Νέος γύρος ανατιμήσεων ξεκίνησε στις τιμές ακινήτων το 2025, συνεχίζοντας αδιάκοπα την αυξητική πορεία που καταγράφεται την τελευταία επταετία. Μεγάλο ρόλο στην επιτάχυνση της ανοδικής τάσης έπαιξαν και τα προγράμματα όπως το «Σπίτι μου ΙΙ», τα οποία ενίσχυσαν σημαντικά τη ζήτηση, χωρίς όμως να αντιμετωπίζουν την κύρια παθογένεια της αγοράς: τη χαμηλή προσφορά διαθέσιμων κατοικιών. Έτσι, σε ένα ήδη περιορισμένο απόθεμα, η εισροή νέων αγοραστών λειτούργησε ως επιπλέον μοχλός αύξησης των τιμών.

Το στεγαστικό πρόβλημα στη χώρα καθίσταται όλο και πιο έντονο, ιδιαίτερα για τα χαμηλότερα και μεσαία εισοδηματικά στρώματα, τα οποία αδυνατούν να ανταποκριθούν στις αυξανόμενες απαιτήσεις της αγοράς. Πολλοί αναγκάζονται να στραφούν στην ενοικίαση, όμως και εκεί η εικόνα είναι ασφυκτική. Η επέκταση των βραχυχρόνιων μισθώσεων τύπου Airbnb έχει περιορίσει περαιτέρω τη διαθεσιμότητα κατοικιών προς μακροχρόνια ενοικίαση, ανεβάζοντας τις τιμές ακόμη και για ακίνητα που μέχρι πρόσφατα θεωρούνταν «δεύτερης γραμμής».

Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, το πρώτο τρίμηνο του 2025 οι τιμές των διαμερισμάτων αυξήθηκαν κατά μέσο όρο κατά 6,8% σε σύγκριση με την ίδια περίοδο του προηγούμενου έτους. Η αύξηση για τα νέα διαμερίσματα (ηλικίας έως 5 ετών) διαμορφώθηκε στο 8%, ενώ για τα παλαιότερα (άνω των 5 ετών) στο 6%. Η διαφορά αυτή αντανακλά και τη σταθερή προτίμηση των αγοραστών σε νεότερα ακίνητα, παρότι και τα παλαιά ακολουθούν πλέον σε ρυθμούς ανατίμησης, εξαιτίας της έλλειψης επιλογών.

Η άνοδος ανά περιοχή

ακίνητα Αττική

Σε επίπεδο γεωγραφικής κατανομής, η άνοδος ήταν 5,5% στην Αθήνα, 10% στη Θεσσαλονίκη, 7,3% στις υπόλοιπες μεγάλες πόλεις και 8% στην υπόλοιπη χώρα. Τα αντίστοιχα αναθεωρημένα ποσοστά για το σύνολο του 2024 ήταν 8,4% για την Αθήνα, 11,4% για τη Θεσσαλονίκη, 7,4% για τις μεγάλες πόλεις και 10,7% για τις λοιπές περιοχές. Η επιτάχυνση των τιμών εκτός πρωτευουσών υποδηλώνει τη γενικευμένη πίεση στην αγορά κατοικίας, που πλέον δεν περιορίζεται στα αστικά κέντρα.

Για το σύνολο του 2024, οι τιμές των διαμερισμάτων αυξήθηκαν με μέσο ετήσιο ρυθμό 8,9%, έναντι 13,9% το 2023, σύμφωνα με τα αναθεωρημένα στοιχεία. Πιο αναλυτικά, ο μέσος ετήσιος ρυθμός αύξησης των νέων διαμερισμάτων για το 2024 διαμορφώθηκε στο 10,2%, ενώ για τα παλαιά στο 8,1%. Το 2023, οι αντίστοιχοι ρυθμοί ήταν 12,9% και 14,5%, δείχνοντας μια σχετική επιβράδυνση, αλλά όχι ανατροπή της τάσης.

Συνολικά, για τις αστικές περιοχές της χώρας, το πρώτο τρίμηνο του 2025 οι τιμές των διαμερισμάτων ήταν αυξημένες κατά 6,2% σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2024, ενώ για το 2024 η ετήσια αύξηση ήταν 8,6%. Παρά τις κατά τόπους αποκλίσεις, η εικόνα παραμένει σταθερά ανοδική. Τα δεδομένα αυτά επιβεβαιώνουν ότι η παρέμβαση στη ζήτηση, χωρίς παράλληλη ενεργοποίηση πολιτικών για αύξηση της οικοδομικής δραστηριότητας και της διαθεσιμότητας ακινήτων, δεν επιλύει το πρόβλημα — το μετατοπίζει απλώς σε νέες κατηγορίες πληθυσμού και συντηρεί έναν φαύλο κύκλο ακρίβειας.