Δεκτοί στη Μόσχα έγιναν χθες, Τρίτη, από τον πρόεδρο της Ρωσίας, Βλαντίμιρ Πούτιν, οι υπουργοί Εξωτερικών και Άμυνας της νέας συριακής ηγεσίας που σύμφωνα με το επίσημο συριακό πρακτορείο ειδήσεων συζήτησαν μαζί του για «πολιτικά, στρατιωτικά και οικονομικά ζητήματα».

Ο επικεφαλής της συριακής διπλωματίας, Άσααντ αλ Σιμπάνι, και ο υπουργός Άμυνας, Μουρχάφ Αμπού Κάσρα, συζήτησαν με τον Βλαντίμιρ Πούτιν «πολιτικά, στρατιωτικά και οικονομικά ζητήματα αμοιβαίου ενδιαφέροντος, με ιδιαίτερη έμφαση στη στρατηγική συνεργασία στον τομέα των στρατιωτικών βιομηχανιών», μετέδωσε το πρακτορείο Sana.

Αυτή αφορά την «ενίσχυση των δυνατοτήτων άμυνας του συριακού στρατού» και κυρίως «τον εκσυγχρονισμό των στρατιωτικών εξοπλισμών», προκειμένου «να υποστηριχθεί η ασφάλεια και η σταθερότητα στη Συρία και στην περιοχή», σύμφωνα με την ίδια πηγή.

Οι συνομιλίες αφορούσαν επίσης οικονομικά σχέδια, κυρίως την ανοικοδόμηση της χώρας που έχει υποστεί ανείπωτη καταστροφή από τον εμφύλιο πόλεμο, σύμφωνα με το Sana.

Ο προσωρινός πρόεδρος της Συρίας, Άχμαντ αλ Σαράα, είχε δηλώσει τον Οκτώβριο ότι θέλει τον «επαναπροσδιορισμό» των σχέσεων Δαμασκού-Μόσχας, κατά την πρώτη του συνάντηση με τον Βλαντίμιρ Πούτιν, μετά την ανατροπή του Μπασάρ αλ Άσαντ, πρώην συμμάχου του Κρεμλίνου, ο οποίος κατέφυγε με την οικογένειά του στη Ρωσία μετά τη φυγή του από τη Συρία τον Δεκέμβριο του 2024.

Η Ρωσία δήλωσε έτοιμη να μετάσχει στην ανοικοδόμηση της Συρίας, η οποία σπαρασσόταν για σχεδόν 14 χρόνια από εμφύλιο πόλεμο, που ξέσπασε το 2011 μετά την καταστολή φιλοδημοκρατικών διαδηλώσεων, όπως και να εργαστεί στον συριακό πετρελαϊκό τομέα.

Επίσης, τίθεται το ζήτημα του μέλλοντος των ρωσικών στρατιωτικών βάσεων της Ταρτούς και της Χμεϊμίμ, που βρίσκονται στη μεσογειακή ακτή και συνιστούν τα μόνα επίσημα στρατιωτικά φυλάκια της Ρωσίας εκτός της πρώην ΕΣΣΔ.

Η Μόσχα είχε χρησιμοποιήσει σε μεγάλο βαθμό τις εγκαταστάσεις αυτές κατά την επέμβασή της το 2015 στον εμφύλιο πόλεμο στη Συρία, σε υποστήριξη του Μπασάρ αλ Άσαντ, εξαπολύοντας σφοδρούς αεροπορικούς βομβαρδισμούς στις περιοχές που ήταν υπό τον έλεγχο των ανταρτών.