Ο Κώστας Μητσάκης ολοκληρώνει το ταξίδι του στη Μαύρη Ήπειρο, έχοντας τη διασχίσει απ’ άκρο σε άκρο.

Διαβάστε την ανταπόκρισή του από το πέρασμα στη Ζιμπάμπουε, τους Καταρράκτες της Βικτωρίας και από εκεί στη Νότια Αφρική, αποκλειστικά στο newsbeast.gr.

«”Εικόνες τόσο υπέροχες, τις οποίες πρέπει να θαυμάζουν και οι άγγελοι καθώς πετούν”. Με σαφώς ποιητική διάθεση, ο άγγλος εξερευνητής David Livingstone κατέγραφε εκστασιασμένος στο προσωπικό του ημερολόγιο την ανακάλυψη των καταρρακτών του Ζαμβέζη.

Ήταν ο πρώτος Ευρωπαίος που αντίκριζε τους καταρράκτες Victoria Falls, ένα ανυπέρβλητο μνημείο της φύσης που οι γηγενείς ονομάζουν «Mosi oa Tunya» («Ο Καπνός που Βροντά»). Το ημερολόγιο της Ιστορίας έδειχνε τότε 6/11/1855.

Καθώς διέσχιζα με την πορτοκαλί μοτοσυκλέτα την κοινή συνοριακή γέφυρα Ζάμπιας – Ζιμπάμπουε (το γεωγραφικό σημείο όπου βρίσκονται οι μεγαλοπρεπείς καταρράκτες της αφρικανικής γης), ανυπομονούσα να ζήσω κι εγώ την πολυδιάστατη εμπειρία των Victoria Falls.

Έχοντας αφήσει πίσω μου την αδιάφορη πρωτεύουσα Lusaka (480 χλμ. μακριά), αποφάσισα να στρατοπεδεύσω για τις δυο επόμενες μέρες δίπλα στους καταρράχτες (από την πλευρά της Ζιμπάμπουε), προκειμένου να θαυμάσω αυτήν τη\ν συγκλονιστική επίδειξη δύναμης και μεγαλείου της τοπικής φύσης. Ήταν οι δεύτεροι καταρράχτες που συναντούσα στο ταξίδι μου – είχαν προηγηθεί οι καταρράχτες του Νείλου στην Αιθιοπία.

Περπατώντας κατά μήκος του φαραγγιού που δεχόταν τους χιλιάδες τόνους νερού των καταρρακτών, είχα την ευκαιρία να αντικρίσω το συναρπαστικό θέαμα ενός υδάτινου παραδείσου που διέγειρε με τρόπο πανηγυρικό τις αισθήσεις μου.

Με μήκος 1.708 μ. και ύψος 95 μ., οι καταρράκτες Victoria Falls αποτελούσαν μια φαντασμαγορική παράσταση που ανανεωνόταν κάθε δευτερόλεπτο. Ίσως, οι πιο θεαματικοί καταρράχτες του κόσμου!

Η πόλη Bulawayo, μόλις 440 χλμ. νοτιοανατολικά των καταρραχτών και περίπου 9.850 χλμ. νότια της αφρικανικής μεσογειακής ακτογραμμής, με καλωσόρισε στην πολεοδομική αγκαλιά της.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα αστικού αγγλοσαξονικού αποικιακού σχεδιασμού, η Bulawayo ήταν μια ήσυχη πολιτεία που παρέπεμπε περισσότερο σε πόλη της αγγλικής επαρχίας παρά της νοτιοαφρικανικής επικράτειας.

Η δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Ζιμπάμπουε αποτελούσε την αδιαμφισβήτητη απόδειξη του μακροχρόνιου πολιτικο-οικονομικού ελέγχου που ασκούσαν κάποτε οι Άγγλοι αποικιοκράτες στη Ζιμπάμπουε (πρώην Νότια Ροδεσία).

Τα σύνορα της Νότιας Αφρικής, του ύστατου προορισμού μου στην αφρικανική ήπειρο, απείχαν μόνο 320 χλμ. από τη Bulawayo. Για αρκετά χιλιόμετρα, μοτοσικλέτα και αναβάτης ήμασταν οι μοναδικές παρουσίες στον δρόμο, ενώ οι μικροί αραιοκατοικημένοι οικισμοί που παρουσιάζονταν απόλυτα εναρμονισμένοι με το άγονο τοπίο της σαβάνας, μου κρατούσαν συντροφιά στο μοναχικό ταξίδι της ασφάλτου.

Όσο πλησίαζα όμως στη νοτιοαφρικανική μεθόριο, ένιωθα να καρδιά μου να σκιρτά όλο και πιο πολύ. Ένα πρωτόγνωρο συναίσθημα μ’ είχε κυριεύσει – ήθελα τόσο πολύ να φωνάξω, να γελάσω, να πανηγυρίσω, αλλά και να κλάψω ταυτόχρονα.

Και τελικά, μόλις πάτησα το πόδι μου στο έδαφος της Νότιας Αφρικής, δεν άντεξα. Δάκρυσα… Από χαρά, ανακούφιση, ικανοποίηση. Κοντοστάθηκα για λίγο και κοίταξα μακριά πίσω μου. Είχα καταφέρει να διασχίσω απ’ άκρη σ’ άκρη την αφρικανική ήπειρο, βιώνοντας πάνω στη σέλα της μοτοσυκλέτας μου μια ασύλληπτη περιπέτεια ζωής και θανάτου.

Χιλιάδες οι εικόνες και αμέτρητες οι αναμνήσεις που είχα συλλέξει οδοιπορώντας από την Αίγυπτο των Φαραώ ως τη Νότια Αφρική του Νέλσον Μαντέλα. Θεέ μου σε ευχαριστώ!

Μπαίνοντας όμως στη Νότια Αφρική έπαθα ταυτόχρονα κι ένα ισχυρό πολιτισμικό σοκ. Κατά παράδοξο τρόπο, η συνοριακή πύλη λειτούργησε σαν μια χρονομηχανή που αυτομάτως με μετέφερε από την υπανάπτυκτη Αφρική του χτες σε μια σύγχρονη δυτικοευρωπαϊκή (ή βορειοαμερικανική) χώρα του μέλλοντος, όπου λευκοί και έγχρωμοι προσπαθούν να ξορκίσουν το “ρατσιστικό” εφιάλτη του παρελθόντος και να πορευτούν μαζί πλέον προς ένα ελπιδοφόρο μέλλον.

Από την παραμεθόρια πόλη Messina, το Γιοχάνεσμπουργκ απείχε 530 χλμ. Ωστόσο, η τελευταία οδική μέρα μου στην Αφρική ξεκίνησε με μια ψυχρολουσία. Η πρωινή αναχώρηση καθυστέρησε κατά μια ώρα, αφού βρήκα το πίσω λάστιχο της μοτοσυκλέτας σφόδρα ερωτευμένο μ’ ένα καρφί – η σχέση τους όμως γρήγορα «ξεφούσκωσε». Σίγουρα, δεν είναι ότι το καλύτερο να επισκευάζεις πρωί – πρωί ένα σκασμένο λάστιχο, και μάλιστα την τελευταία αφρικανική μέρα on the road…

Στις τέσσερεις ημέρες που έμεινα στο Γιοχάνεσμπουργκ, η γνωριμία με την πόλη πέρασε σε δεύτερη μοίρα, μια και ασχολήθηκα αποκλειστικά με τις διαδικασίες της αεροπορικής μεταφοράς της μοτοσυκλέτας (τοποθέτηση σε ξυλοκιβώτιο και μεταφορά στο αεροδρόμιο, τελωνειακές διατυπώσεις) από την Αφρική στην Νότια Αμερική – και συγκεκριμένα στο Μπουένος Άιρες, την κοσμοπολίτικη πρωτεύουσα της Αργεντινής.

Μετά τη Μαύρη ήπειρο, σειρά έχει η λατινοαμερικανική υποήπειρος να υποδεχτεί το δίτροχο ταξιδιώτη του Νότου, που ανυπομονεί να βαδίσει πάνω στα χνάρια του Τσε Γκεβάρα…»