Τον τρόπο με τον οποίο θα συμβάλει το Εγγυητικό Κεφάλαιο Ζωής στην περίπτωση ανάκλησης της άδειας λειτουργίας ασφαλιστικών επιχειρήσεων εξήγησε η επικεφαλής νομικής υπηρεσίας και διεθνών σχέσεων της Ένωσης Ασφαλιστικών Εταιρειών Ελλάδος κυρία Ε. Βαρουχάκη σήμερα το απόγεμα σε επιστημονική διημερίδα με θέμα: «Αποζημίωση από τροχαία ατυχήματα – Ιδιωτική Ασφάλιση – Δικονομία Αυτοκινητικών Διαφορών».

Όπως είπε το Εγγυητικό Κεφάλαιο Ζωής, παρεμβαίνει με διττό τρόπο σε περίπτωση που ασφαλιστική επιχείρηση κλάδου ζωής κηρύσσεται σε πτώχευση ή ανακαλείται η άδεια λειτουργία της για παράβαση νόμου.

Το υπό σύσταση Εγγυητικό Κεφάλαιο Ζωής το οποίο είναι ν.π.ι.δ. και τελεί υπό την εποπτεία της ΤτΕ υπεισέρχεται αυτοδικαίως στο σύνολο των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων της ασφαλιστικής εταιρίας που πηγάζουν από συμβάσεις ασφάλισης ζωής και με την ιδιότητα αυτή, «του ειδικού εκκαθαριστή» προσπαθεί να μεταβιβάσει το σύνολο ή μέρος του χαρτοφυλακίου ζωής της υπό εκκαθάριση εταιρίας σε άλλη ή άλλες ασφαλιστικές εταιρίες και εάν τούτο καταστεί ανέφικτο τότε προχωρεί στην καταγγελία και λύση των συμβάσεων ασφαλίσεων και στην καταβολή συγκεκριμένης χρηματικής αποζημίωσης έναντι εκκρεμών ζημιών και πληρωτέων παροχών.

Η αποζημίωση αυτή θα είναι το 100% της ασφαλιστικής απαίτησης, χωρίς να μπορεί να υπερβεί τις 30.000 ευρώ ανά δικαιούχο ασφάλισης ζωής για τις παροχές στη λήξη ή στις εξαγορές και τις 60.000 ευρώ στις περιπτώσεις θανάτου και μόνιμης ολικής αναπηρίας. Οι αποζημιώσεις αυτές δεν καταβάλλονται στα πρόσωπα τα οποία, αν και ασφαλιζόμενα, θεωρούνται ως εν δυνάμει συμμετέχοντα στη κακή διαχείριση που προκάλεσε την πτώχευση ή την ανάκληση της άδειας λειτουργίας της υπό εκκαθάριση ασφαλιστικής επιχείρησης.

Η διαδικασία μεταβίβασης του χαρτοφυλακίου υπακούει σε συγκεκριμένους κανόνες χρονικούς και ποιοτικούς καθοριζόμενους από τον ίδιο νόμο. Όσον αφορά στο ρόλο του Εγγυητικού Κεφαλαίου Ζωής ως εκκαθαριστού, οι αρμοδιότητες του προσομοιάζουν στις αρμοδιότητες του Επικουρικού Κεφαλαίου Αυτοκινήτων.

Μοναδικοί πόροι χρηματοδότησης του Εγγυητικού Κεφαλαίου είναι οι ασφαλιστικές εταιρίες και οι ασφαλιζόμενοι πελάτες αυτών, οι οποίοι συμμετέχουν κατά 50% έκαστος στην καταβολή εισφοράς που υπολογίζεται επί των ετήσιων ακαθάριστων καταχωρημένων ασφαλίστρων κλάδου ζωής.

Το ύψος της εισφοράς αυτής καθορίζεται με απόφαση της ΤτΕ και μπορεί να φθάσει μέχρι το 1,5% της ετήσιας παραγωγής ασφαλίστρων. Για να αντιληφθεί κανείς το υπερβολικό ύψος αυτού του ποσοστού (του 1,5%) αρκεί να αναφερθεί ότι η Λευκή Βίβλος της Επιτροπής Ευρ. Ένωσης για τα Εγγυητικά Ταμεία Ασφάλισης (η οποία βρίσκεται αυτή την περίοδο και μέχρι το τέλος Νοεμβρίου τρέχοντος έτους σε διαδικασία δημόσιας διαβούλευσης) εισηγείται ως ποσοστό για τις ετήσιες εισφορές το 0,12%, έτσι ώστε να δημιουργηθεί το αναγκαίο ποσοστό του 1,2% στην περίοδο μιας δεκαετίας.

Η επιβάρυνση ενός ασφαλιστηρίου ζωής με ετήσια εισφορά ύψους 1,5% δημιουργεί σοβαρότατο αντικίνητρο, ιδιαίτερα στις περιπτώσεις επενδυτικών προγραμμάτων με εφάπαξ καταβολή ασφαλίστρων συγκρινόμενων με τις μη επιβαρυνόμενες αντίστοιχες τραπεζικές καταθέσεις ή την αγορά μεριδίων αμοιβαίων κεφαλαίων.

Τα όργανα διοίκησης και διαχείρισης του Εγγυητικού Κεφαλαίου Ζωής είναι η Συνέλευση των Μελών και η 5μελής Διαχειριστική Επιτροπή αντίστοιχα. Ο Πρόεδρος της Διαχειριστικής Επιτροπής του Εγγυητικού Κεφαλαίου ορίζεται από την ΤτΕ, ενώ τα λοιπά τέσσερα μέλη εκλέγονται από τη Συνέλευση των Μελών. Λύση του Εγγυητικού Κεφαλαίου Ζωής είναι δυνατή μόνο με νόμο, ο οποίος θα καθορίσει τα της εκκαθάρισης και διανομής της περιουσίας αυτού.