Για «λάθη που συμβαίνουν» έκανε λόγο ο πρώην επικεφαλής της Αστυνομίας στις Φιλιππίνες, ο οποίος ήταν αρμόδιος για τον πόλεμο κατά των ναρκωτικών στη διάρκεια των πιο αιματηρών ετών του, κληθείς να σχολιάσει τον φόνο ενός τρίχρονου κοριτσιού στη διάρκεια αστυνομικής επιχείρησης. Μάλιστα, επισήμανε ότι «ο κόσμος δεν είναι τέλειος».

Ο Ρόναλντ ντε λα Ρόσα, γερουσιαστής που έχει διατελέσει επικεφαλής της Αστυνομίας όταν είχαν σκοτωθεί χιλιάδες χρήστες και φερόμενοι έμποροι, δήλωσε ότι «οι παράπλευρες απώλειες» είναι αναπόφευκτες σε τέτοιες επιχειρήσεις, αναφερόμενος στον φόνο την προηγούμενη Κυριακή (30/06) της τρίχρονης Μίκα Ουλπίνα, σε μια επαρχία κοντά στη Μανίλα.

Οι Αρχές ισχυρίστηκαν ότι ο πατέρας του κοριτσιού, ένας φερόμενος έμπορος ναρκωτικών που άνοιξε πυρ εναντίον τους όταν προσπάθησαν να τον συλλάβουν, το χρησιμοποίησε σαν ανθρώπινη ασπίδα. Η μητέρα του κοριτσιού απορρίπτει αυτή την εκδοχή των γεγονότων.

«Δεν ζούμε σε έναν τέλειο κόσμο», σχολίασε ο ντε λα Ρόσα. «Θέλει κάποιος αστυνομικός να σκοτώσει ένα παιδί; Ποτέ, διότι έχουν και οι ίδιοι παιδιά, αλλά λάθη συμβαίνουν στη διάρκεια επιχειρήσεων», προσέθεσε.

Το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (HRW) ανακοίνωσε ότι ο θάνατος του νηπίου θα πρέπει να κινητοποιήσει τη διεθνή κοινότητα να κάνει περισσότερα για να αποφευχθεί περαιτέρω αιματοχυσία στις Φιλιππίνες.

Τον προηγούμενο μήνα έντεκα εμπειρογνώμονες του ΟΗΕ ζήτησαν να διεξαχθεί διεθνής έρευνα για τον πόλεμο κατά των ναρκωτικών στις Φιλιππίνες εξαιτίας «του συγκλονιστικά μεγάλου αριθμού παράνομων φόνων από την Αστυνομία», τους οποίους η κυβέρνηση δεν φαίνεται διατεθειμένη να ερευνήσει.

Οι επικριτές του προέδρου Ροντρίγο Ντουτέρτε καταγγέλλουν ότι η εκστρατεία του κατά των ναρκωτικών, που διαρκεί ήδη τρία χρόνια, είναι σε μεγάλο βαθμό αποτυχημένη και στοχεύει στο να προκαλέσει σοκ και φόβο αλλά και να ενισχύσει την εικόνα του ως σκληρού ηγέτη χωρίς ωστόσο να βλάπτει τις παράνομες οργανώσεις διακίνησης.

Εκτεταμένες είναι εξάλλου οι καταγγελίες για εκτελέσεις από την Αστυνομία υπόπτων με συνοπτικές διαδικασίες, συγκαλύψεις και τοποθέτηση όπλων και ναρκωτικών προκειμένου να ενοχοποιήσει ανθρώπους. Οι Αρχές απορρίπτουν τους ισχυρισμούς αυτούς και τονίζουν ότι όλοι οι σχεδόν 6.000 άνθρωποι που έχει σκοτώσει, ήταν οπλισμένοι και αντιστάθηκαν στη σύλληψη.

Ακτιβιστές εκτιμούν σε περισσότερους από 20.000 τους νεκρούς στη διάρκεια του πολέμου κατά των ναρκωτικών.

Ο Μπέρναρντ Μπανάκ, εκπρόσωπος της Αστυνομίας, δήλωσε ότι οι συνάδελφοί του που εμπλέκονται στον φόνο του κοριτσιού έχουν τεθεί σε διαθεσιμότητα, εν αναμονή της διεξαγωγής ανεξάρτητης έρευνας, «προκειμένου να καθοριστεί ποιο όπλο προκάλεσε τον θάνατο του μικρού κοριτσιού».

Ο ίδιος επανέλαβε την εκδοχή της Αστυνομίας, σύμφωνα με την οποία ο πατέρας του κοριτσιού ήταν αυτός που τράβηξε πρώτος όπλο. «Σε αυτή την κατάσταση ενδέχεται να υπάρξει κάποιο ατύχημα… Αν χρησιμοποίησε την κόρη του σαν ανθρώπινη ασπίδα», πρόσθεσε μιλώντας στο τηλεοπτικό δίκτυο ANC, σύμφωνα με το Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων.

Σε ανάρτησή του στο Τwitter ο Χοσέ Μανουέλ Ντιόκνο, δικηγόρος που έχει προσφύγει κατά του πολέμου κατά των ναρκωτικών, δήλωσε ότι θα έρθει η ημέρα της κρίσης για τους αστυνομικούς που χρησιμοποιούν υπερβολική βία. «Αυτά “δεν συμβαίνουν”. Αυτά συμβαίνουν όταν η κυβέρνηση απονέμει δικαιοσύνη μέσω των όπλων και όχι μέσω των δικαστηρίων», τόνισε.