Ο Ντάρεν, 40 χρόνων, Αγγλος επιχειρηματίας από το Κάμντεν του Λονδίνου, έρχεται για τέταρτη συνεχή χρονιά στην Αθήνα. Το περίεργο δεν είναι ότι ακόμη ένας Αγγλος επισκέπτεται ξανά τη χώρα, αλλά το ότι ξεκινά τις διακοπές του από το μεγαλύτερο ροκ φεστιβάλ της Αθήνας.

«Δεν είναι τόσο τα ονόματα, το λεγόμενο line up – το φεστιβάλ είναι η έναρξη των καλοκαιρινών μου διακοπών» λέει. «Κάθε χρόνο ξεκινώ το οδοιπορικό μου στη χώρα σας από τη Μαλακάσα και συνήθως προμηθεύομαι το πακέτο εισιτηρίων που καλύπτει το σύνολο της εκδήλωσης» προσθέτει.

Τουρίστες που συνδυάζουν τις διακοπές τους με μια μουσική εκδήλωση από αυτές που σε άλλες χώρες συμβαίνουν πολλές φορές κάθε χρόνο (όλο το χρόνο) δεν θα βρεις πολλούς. Η Ελλάδα, τουριστικά, έχει συνδεθεί περισσότερο με τον Παρθενώνα και την Ακρόπολη, τη Μύκονο και τη Σαντορίνη, το μύθο των θεών και των ημίθεων… Οι «άλλοι» ημίθεοι του ροκ και της εγχώριας μουσικής σκηνής μπορεί, ιδιαίτερα τελευταία, να βρήκαν ένα νέο… Ολυμπο, το διψασμένο για συναυλίες ελληνικό κοινό, που γρήγορα όμως, στη μετα-ολυμπιακή Ελλάδα, ήδη τείνει να κορεστεί.

Από το σημείο της έλλειψης ηχηρών ονομάτων περάσαμε σύντομα στο άλλο άκρο, στην προσέλευση του κάθε πικραμένου. Η «Ελλαδίτσα» έγινε «ιν» όχι πια μόνο για συνταξιούχους ρόκερ αλλά και για νέα σχήματα, μερικά μάλιστα αρκετά έως πολύ εμπορικά, που βρήκαν στη χώρα μας ό,τι και ο Ντάρεν. Μόνο που ξεκινούν τις διακοπές τους κάθε χρόνο από άλλο σημείο συναυλιακού χώρου, ο ένας από την αρένα και οι άλλοι από τη σκηνή, συνδυάζοντας μεροκάματο και καλές διακοπές.

Στις βόρειες χώρες τα καλοκαιρινά φεστιβάλ είναι σταθερές αξίες. Μικρότερα ή μεγαλύτερα, ξεφυτρώνουν σε κάθε γωνιά της Ευρώπης, από τη Σουηδία, την Αγγλία, τη Δανία και την Ολλανδία ώς την Ισπανία, τη Γαλλία και τα Βαλκάνια. Για να μη μιλήσουμε για Ηνωμένες Πολιτείες, όπου τριήμερες ή τετραήμερες συναντήσεις σε όρη, λίμνες ή ακόμη και σε κρουαζιερόπλοια – όπως πενθήμερη κρουαζιέρα με σχήματα της εναλλακτικής ροκ στην Καραϊβική για μόλις 600 δολ. Το κοινό αυτό έχει βρει το μουσικό και όχι μόνο προορισμό του, συνδυάζοντας προσιτές διακοπές και θέαμα υψηλών προδιαγραφών που ακριβοπληρώνεται σε κάθε άλλη περίπτωση σε αίθουσες ή στάδια μεγαλουπόλεων.

Γίνεται όμως και στα Βαλκάνια. Ο Κώστας Πετρίδης, μουσικός παραγωγός και υπεύθυνος σύνταξης της ιστοσελίδας του διαδικτυακού ραδιοφωνικού σταθμού Rocka rolla, βρέθηκε ουκ ολίγες φορές βόρεια των συνόρων, στη Βουδαπέστη, στο Μπουργκάς της Βουλγαρίας, στο Νόβισαντ της Σερβίας. «Οι διοργανωτές είχαν φροντίσει για ένα ολόκληρο πακέτο μετάβασης, διαμονής και παρακολούθησης των συναυλιών, κινητοποιώντας ένα μικρό αλλά δραστήριο κύκλωμα ανθρώπων» συμπληρώνει.

«Μη φανταστείτε καμιά φοβερή δουλειά. Το ότι όμως σου βρίσκουν φτηνή και καλή διανυκτέρευση, κατευθύνοντάς σε σε ξενοδοχεία, διαμερίσματα ή πανσιόν πέρα από τα γνωστά και ακριβά της περιοχής, συγκαταλέγεται στα συν». Επισημαίνει επίσης: «Προσθέστε και το ότι και οι τοποθεσίες είναι πανέμορφες, ανάμεσα σε κάστρα, παλιά τείχη ή σε μικρά νησάκια, σύμβολα των πόλεων αυτών, και έχετε μια καλή εικόνα για ένα γεγονός που θυμούνται για καιρό, όσοι συμμετείχαν».

Για την ιστορία, το «πακέτο» στο Νόβισαντ, που περιλάμβανε μετάβαση από Θεσσαλονίκη, τέσσερις διανυκτερεύσεις σε δωμάτια δύο αστέρων, συν όλα τα εισιτήρια του φεστιβάλ, με ονόματα όπως οι Arcade Fire, Editors, Portishead, Jamiroquyai, Pulp, Grinderman κ.ά., κόστιζε 320 ευρώ. Για μια απόσταση 750 χλμ. και για την οποία η βενζίνη κοστίζει περίπου το ίδιο ποσό!

Ο Κώστας, λάτρης των συναυλιών, αναρωτιέται: «Γιατί να μη συμβαίνουν όλα αυτά και στην Ελλάδα όταν μάλιστα έχουμε το φυσικό περιβάλλον, με “δυνατούς” τουριστικούς προορισμούς, αλλά και τόπους που θα χρειάζονταν μια επιπλέον τουριστική ενίσχυση, που θα μπορούσε να προέρχεται από το χώρο του πολιτισμού; Γιατί να μη συνδυάζονται τα ελληνικά φεστιβάλ με διαμονή σε κοντινά ξενοδοχεία αλλά και με δραστηριότητες, ώστε να υπάρξουν πρόσθετα κίνητρα για το μουσικόφιλο επισκέπτη -και αυτά σε λογικές τιμές;» Γιατί άραγε…

Πριν από δυο χρόνια, όπως αναφέρεται σε δημοσίευμα της εφημερίδας «Σαββατιάτικη Ελευθεροτυπία», στέλεχος εταιρείας στην ερώτηση «αν θα μπορούσε η Ελλάδα να εκμεταλλευτεί το τουριστικό της προϊόν μέσα από μια παρατεταμένη συναυλιακή περίοδο» είχε πει πως δεν θα μπορούσε να συμφωνήσει περισσότερο. Γιατί να μη συνδυάζονται οι συναυλίες και τα ολοένα και περισσότερα φεστιβάλ στη χώρα με πακέτα διακοπών σε ξενοδοχεία ή κάμπινγκ, όπως γίνεται στην Ιμπιζα ή στο Μαϊάμι ή στη μονίμως βροχερή Αγγλία; Εχει άλλωστε δοκιμαστεί στη Σαμοθράκη και αλλού με επιτυχία και δεν υπάρχει λόγος να μην είναι μόνιμη πηγή τουριστικού συναλλάγματος, λειτουργώντας παράλληλα υπέρ της μουσικής κίνησης και ιδιαίτερα της τοπικής». Γιατί άραγε…

Για τον Γιώργο Ψωμόπουλο, βετεράνο στη διοργάνωση συναυλιών, «και μόνο το γεγονός του τουριστικού χαρακτήρα της χώρας και του υψηλού επιπέδου του τουριστικού της δυναμικού θα έπρεπε να δημιουργεί συνθήκες παραγωγής πολιτισμού -ιδιαίτερα από τη στιγμή που οι άνθρωποι γύρω από τις συναυλίες κατέχουν την τεχνογνωσία και ειδικά σε αυτόν τον τομέα η χώρα αναλογικά σχεδόν υπερτερεί». Για τον έμπειρο παραγωγό, «αν και έχουν γίνει δειλά, αλλά σημαντικά βήματα και υπάρχουν επιτυχημένα παραδείγματα του παρελθόντος, όπως το Νεστόριο στην Καστοριά ή ο Αρδας στην Ορεστιάδα, δυστυχώς ο δημοσιονομικός τρόμος και “η εποχή του Προκρούστη” που ζούμε λειτουργούν ενάντια σε ανάλογες προσπάθειες» λέει. «Οι δήμοι, που θα μπορούσαν να είναι πρωτοπόροι σε αυτήν την ανάπτυξη, τελευταία έχουν κάνει πίσω».

Από τη μια πλευρά χάνουμε από μια τουριστική «πίτα» από την οποία κερδίζουν άλλες χώρες. Και από την άλλη πλευρά, όπως σημειώνει ο Θόδωρος Βλαχάκης, ντράμερ των Magic De Spell, «την “πληρώνουν” όχι μόνον οι Ελληνες θεατές αλλά και οι νέοι μουσικοί, που δυσκολεύονται ακόμη περισσότερο να επιβιώσουν». Το ότι τα φεστιβάλ γίνονται ακόμη, παρά τις δυσκολίες, σε υψηλό επίπεδο είναι σημαντικό». Και στην τελική, το ότι κάποιοι γνωστοί ξένοι μουσικοί έχουν κάνει την Ελλάδα δεύτερό τους σπίτι (και κάποιοι ακόμη και… πρώτο) θα ήταν ίσως αρκετό για να κινητοποιήσει ένα ολόκληρο κομμάτι της κοινωνίας. Ακόμη και -ή μάλλον ιδιαίτερα- εν μέσω κρίσης.