Ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας, σε άρθρο του που δημοσιεύεται σήμερα στη γερμανική εφημερίδα Handelsblatt, επισημαίνει -μεταξύ άλλων- ότι, από τους πόρους του προγράμματος Next Generation EU, το 30% θα διοχετευθεί σε δράσεις κατά της κλιματικής αλλαγής, επιπλέον των πόρων που διατίθενται στο πλαίσιο της πολιτικής συνοχής της ΕΕ. Επίσης, σημειώνει πως για την επίτευξη των ευρωπαϊκών στόχων για το κλίμα και την ενέργεια θα απαιτηθούν περίπου 330 δισ. ευρώ ετησίως έως το 2030.

Όπως αναφέρει ο κ. Στουρνάρας, καθώς η παγκόσμια οικονομία και κοινωνία ανακάμπτουν από την πανδημία, μπορούν να εφαρμοστούν κλιματικές πολιτικές για την επίτευξη μηδενικών, καθαρών, εκπομπών άνθρακα, την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή και τη δημιουργία ανθεκτικών υποδομών, με τρόπο που θα στηρίζει την οικονομική μεγέθυνση και την απασχόληση και θα περιορίζει τις εισοδηματικές ανισότητες. Κατά τα προσεχή έτη, θα πραγματοποιηθούν τεράστιες επενδύσεις, προκειμένου η παγκόσμια οικονομία να ανακάμψει από τις επιπτώσεις της πανδημίας COVID-19.

Σύμφωνα με όσα αναμεταδίδει το Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος προσθέτει ότι, η ενθάρρυνση της πράσινης χρηματοδότησης είναι ένας ιδιαίτερα αποτελεσματικός τρόπος για την ενίσχυση της χρηματοπιστωτικής ενοποίησης (δηλαδή της ενοποίησης των χρηματοπιστωτικών αγορών), καθώς η μετάβαση σε μια οικονομία ουδέτερη ως προς τον άνθρακα θα απαιτήσει επαρκή χρηματοδότηση.

Επιπλέον, υποστηρίζει ότι η ενίσχυση της Ένωσης Κεφαλαιαγορών είναι απαραίτητη για την ολοκλήρωση της ευρωπαϊκής Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης, διότι «θα μειώσει τον κατακερματισμό των αγορών και θα ενθαρρύνει τη διαφοροποίηση των χρηματοοικονομικών πόρων».

Στο πλαίσιο αυτό, η δημιουργία μιας Πράσινης Ένωσης Κεφαλαιαγορών μπορεί να στηρίξει τη μετάβαση στην Ένωση Κεφαλαιαγορών, αυξάνοντας το βάθος και τη διαφοροποίηση των διαθέσιμων χρηματοοικονομικών εργαλείων, ενισχύοντας παράλληλα τη δυνατότητα επιμερισμού κινδύνων στο χρηματοπιστωτικό σύστημα της ΕΕ.

Οι πράσινες κεφαλαιαγορές είναι δυναμικές και παρουσιάζουν σχετικά υψηλό βαθμό ενοποίησης σε ευρωπαϊκό επίπεδο.