Την ανάγκη εθνικής στρατηγικής και τη δημιουργία θεσμικού πλαισίου με στόχο την ανάπτυξη ανέδειξε χθες σε ομιλία του στο πλαίσιο του 15ου συνεδρίου Economist ο κ. Νάσος Ζαρκαλής, Πρόεδρος & Διευθύνων Σύμβουλος της WIND Ελλάς.

Αναφερόμενος στο θέμα του συνεδρίου «In the aftermath of the global economic crisis: what next?», ο κ. Ζαρκαλής επεσήμανε ότι πρέπει «να μάθουμε από τις επιτυχίες μας, αντί να προσπαθούμε πάντα να μάθουμε από τις αποτυχίες μας» παρουσιάζοντας στους παρευρισκόμενους τους λόγους για τους οποίους πέτυχε η κινητή τηλεφωνία στην Ελλάδα:

«Η κινητή από το ’92 που ξεκίνησε στην Ελλάδα μέχρι το 2007, επί 15 χρόνια ήταν ένα οικονομικό θαύμα. Πήγε στα 4,5 δις ευρώ τζίρο, πραγματοποίησε τεράστιες επενδύσεις στη χώρα – πάνω από 6 δις ευρώ, συνεισφέρει περίπου δυο δις ευρώ το χρόνο στο κρατικό προϋπολογισμό με φόρους και εισφορές, απασχολεί πάνω από 8.000 ανθρώπους απευθείας και πάνω από 80.000 εργαζόμενους στην Ελλάδα εμμέσως. Έχει επίσης ένα σημαντικό ποιοτικό χαρακτηριστικό: ενώ συνήθως στην Ελλάδα σ’ όποιον κλάδο δουλεύεις είσαι μαθημένος να είσαι 5, 10, 15 χρόνια πίσω από την υπόλοιπη Ευρώπη, στην κινητή τηλεφωνία είμασταν στην πρωτοκαθεδρία της Ευρώπης.
Γιατί πήγε τόσο καλά αυτός ο κλάδος; Υπήρχαν δυο βασικές αποφάσεις οι οποίες ληφθήκανε πολύ νωρίς. Δόθηκαν μόνο δύο άδειες λειτουργίας, ώστε να δημιουργηθούν δύο στιβαροί παίκτες στη νέα αγορά και δεν επετράπη στο κρατικό μονοπώλιο στην σταθερή τηλεφωνία να μπει στην αγορά, καθώς κάτι τέτοιο απλώς θα μετέφερε τα δεδομένα της σταθερής και στην κινητή. Οι αποφάσεις αυτές προσέλκυσαν στη χώρα μας σημαντικούς τηλεπικοινωνιακούς οργανισμούς που επένδυσαν στην ανάπτυξη της κινητής τηλεφωνίας. Άρα είχαμε μια σωστή βιομηχανική πολιτική, αποκλεισμός του δημοσίου ως επιχειρηματία και προσέλκυση ξένων επενδυτών».

Σύμφωνα με τον κ. Ζαρκαλή, η σταθερή τηλεφωνία δε μπόρεσε να ακολουθήσει το δρόμο της κινητής καθώς απευλευθερώθηκε με άναρχο και αδόμητο τρόπο. Ωστόσο, όπως τόνισε, τα τελευταία χρόνια τα δεδομένα είναι ιδιαίτερα αρνητικά και για την κινητή τηλεφωνία, τόσο σε οικονομικό όσο και σε θεσμικό επίπεδο:

«Στην Ελλάδα, επειδή έχουμε μια απέχθεια για την επιτυχία, κάνουμε συντονισμένες προσπάθειες, όχι να προοδεύσει η σταθερή τηλεφωνία, αλλά να χειροτερεύσει η κινητή και το έχουμε καταφέρει, γιατί ο κλάδος κινητής τηλεφωνίας τα 3 τελευταία χρόνια έχει χάσει το 40% της κερδοφορίας του, έχει αρχίσει να συρρικνώνεται σε επίπεδο προσωπικού, σε επίπεδο καταστημάτων και το χειρότερο, σε επίπεδο επενδύσεων. Και έτσι, εκεί που ήμασταν ακριβώς στο επίπεδο της Δυτικής Ευρώπης, αν όχι πιο πάνω, αρχίζουμε να αναπτύσσουμε ένα χάσμα και στην κινητή σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη σ’ αυτό που λέμε κινητή ευρυζωνικότητα».

Ο πρόεδρος & Διευθύνων Σύμβουλος της WIND Ελλάς αναφέρθηκε και στην επικείμενη ανανέωση των αδειών κινητής τηλεφωνίας στο φάσμα 900 GSM, ως ένα ακόμη παράδειγμα αρνητικής για τον κλάδο κρατικής πολιτικής, ως προς την διαδικασία αλλά και το προτεινόμενο τίμημα:

“Έχουμε βέβαια και το τελευταίο παράδειγμα, το πιο πρόσφατο: οι αρχικές άδειες κινητής τηλεφωνίας που δοθήκαν το ’92 λήγουν το 2012 και ενώ σε όλη την υπόλοιπη Ευρώπη οι υφιστάμενες άδειες απλώς ανανεώνονται με ένα τίμημα, μιας και κανείς δεν υποστηρίζει ότι δεν πληρώσουν οι εταιρείες, στην Ελλάδα αρχίζουμε και συζητάμε για το ενδεχόμενο να κάνουμε δημοπρασία. Άρα τι να γίνει;

Εταιρείες που είναι 20 χρόνια στο χώρο, που έχουν επενδύσει, που έχουν χιλιάδες εργαζόμενους και εκατομμύρια καταναλωτές, να κινδυνεύουν να βρεθούν χωρίς άδεια λειτουργίας. Και νομίζω όλοι καταλαβαίνουμε τι μηνύματα στέλνει αυτό στη διεθνή επενδυτική κοινότητα. Και δεν είναι μόνο η ενδεχόμενη διαδικασία της δημοπρασίας, αλλά έχει μπει και ένα τίμημα στον κρατικό προϋπολογισμό για το 2011 το οποίο ανέρχεται στο αστρονομικό ποσό των 270 εκατομμυρίων ευρώ, που αν ισχύσει, θα κάνει τις άδειες κινητής τηλεφωνίας στην Ελλάδα τις ακριβότερες σ’ όλη την Ευρώπη».

Κλείνοντας την ομιλία του, ο Νάσος Ζαρκαλής μίλησε για τις επενδύσεις που χρειάζεται η ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας σημειώνοντας ότι τα επενδυτικά κεφάλαια δε θα έρθουν και δεν πρέπει να έρθουν από το κράτος, ο ρόλος του οποίου πρέπει να επικεντρωθεί στη δημιουργία αναπτυξιακών προϋποθέσεων.