαγητά και εδέσματα είναι το αντικείμενο αναζήτησης σχεδόν σε όλους τους τουριστικούς προορισμούς της Στερεάς Ελλάδας, οι οποίοι θα είναι ασφυκτικά γεμάτοι την περίοδο των εορτών. Η αναζήτηση των καλών χοιρινών για τις γιορτινές ημέρες έχει ήδη ξεκινήσει, με ιδιαίτερη έμφαση να δίνεται στον αυθεντικό «μαύρο χοίρο».

Οι κουζίνες των νοικοκυριών δίνουν ένα ξεχωριστό άρωμα στο χριστουγεννιάτικο κλίμα που απλώνεται από άκρη σε στην περιοχή. Έθιμα και παραδόσεις που έχουν βαθιές ρίζες στον χρόνο, έρχονται και πάλι στο προσκήνιο. Μνήμες παιδικών χρονών αρχίζουν και πάλι να ζωντανεύουν, για να δώσουν ξανά στους πολίτες συνήθειες που ενδιάμεσα είχαν εγκαταλειφθεί. Από ξεχασμένα κάλαντα και εδέσματα, μέχρι συνήθειες και ευχές για κάθε ανθρώπινη δραστηριότητα.

Παράλληλα, εκατοντάδες χιλιάδες λαμπιόνια έχουν ανάψει παραμονές των Χριστουγέννων σε πόλεις και χωριά της Στερεάς, για να υποδεχτούν τους επισκέπτες -είτε τουρίστες, είτε ανθρώπους που κατάγονται από εκεί και θα περάσουν στα πάτρια εδάφη τις γιορτινές ημέρες.

Εκτός από τα κάλαντα που ακούγονται σε κάθε γωνιά της Ρούμελης, διατηρούνται ακόμη ορισμένα από τα έθιμα που παραδοσιακά μεταφέρονται από γενιά σε γενιά και δίνουν ένα διαφορετικό χρώμα στις Άγιες τούτες μέρες. Το Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο ειδήσεων κάνει μια καταγραφή τους…

Χοιροσφαγή

Στα ορεινά χωριά της δυτικής Φθιώτιδας είναι απίθανο να μη συναντήσουμε τουλάχιστον έναν χοίρο σε κάθε σπίτι. Ήταν πάντα θέμα αρχοντιάς, κοινωνικής και οικονομικής επιφάνειας. Η προετοιμασία για τη σφαγή τους ξεκινά πολύ νωρίς αφού οι νοικοκυρές είναι υποχρεωμένες να βρουν πλέον γανωματή για να γανώσουν (να κασιτερώσουν) τα οικιακά σκεύη που είναι αναγκαία για την χοιροσφαγή. Τώρα, όμως, τα πράγματα είναι διαφορετικά…

Οι παρέες έγιναν μικρότερες και τα πράγματα έχουν περισσότερο απλοποιηθεί. Η χοιροσφαγή παραμένει ολόκληρη τελετουργία, αφού είναι απαραίτητο να υπάρχει φωτιά, κάρβουνο και λιβάνι και την ώρα της σφαγής η νοικοκυρά θα πρέπει να τα ρίξει πάνω στη σφαγή ενώ στο στόμα του χοίρου βάζουν ένα λεμόνι για να μένει ανοιχτό και να αερίζεται.

Στη συνέχεια τοποθετούν το χοιρινό ανάμεσα σε δύο ξύλα μεγάλα και αρχίζουν το «ξεπάστωμα». Όταν τελειώσουν όλους του χοίρους της γειτονιάς, αρχίζει το γλέντι ενώ την ίδια ώρα οι νοικοκυρές ξεκινούν να φτιάξουν λουκάνικα, τσιγαρίθρες και μπουμπάρια.

Τσιγαρίθρες

Είναι μια παλιά ιεροτελεστία για να διαχωρίσουν το λίπος του χοιρινού από το κρέας. Κόβονται κομμάτια λίπους από τα πιο «παστωμένα» τμήματα του χοιρινού κυρίως στην κοιλιακή χώρα τα οποία έχουν και λίγο κρέας. Τα τοποθετούν στο καζάνι με πολύ φωτιά και αρχίζει να βράζει και έτσι βγάζουν το λίπος το οποίο παλιά το αποθήκευαν για την υπόλοιπη χρονιά.

Συγχρόνως, τα μικρά κομμάτια λίπους και κρέατος μειώνονται συνεχώς και στο τέλος ό,τι απομείνει το σβήνουν με καλό κρασί και αυτό για πολλές μέρες είναι ένας καλός και πρόχειρος μεζές που συνοδεύει τα τραπέζια.

Μπουμπάρια

Είτε με ρύζι είτε με μπλουγούρι (πλιγούρι) τα μπουμπάρια είναι είδος που δεν λείπει από το παραδοσιακό χριστουγεννιάτικο τραπέζι. Το παχύ έντερο του χοιρινού, τα εντόσθια δηλαδή πνευμόνι, καρδιά και τα λίπη τους και μαζί λίγο κιμά χοιρινό χοντροκομμένο, πράσο και ρύζι είναι τα βασικά υλικά. Με όλα αυτά τα υλικά γεμίζουν το χοιρινό έντερο και στη συνέχεια τα ψήνουν. Από περιοχή σε περιοχή προσθέτουν και αφαιρούν υλικά καθώς το έθιμο κρατά από την τουρκοκρατία.

Πασπαλάς

Κρέας από την κοιλιά του χοιρινού. Πρέπει να έχει αρκετό πάχος το κρέας πάνω. Λοιπόν παίρνουμε το κρέας και το κόβουμε σε κομμάτια όχι πολύ μεγάλα άλλα ούτε πολύ μικρά, το βάζουμε σε μία λεκάνη και ρίχνουμε αλάτι χοντρό, το αφήνουμε για 4-5 μέρες και το τουμπάρουμε κάθε τόσο να πάρει καλά το αλάτι και να σφίξει το κρέας για να μη μας χαλάσει.

Μετά τις πέντε ημέρες το ξεπλένουμε να φύγει το πολύ αλάτι και το βάζουμε σε μία κατσαρόλα και το βράζουμε, όταν κρυώσει το κρέας το βάζουμε σε ένα τάπερ και ρίχνουμε και από το ζουμί που έβρασε για να πήξει (τότε το έβραζαν σε καζάνι γιατί έφτιαχναν μεγάλες ποσότητες και δεν υπήρχαν τα ψυγεία για να το διατηρήσουν, το έβαζαν σε τενεκέδες του τυριού και το διατηρούσαν για 2-3 μήνες, μέχρι τη λαμπρή είχαν πασπαλά).

Ένας πολύ ωραίος μεζές που μπορούμε να τον φάμε σκέτο με ψητό ψωμί, μπορούμε να το κόψουμε σε πιο μικρά κομμάτια και να το τηγανίσουμε, να το κάνουμε ομελέτα, με πατάτες, με τυρί, ή όπως τραβάει η όρεξή μας…

Πηχτή

Είναι ένας μεζές που μπορεί να κρατήσει καιρό και να συντροφεύει το κρασί και το τσίπουρο τις κρύες νύχτες του χειμώνα. Είναι παστό χοιρινό κρέας -συνήθως από το κεφάλι του ζώου, με αλάτι και πράσο.

Το τσίκνισμα

Τα ξημερώματα των Χριστουγέννων σε ορισμένες περιοχές της Φθιώτιδας και κυρίως στις περιοχές της Λοκρίδας το… τσικνίζουν. Μετά το τέλος της Θείας Λειτουργίας τα ξημερώματα της ημέρας ανάβουν τις φωτιές και πριν ακόμα βγει ο ήλιος έχουν ήδη στήσει το χριστουγεννιάτικο τραπέζι με χοιρινά και μεζέδες.

Το αρραβώνιασμα της φωτιάς

Το αρραβώνιασμα της φωτιάς: γίνεται ξημερώματα των Χριστουγέννων, την ώρα που ο λαός την αποκαλεί «ανοιχτή ώρα». Η νοικοκυρά βάζει ένα μεγάλο ξύλο στο τζάκι και σύμφωνα με την παράδοση εκείνη την ώρα ό,τι ζητήσεις -βεβαίως θα πρέπει να αφορά τα παιδιά και όχι τους παντρεμένους- μπορεί να γίνει.

Το τάισμα της βρύσης

Τα μεσάνυχτα της παραμονής των Χριστουγέννων, στα χωριά της Κεντρικής Ελλάδας, γίνεται το λεγόμενο τάισμα της βρύσης. Οι κοπέλες του χωριού, λίγες ώρες πριν ξημερώσει Χριστούγεννα, πηγαίνουν στις βρύσες του χωριού και τις αλείφουν με βούτυρο και μέλι, με την ευχή όπως τρέχει το νερό να τρέχει και η προκοπή στο σπίτι τον καινούργιο χρόνο και όπως γλυκό είναι το μέλι, έτσι γλυκιά να είναι και η ζωή τους. Με αυτήν την κίνηση παίρνουν από τη βρύση το «αμίλητο» νερό.

Για να έχουν καλή σοδειά έφερναν στη βρύση βούτυρο, τυρί, ή ψημένο σιτάρι ή κλαδί ελιάς, ή όσπρια και φρόντιζαν να φτάσουν εκεί όσο το δυνατόν νωρίτερα, γιατί, όπως έλεγαν, όποια θα πήγαινε πρώτη στη βρύση, αυτή θα στεκόταν και η πιο τυχερή ολόκληρο το χρόνο.

Επιστρέφοντας στο σπίτι, οι γυναίκες έφερναν το καινούργιο νερό, αφού πρώτα είχαν αδειάσει από τα βαρέλια τους το παλιό.

Η διαδικασία αυτή της μετάβασης και της επιστροφής στη βρύση, γίνεται σιωπηλά -γι’ αυτό και ονομάστηκε αμίλητο νερό. Με το «αμίλητο» νερό οι γυναίκες ραντίζουν τα σπίτια τους, για ευρωστία και καλή τύχη.