Σε μια από τις πιο κρίσιμες φάσεις της βρίσκεται η υπόθεση απόκτησης των πρώτων δύο μεταχειρισμένων φρεγατών τύπου FREMM από την Ιταλία, με το Πολεμικό Ναυτικό της χώρας μας να ξεκινά αυτοψία και επιθεώρηση των συγκεκριμένων πλοίων, προκειμένου να διαπιστωθεί η επιχειρησιακή τους κατάσταση, πριν προχωρήσουν οι οριστικές αποφάσεις για την αγορά τους.

Η ελληνική ομάδα ειδικών έχει ήδη αιτηθεί από το ιταλικό Πολεμικό Ναυτικό (Marina Militare) να πραγματοποιηθεί τεχνικός έλεγχος πρώτα στη φρεγάτα «Carlo Bergamini» και στη συνέχεια στη «Virginio Fasan». Οι δύο αυτές φρεγάτες είναι υποψήφιες προς παραχώρηση από την Ιταλία στην Ελλάδα και η επιθεώρησή τους αποτελεί βασική προϋπόθεση ώστε να προχωρήσει η συμφωνία.

Η εξέταση των συγκεκριμένων σκαριών έχει στόχο να δώσει μια ξεκάθαρη εικόνα για την κατάστασή τους: από τα ηλεκτρονικά συστήματα και τα όπλα, μέχρι τη γενική φθορά και το επίπεδο συντήρησης που έχει γίνει. Οι αρμόδιοι αξιωματικοί του Στόλου θέλουν να βεβαιωθούν ότι τα πλοία που προτείνονται ανταποκρίνονται όντως στις ανάγκες του Πολεμικού Ναυτικού και πως η επένδυση που θα γίνει θα έχει ουσιαστικό αντίκρισμα.

Σε επιχειρησιακό επίπεδο, ένα από τα σενάρια που εξετάζονται είναι η φρεγάτα «Carlo Bergamini» να καταπλεύσει στη ναυτική βάση της Σούδας στην Κρήτη, στο πλαίσιο μιας προγραμματισμένης αποστολής της στη Μεσόγειο, ώστε να διευκολυνθεί η επιτόπια επιθεώρηση. Εναλλακτικά, η ελληνική αποστολή θα ταξιδέψει στην Ιταλία, είτε σε κάποιο λιμάνι είτε στον ναύσταθμο του ιταλικού Ναυτικού, για να πραγματοποιήσει τους ελέγχους.

Όπως σημειώνουν πηγές από το υπουργείο Εθνικής Άμυνας, η επιμονή της χώρας μας σε τέτοιου είδους αυτοψίες δείχνει και τον βαθμό σοβαρότητας με τον οποίο αντιμετωπίζεται το ζήτημα, κάτι που δεν συνέβαινε πάντα κατά το παρελθόν. Το Πολεμικό Ναυτικό δεν επιθυμεί να αγοράσει πλοία «στα τυφλά», αλλά ζητά ξεκάθαρα τεχνικά δεδομένα, δεσμεύσεις και διαφάνεια από την ιταλική πλευρά, ώστε να μην υπάρξουν δυσάρεστες εκπλήξεις μετά την παραλαβή.

Να σημειωθεί ότι τα δύο πλοία που εξετάζονται έχουν εντελώς διαφορετικό προσανατολισμό. Η «Carlo Bergamini» είναι φρεγάτα γενικών καθηκόντων (GP) και διαθέτει πυροβόλο OTO Melara των 127 χιλιοστών, σύστημα κάθετης εκτόξευσης πυραύλων τύπου Sylver A50 με 16 κελιά για πυραύλους Aster 30, σύγχρονο ραντάρ KRONOS Grand Naval και σόναρ γάστρας. Έχει επίσης την πρόβλεψη για να αποκτήσει στο μέλλον και συρόμενο σόναρ, κάτι που αυξάνει τις επιχειρησιακές της δυνατότητες.

Από την άλλη, η «Virginio Fasan» έχει σχεδιαστεί για ανθυποβρυχιακές αποστολές (τύπου ASW). Είναι εξοπλισμένη με το σύστημα CAPTAS-4, που θεωρείται εξαιρετικά αποτελεσματικό στην υποβρύχια επιτήρηση και δράση. Επιπλέον, φέρει δύο πυροβόλα OTO 76/62 χιλιοστών STRALES, σόναρ γάστρας, ηλεκτρονικά αντίμετρα και χώρους για τη μεταφορά και επιχειρησιακή χρήση δύο ελικοπτέρων τύπου NH90 ή MH-60R.

Η συμφωνία με την Ιταλία, εφόσον ολοκληρωθεί, δεν θα έχει όμως μόνο επιχειρησιακή σημασία, αλλά και ευρύτερο γεωπολιτικό βάθος. Η Ελλάδα και η Ιταλία έχουν κοινά συμφέροντα σε κρίσιμες θαλάσσιες ζώνες, όπως η Ανατολική Μεσόγειος, το νότιο Ιόνιο και η Λιβύη, και η συνεργασία τους στον ναυτικό τομέα μπορεί να δώσει νέα δυναμική σε στρατηγικές σχέσεις, σε επίπεδο ΝΑΤΟ και Ε.Ε.

Παράλληλα, η ιταλική εταιρεία ναυπηγήσεων Fincantieri, που έχει κατασκευάσει τις FREMM, βλέπει στη συμφωνία αυτή την απαρχή μιας μακρόχρονης συνεργασίας με την Ελλάδα. Δεν αποκλείεται μάλιστα στο μέλλον να εμπλακεί και σε άλλα ευρωπαϊκά προγράμματα με ελληνική συμμετοχή, όπως η νέα κοινή ευρωπαϊκή κορβέτα EPC.

Η συμφωνία πάντως δεν αφορά μόνο τις δύο φρεγάτες που επιθεωρούνται τώρα. Υπάρχει option για την απόκτηση ακόμη δύο μέσα στην επόμενη δεκαετία, κάτι που σημαίνει ότι μέχρι το 2035 η Ελλάδα θα μπορούσε να διαθέτει τέσσερις FREMM, οι οποίες μαζί με τις υπό ναυπήγηση γαλλικές Belharra και τις εκσυγχρονισμένες φρεγάτες τύπου MEKO που έχουμε εδώ και χρόνια, θα συγκροτούν έναν σύγχρονο στόλο 12 κύριων μονάδων επιφανείας.

Το κόστος της συμφωνίας είναι ένας ακόμα παράγοντας που εξετάζεται με προσοχή. Για τις δύο πρώτες φρεγάτες, το συνολικό ποσό (χωρίς οπλισμό) εκτιμάται στα 480 εκατομμύρια ευρώ. Ωστόσο, για να είναι επιχειρησιακά έτοιμες, θα απαιτηθούν τουλάχιστον ακόμη 200 εκατομμύρια ευρώ για την αγορά όπλων, την εκπαίδευση των πληρωμάτων και την τεχνική υποστήριξη. Υπάρχει σκέψη να χρησιμοποιηθούν ελληνικά βλήματα Exocet, αντί για τα ιταλικά Teseo, ενώ εξετάζεται και η προσθήκη συστημάτων Phalanx ή RAM για καλύτερη άμυνα σε κοντινές αποστάσεις.