Οι υπουργοί Οικονομικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα επιχειρήσουν να συμφωνήσουν αύριο σε κοινούς κανόνες σχετικά με το ποιοι θα πληρώνουν για την εξυγίανση ή εκκαθάριση προβληματικών ευρωπαϊκών τραπεζών, μετά την αποτυχία τους να αποφασίσουν την περασμένη εβδομάδα.
 
Οι διαφωνίες για το πώς θα διαμορφωθεί η ευρωπαϊκή τραπεζική ένωση επιδεινώνουν τα προβλήματα των τραπεζών της περιοχής, καθώς προκαλούν αβεβαιότητα, την ώρα που η υποχώρηση των αγορών διεθνώς αυξάνει το κόστος χρηματοδότησής τους.

«Ανησυχούμε για την πρόοδο των διαπραγματεύσεων, επειδή πάντα λέμε ότι η τραπεζική ένωση αποτελεί προτεραιότητα, εάν θέλουμε να αποκατασταθεί η ομαλή λειτουργία της ευρωπαϊκής χρηματοπιστωτικής αγοράς», δήλωσε στο Ρόιτερς ο γενικός διευθυντής της Ένωσης Ιταλικών Τραπεζών Τζιοβάνι Σαμπατίνι.

«Η ποιότητα του ενεργητικού των ιταλικών τραπεζών αμφισβητείται, επειδή δεν υπάρχουν εναρμονισμένοι κανόνες. Αυτό έχει υψηλό κόστος για εμάς και αυτός είναι ο λόγος που θεωρούμε ότι όλα τα στοιχεία του ενιαίου συστήματος εποπτείας αποτελούν στόχο που πρέπει να επιτευχθεί το συντομότερο δυνατό», πρόσθεσε ο κ. Σαμπατίνι.

Η αποτυχία συμφωνίας για το bail in (τη συμμετοχή από μέσα στη διάσωση των τραπεζών), σε συνδυασμό με τις ανησυχίες για τα σχέδια της Ομοσπονδιακής Κεντρικής Τράπεζας των ΗΠΑ (Fed) να μειώσει τα μέτρα στήριξης της αμερικανικής οικονομίας, οδήγησαν τις τιμές των τραπεζικών μετοχών σε χαμηλότερα επίπεδα και το κόστος χρηματοδότησης υψηλότερα.

Η διαφωνία στο Ecofin της περασμένης εβδομάδας, κυρίως μεταξύ της Γαλλίας και της Γερμανίας, εστιάσθηκε σε μεγάλο βαθμό στο πόση διακριτική ευχέρεια πρέπει να δοθεί στις εθνικές αρχές κατά την επιβολή ζημιών στους μετόχους ή τους μεγάλους καταθέτες των τραπεζών.

Υπάρχει γενικά συμφωνία μεταξύ των υπουργών Οικονομικών της ΕΕ ότι οι ζημιές των προβληματικών τραπεζών θα επιβάλλονται πρώτα στους μετόχους και τους κατόχους ομολόγων και στη συνέχεια στους καταθέτες ποσών άνω των 100.000 ευρώ, ενώ οι μικρότεροι καταθέτες θα προστατεύονται.