Νέες γενετικές αναλύσεις ανατρέπουν όσα πίστευαν έως σήμερα οι περισσότεροι επιστήμονες για την προέλευση των εξημερωμένων αλόγων, τα οποία, σύμφωνα με τα νέα δεδομένα πιθανότατα δεν προέρχονται από την Ανατολία (σημερινή Τουρκία), αλλά εισήχθησαν στην περιοχή αυτή και στον Καύκασο από την ευρασιατική στέπα περίπου το 2000 π.Χ., στη διάρκεια της Εποχής του Χαλκού.

Η διεθνής ερευνητική ομάδα, με επικεφαλής τη δρα Σίλβια Γκιμαράες του Ινστιτούτου Ζακ Μονό του Παρισιού, η οποία έκανε τη δημοσίευση στο περιοδικό «Science Advances», ανέλυσε γενετικά απομεινάρια αρχαίων αλόγων που χρονολογούνται μέχρι το 9000 π.Χ. Συγκεκριμένα, έκαναν μορφολογικές και παλαιογενετικές αναλύσεις (μιτοχονδριακού DNA, DNA χρωμοσώματος Υ και δεικτών DNA που σχετίζονται με το χρώμα του τριχώματος) σε περισσότερα από 100 ευρήματα αλόγων σε οκτώ τοποθεσίες στην κεντρική Ανατολία και έξι τοποθεσίες στον Καύκασο, καλύπτοντας μια περίοδο από την πρώιμη Νεολιθική εποχή (9000 π.Χ.) έως την Εποχή του Σιδήρου (500 π.Χ.).

Διαπιστώθηκε, σύμφωνα με το ΑΜΠΕ, ότι μια σειρά από μη τοπικά γενετικά χαρακτηριστικά, που υπάρχουν μέχρι σήμερα στα εξημερωμένα άλογα, εμφανίστηκαν ξαφνικά γύρω στο 2000 π.Χ., άρα εισήχθησαν από αλλού και δεν αναπτύχθηκαν σταδιακά σε βάθος χρόνου, όπως θα περίμενε κανείς αν αυτές οι αλλαγές είχαν εξελιχθεί επί τόπου στην Ανατολία. Οι στέπες γύρω από τη Μαύρη Θάλασσα θεωρούνται οι πιθανότερες περιοχές προέλευσης των εξημερωμένων αλόγων, σύμφωνα με τους ερευνητές.

Τα ευρήματα δείχνουν πως τα εισαγόμενα εξημερωμένα άλογα είχαν επιμιξίες με τα ντόπια άγρια άλογα της Ανατολίας, καθώς και τους γαϊδάρους. Η αρχαιότερη γενετική ένδειξη μουλαριού (διασταύρωσης αλόγου και γαϊδάρου) σε όλη τη νοτιοδυτική Ασία χρονολογείται μεταξύ του 1100 και του 800 π.Χ.

Η εξημέρωση των αλόγων στις στέπες της Ευρασίας εκτιμάται ότι έγινε πριν περίπου 5.500 χρόνια (γύρω στο 3500 π.Χ.) και αποτέλεσε ένα γεγονός που μεταμόρφωσε δραματικά τις μεταφορές, το εμπόριο, τον πόλεμο και τη μετανάστευση. Παρά πάντως τον επαναστατικό ρόλο τους στην ανθρώπινη ιστορία, παραμένει ακόμη ασαφές πόσες φορές και σε πόσα διαφορετικά μέρη της Γης, απομονωμένα μεταξύ τους, εξημερώθηκαν τα άλογα.