Καθώς ο αριθμός των νεκρών στη Χαβάη από την πιο θανατηφόρα φωτιά που έχει ξεσπάσει στις ΗΠΑ τον τελευταίο αιώνα αυξήθηκε σε 96 την Κυριακή, ο κυβερνήτης Τζος Γκριν δήλωσε ότι υπάρχει ζοφερή προσδοκία για περαιτέρω θύματα.

«Θα καταγραφούν κι άλλοι θάνατοι», είπε ο Γκριν στο CBS News και πρόσθεσε: «η φωτιά ήταν τόσο καυτή που είναι δύσκολο να αναγνωρίσουμε οποιονδήποτε».

Η ιστορική πόλη Lahaina υπέστη τη μεγαλύτερη καταστροφή ενώ όπως είπε ο κυβερνήτης της Χαβάης, Γκριν, μπορεί να χρειαστούν έως και 10 ημέρες για να προσδιοριστεί ο πλήρης αριθμός των νεκρών καθώς τα συνεργεία θα μπορούσαν να βρίσκουν «10 έως 20 άτομα την ημέρα πιθανώς μέχρι να τελειώσουν».

«Είμαστε προετοιμασμένοι για πολλές τραγικές ιστορίες», είπε ο Γκριν.

Η πρόσβαση στη Lahaina έχει αποδειχθεί δύσκολη για τους διασώστες. Ο Γκριν έχει ερευνήσει τα ερείπια της πόλης δύο φορές και είπε ότι το μέγεθος της καταστροφής άφησε την περιοχή αγνώριστη.
«Δεν υπάρχει τίποτα να δεις εκτός από την πλήρη καταστροφή. Τα κτίρια είναι σχεδόν ανύπαρκτα», είπε.

Η Χαβάη διαθέτει σύστημα προειδοποίησης με σειρήνες, το οποίο μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την ειδοποίηση των κατοίκων πριν από φυσικές καταστροφές όπως τσουνάμι, τυφώνες, παραβιάσεις φραγμάτων, πλημμύρες, πυρκαγιές, ηφαιστειακές εκρήξεις αλλά και ανθρωπογενή γεγονότα όπως τρομοκρατικές απειλές, σύμφωνα με την Υπηρεσία Διαχείρισης Έκτακτης Ανάγκης της Χαβάης.

Ωστόσο, η βουλευτής των ΗΠΑ Τζιλ Τοκούντα, της οποίας η περιφέρεια περιλαμβάνει το Μάουι, δήλωσε ότι οι σειρήνες δεν ενεργοποιήθηκαν, αφήνοντας να εννοηθεί ότι η πυρκαγιά στη Λαχαίνα επεκτάθηκε πολύ γρήγορα.

Το θέμα των ειδοποιήσεων έκτακτης ανάγκης και γιατί δεν ενεργοποιήθηκαν οι σειρήνες είναι κάτι που όπως είπε ο κυβερνήτης Γκριν θα διερευνηθεί από τον γενικό εισαγγελέα της πολιτείας. Η έρευνα, είπε ο Γκριν, στοχεύει «δεν έχει ως στόχο να ρίξει ευθύνες σε κάποιον, αλλά να πει γιατί αυτό λειτούργησε και το άλλο δεν λειτούργησε».

Παρά την αποτυχία των συναγερμών, ο Γκριν είπε ότι λόγω της έντασης της φωτιάς και των καιρικών συνθηκών στο Μάουι όταν άναψαν οι πυρκαγιές, τα πληρώματα είχαν περιορισμένες επιλογές για να επιβραδύνουν τη φωτιά.

«Εάν βάζατε ένα πυροσβεστικό όχημα εμπόδιο στις φλόγες που έρχονταν με 1.000 μίλια (1.600 χιλιόμετρα) την ώρα, το πυροσβεστικό όχημα θα είχε καεί, μαζί με τον κόσμο» υποστήριξε. «Οπότε είναι απίθανο ότι μπορούσαν να είχαν γίνει πολλά εκτός φυσικά από το να μετακινηθούν οι άνθρωποι πρωτύτερα, και γι’ αυτό θα μιλήσουμε».