Η χθεσινή καταιγίδα ήταν σπάνια για το πολεοδομικό συγκρότημα της Θεσσαλονίκης με βάση τα χαρακτηριστικά της και τα στοιχεία των μετρήσεων, που κατέγραψε το Εργαστήριο Μετεωρολογίας και Κλιματολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστήμιου Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ). «Ήταν ένα πολύ έντονο καιρικό φαινόμενο, με σπάνια χαρακτηριστικά – ως προς την ένταση του επεισοδίου, τη χρονική του διάρκεια, το χαλάζι που έπεσε, το πολύ νερό – αλλά, το πρωτόγνωρο και το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό, ήταν ότι η καταιγίδα αυτή δημιουργήθηκε και επηρέασε επακριβώς το πολεοδομικό συγκρότημα της Θεσσαλονίκης», δήλωσε στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο διευθυντής του Εργαστηρίου, καθηγητής Θόδωρος Καρακώστας. Άλλωστε, την ένταση του φαινομένου προμήνυσε από νωρίς ο ουρανός, καθώς για αρκετές ώρες το πρωί η Θεσσαλονίκη «σκοτείνιασε», όπως εξήγησε ο καθηγητής: «Ήταν ακριβώς από πάνω μας η καταιγίδα». Ο σταθμός του τομέα του ΑΠΘ μέτρησε 68 χιλιοστά νερού στη μία ώρα που διήρκησε η έντονη καταιγίδα και αν υπολογιστεί και η διάρκεια της βροχόπτωσης, πριν και μετά το επεισόδιο, έφτασε συνολικά στα 73 χιλιοστά νερού. Ο όγκος αυτός είναι διπλάσιος από τα 35-36 χιλιοστά νερού, που κατά μέσο όρο δέχεται η Θεσσαλονίκη συνολικά για τον μήνα Μάιο. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει και ο ρυθμός της βροχόπτωσης στη διάρκεια του έντονου επεισοδίου. «Παρατηρήθηκε ότι για ένα 10λεπτο είχαμε γύρω στα 22 χιλιοστά νερού. Αυτό είναι πάρα πολύ μεγάλος όγκος και θα σήμαινε ότι σε μία επιφάνεια ενός τετραγωνικού μέτρου ρίχνουμε 22 λίτρα νερό και περιμένουμε μέσα σε 10 λεπτά να απορροφηθούν ή ότι ρίχνουμε 22 τόνους νερού σε ένα στρέμμα και να θέλουμε ο χώρος αυτός να απορροφήσει αυτό το νερό», ανέφερε ο κ. Καρακώστας, υπενθυμίζοντας ότι «είχαμε παρόμοιες καταιγίδες και τις προηγούμενες μέρες το έδαφος ήταν κορεσμένο». Σχετικά με τα χαρακτηριστικά του επεισοδίου διευκρίνισε πως επρόκειτο για «πολυκυτταρική καταιγίδα», αποτελούμενη από πολλούς πυρήνες. «Το κύριο κύτταρο ακολουθούσαν άλλα και αυτό είχε σαν αποτέλεσμα την αύξηση της χρονικής διάρκειας του επεισοδίου, γιατί συνήθως από ένα κύτταρο διαρκεί γύρω στα 20λεπτά η καταιγίδα», εξήγησε. Όσο για τη χαλαζόπτωση τη χαρακτήρισε επίσης έντονη. «Το μέγεθος των χαλαζόκοκκων ήταν από στραγάλι έως και πολύ μεγαλύτερο. Οι μεγαλύτεροι χαλαζόκοκκοι έδειχναν να έχουν ακανόνιστο σχήμα και όχι λείο που σημαίνει ότι η καταιγίδα ήταν πάρα πολύ έντονη. Η χαλαζόπτωση διαρκεί 5-8 λεπτά, η χθεσινή είχε διάρκειες μεγαλύτερες σε αριθμό και φάνηκε να διαρκεί μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, λόγω του ότι είχαμε τα πολλά κύτταρα», πρόσθεσε ο καθηγητής. Σημείωσε, δε, πως ήδη από τις 3 Μαΐου αναμενόταν αυτών των χαρακτηριστικών η αστάθεια, καθώς «υπήρχε οικογένεια υφέσεων, πολλά συστήματα χαμηλών πιέσεων που δημιουργούσαν την αναταραχή και συνθήκες κατάλληλες για τη δημιουργία χαλαζοκαταιγίδων». «Σαν μετεωρολόγοι», συνέχισε, «τέτοιες καταιγίδες δεν είναι πρωτόγνωρες για εμάς, βεβαίως οπωσδήποτε είναι πολύ έντονες», αλλά, «ένας επιχειρησιακός μετεωρολόγος πηγαίνει κάτω από τις καταιγίδες, για να πάρει τις κατάλληλες μετρήσεις, οι μετεωρολόγοι του Εθνικού Προγράμματος Χαλαζικής Προστασίας ζούμε με αυτές τις καταιγίδες». Σε ό,τι αφορά τον όγκο του νερού ο καθηγητής παρατήρησε πως «δεν είναι ρεκόρ το νερό, έχουμε περιπτώσεις τα προηγούμενα χρόνια που είχαμε πάλι τέτοιες καταστάσεις», εξηγώντας πως «η βροχόπτωση δεν είναι το αίτιο για την πλημμύρα, είναι η αφορμή, το αίτιο είναι κάτι άλλο». Ως χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτού ανέφερε τις μετρήσεις, που κατέγραψε ο σταθμός Ελευσίνας κοντά στη Μάνδρα, κατά το τριήμερο των φονικών πλημμυρών: «Στη Μάνδρα έπεσαν συνολικά 73 χιλιοστά τις τρεις μέρες, το τριήμερο 15-16-17 Νοεμβρίου». «Πολύς κόσμος λέει πολλά πράγματα, τα οποία δεν είναι σωστά, άνθρωποι σε υπεύθυνες θέσεις λένε πράγματα που λόγω αντικειμένου δεν γνωρίζουν. Παρόμοιες καταστάσεις είχαμε, η ιδιομορφία ήταν ότι ήταν ακριβώς πάνω μας το επεισόδιο και είδαμε όλες τις συνέπειες, αυτό είναι το χαρακτηριστικό της περίπτωσης αυτής», επεσήμανε ο κ. Καρακώστας. Φαίνεται πάντως ότι η αστάθεια εκτονώνεται, χωρίς να μπορεί να αποκλειστεί μία μικρότερης έντασης καταιγίδα στη Θεσσαλονίκη τη νύχτα. Είναι γεγονός, όμως, ότι ο φετινός Απρίλιος «μπέρδεψε» τους κατοίκους της Θεσσαλονίκης, που καλωσόρισαν το καλοκαίρι νωρίτερα. Το επιβεβαιώνουν, άλλωστε, και τα στοιχεία, σύμφωνα με τα οποία ήταν ένας ιδιαίτερα ξηρός μήνας, με τη μέση θερμοκρασία κατά 2,5 βαθμούς υψηλότερη από το κανονικό για την εποχή.