Τουλάχιστον τρεις άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους και δεκάδες άλλοι τραυματίστηκαν από την επίθεση αυτοκτονίας με παγιδευμένο αυτοκίνητο που σημειώθηκε στην περιοχή Ρουκνεντίν βορειοανατολική Δαμασκό, την ώρα που οι αντάρτες εντείνουν τις επιχειρήσεις τους στη συριακή πρωτεύουσα.

Το ειδησεογραφικό κανάλι αλ Ιχμπαρίγια μετέδωσε ότι η έκρηξη σημειώθηκε κοντά στο κτίριο μιας υπηρεσίας ανεφοδιασμού του στρατού.

Σύμφωνα με το κανάλι Αντούνια, τρεις άνθρωποι σκοτώθηκαν.

Και τα δύο κανάλια απέδωσαν την έκρηξη σε επίθεση αυτοκτονίας με παγιδευμένο αυτοκίνητο. Ακτιβιστές της αντιπολίτευσης ωστόσο υποστήριξαν ότι δεν έχει αποσαφηνιστεί εάν επρόκειτο για βόμβα ή για βλήμα όλμου.

Σε βίντεο που προβλήθηκε από το αλ Ιχμπαρίγια διακρίνεται ένας κρατήρας διαστάσεων 2×2 μέτρων δίπλα στο δρόμο. Το κανάλι δεν έδειξε εικόνες από το παγιδευμένο αυτοκίνητο ή από τα θύματα.

Το Συριακό Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, που εδρεύει στη Βρετανία και συγκεντρώνει πληροφορίες από ακτιβιστές εντός της Συρίας επιβεβαίωσε ότι υπάρχουν θύματα, πολίτες και στρατιώτες, από την επίθεση στο Ρουκνεντίν.

Νωρίτερα, βλήματα όλμων έπληξαν ένα σχολείο στην περιοχή Μπαραμκέχ, με αποτέλεσμα να σκοτωθούν τέσσερις άνθρωποι, μεταξύ των οποίων και ένα παιδί. Άλλα 12 άτομα τραυματίστηκαν. Άλλοι όλμοι έπεσαν στην περιοχή Μπαμ Σάρκι, στην παλιά πόλη της Δαμασκού, όπου κατοικούν κυρίως χριστιανοί.

Την Δευτέρα ο Ελεύθερος Συριακός Στρατός προειδοποίησε τους πολίτες της Δαμασκού να μην πλησιάζουν σε κυβερνητικά και στρατιωτικά κτίρια της πρωτεύουσας.

Από τη Νέα Υόρκη, έγινε γνωστό ότι ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ Μπαν Γκι-μουν διόρισε τον Σουηδό επιστήμονα Άκε Σέλστρομ επικεφαλής των ερευνητών που θα εξετάσουν τους ισχυρισμούς περί χρήσης χημικών όπλων στη Συρία. Ο Σέλστρομ ήταν επικεφαλής επιθεωρητής της UNSCOM, της ομάδας που είχε αναλάβει να επιθεωρήσει και να τερματίσει τα προγράμματα βιολογικών και χημικών όπλων τη δεκαετία του ’90. Εργάστηκε επίσης στην UNMOVIC, την ομάδα του ΟΗΕ που επέστρεψε στο Ιράκ το 2002 και διαπίστωσε ότι δεν υπήρχαν ατράνταχτες αποδείξεις ότι η Βαγδάτη είχε αναβιώσει το πρόγραμμα αυτό πριν από την αμερικανική εισβολή το 2003.