Σε κάποιους η ιδέα μπορεί να ακούγεται ως σενάριο «επιστημονικής φαντασίας» και σε άλλους να προκαλεί αποστροφή. Φανταστείτε ένα γεύμα όπου το φαγητό δεν θα προέρχεται από φυσική πηγή, αλλά θα είναι δημιούργημα εργαστηρίου. Το τεχνητό κρέας φαίνεται πως μπαίνει δυναμικά στο «παιχνίδι», ανοίγοντας μια νέα σελίδα στις διατροφικές συνήθειες και δίνοντας ταυτόχρονα απαντήσεις στις σύγχρονες προκλήσεις της κλιματικής κρίσης, της παγκόσμιας πείνας και των δικαιωμάτων των ζώων.

Μπορεί τα εν λόγω κρίσιμα ζητήματα να είναι σύνθετα και πολυπαραγοντικά, ωστόσο το τεχνητό κρέας, υπό προϋποθέσεις, θα μπορούσε να προσφέρει επάρκεια τροφής, μείωση στη χρήση καλαμποκιού για ζωοτροφές, μείωση των εκπομπών από τη βιομηχανία κρέατος, ακόμη και περιορισμό στην αποψίλωση δασικών εκτάσεων που χρησιμοποιούνται στην κτηνοτροφία.

Η πρώτη χώρα στον κόσμο που «ποντάρει» στο τεχνητό κρέας

Το γερμανικό περιοδικό Spiegel, σε εκτενές αφιέρωμά του, υπογραμμίζει πως η κατανάλωση τεχνητου κρέατος ενδεχομένως να μην είναι τόσο μακρινά και παρουσιάζει την πρώτη -και μοναδική- χώρα στον κόσμο, όπου το κρέας εργαστηρίου διατίθεται στο εμπόριο. Πρόκειται για τη Σιγκαπούρη και η κυβέρνησή της ευελπιστεί πως η χώρα θα μπορούσε να γίνει η έδρα των τεχνολογιών των τροφίμων του μέλλοντος. Μια «χρυσοφόρα» βιομηχανία με επενδυτές από όλο τον κόσμο που θα διοχετεύουν δισεκατομμύρια δολάρια στο νέο τομέα τροφίμων.

Οι εναλλακτικές πηγές πρωτεΐνης, συμπεριλαμβανομένου και του τεχνητού κρέατος, αποτελεί σήμερα μόλις το 2% της παγκόσμιας αγοράς κρέατος. Μέχρι το 2035 εκτιμάται πως το ποσοστό θα μπορούσε να είναι πενταπλάσιο. Οι τραγικές συγκυρίες θα μπορούσαν να επιταχύνουν και να ενισχύσουν αυτή την προοπτική: Οι τιμές των τροφίμων λόγω της πανδημίας και του πολέμου στην Ουκρανία έχουν εκτοξευτεί, επιπτώσεις που ήρθαν να προστεθούν στο παγκόσμιο επισιτιστικό πρόβλημα και στη περιβαλλοντική κρίση που ήδη μαστίζουν τον κόσμο.

Με αυτά τα δεδομένα, ορισμένοι ειδικοί εκτιμούν πως το τεχνητό κρέας θα μπορούσε να εξελιχθεί σε μια τεχνολογική επανάσταση με τις προσπάθειες να εστιάζουν στην παραγωγή κρέατος, ψαριού, θαλασσινών, ακόμη και γάλατος από βλαστοκύτταρα.

Πώς παράγεται το κρέας εργαστηρίου

Εν συντομία, αναφέρει το Spiegel, η ιδέα είναι η εξής: «Τα βλαστοκύτταρα λαμβάνονται από ζώα μέσω βιοψίας και στη συνέχεια καταψύχονται σε υγρό άζωτο, στους μείον 196 βαθμούς κελσίου, ώστε να μπορούν να διατηρηθούν για αρκετά χρόνια. Για την παραγωγή κρέατος, τα κύτταρα πολλαπλασιάζονται σε βιοαντιδραστήρα. Εκεί αναπαράγωνται μυικά και λιπώδη κύτταρα, τα οποία σταδιακά αναπτύσσονται και περνούν από μια υγρή μορφή σε μια παχύρρευστη φάση που θυμίζει τον κιμά. Οι τεχνολογικές δυνατότητες για μαζική παραγωγή είναι σε αυτή τη φάση περιορισμένες, ωστόσο, θεωρητικά, μια και μόνο βιοψία θα ήταν αρκετή για να παραχθούν εκατοντάδες τόνοι κρέατος».

«Είναι 100% κρέας. Φανταστείτε το σαν λαχανικά που καλλιεργούνται σε ένα θερμοκήπιο αντί στη φύση. Το αποτέλεσμα είναι το ίδιο, αλλά η διαδρομή που ακολουθείται δεν είναι φυσική, είναι τεχνολογική», υπογραμμίζει η Σάντια Σρίραμ, ερευνήτρια βλαστοκυττάρων και ιδρύτρια της εταιρείας παραγωγής τεχνητού κρέατος, Shiok Meats. Σημειώνει ακόμη πως το τεχνητό κρέας ικανοποιεί και τα «θέλω» των χορτοφάγων που απέχουν από την κρεατοφαγία εξαιτίας της θανάτωσης και της εκμετάλλευσης ζώων και των ρύπων που εκλύονται από τη βιομηχανία κρέατος. «Ενδιαφέρονται ιδιαίτερα για το κρέας εργαστηρίου, ένας κρέας χωρίς βιαιότητα», υποστηρίζει.

Τα προβλήματα και η σύγκρουση συμφερόντων

Στην ανθρώπινη ιστορία οι εξελίξεις στην τεχνολογία τροφίμων, υπογραμμίζει το Spiegel, άλλαζαν καθοριστικά τον τρόπο ζωής. Προϋπόθεση για να συμβεί αυτό είναι η καινοτομία να είναι προσιτή και διαθέσιμη σε μεγάλο ποσοστό των ανθρώπων. Παρότι πρόκειται για μια ιδιαίτερα ελπιδοφόρα τεχνολογία, οι αμφιβολίες για το εργαστηριακό κρέας είναι ισχυρές. Βασικά προβλήματα είναι η τιμή και η κλίμακα παραγωγής, αλλά και η κατανάλωση της ενέργειας που απαιτείται για την παραγωγή του: Τεράστιοι ενεργοβόροι βιοαντιδραστήρες, εξελιγμένα μηχανήματα και μεγάλες εγκαταστάσεις παραγωγής.

Τις εν λόγω ανησυχίες συμμερίζεται και η Σαντία Σρίραμ. «Βασιζόμαστε σε εξαιρετικά ακριβές τεχνολογίες και συσκευές της φαρμακευτικής βιομηχανίας για την παραγωγή τροφίμων. Θα χρειαστεί χρόνο για να μπορέσουμε να παράγουμε επαρκές κρέας εργαστηρίου, ώστε να μπορούμε να πούμε πως θα ικανοποιήσουμε τις ανάγκες δισεκατομμυρίων ανθρώπων. Επίσης θα χρειαστούν φθηνότεροι βιοαντιδραστήρες. Έχει σημειωθεί πρόοδος, αλλά τα βήματα είναι μικρά».

Πριν από μερικά χρόνια η τιμή ενός κιλού κρέατος γαρίδας από τη Shiok Meats κόστιζε 10.000 δολάρια. Σήμερα η εταιρεία έχει μειώσει την τιμή στα 50 δολάρια το κιλό. Αναμφισβήτητα χρειάζεται ακόμη περισσότερος χρόνος για να μπορέσει το κρέας εργαστηρίου να ανταγωνιστεί το κρέας από την παραδοσιακή βιομηχανία. Ωστόσο η Σρίραμ εκτιμά πως αυτό θα μπορούσε να γίνει μέσα στην επόμενη δεκαετία.

Και στη συνέχεια θα πρέπει να εγκριθούν προς πώληση. Μια τέτοια διαδικασία αναμένεται να είναι αρκετά δύσκολη ιδιαίτερα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, καθώς μεμονωμένα τα κράτη μέλη ενδεχομένως θα θέλουν να προστατεύσουν τα συμφέροντα των εγχώριων βιομηχανιών κρέατος. Για αυτόν το λόγο η Ασία εκτιμάται πως θα μπορούσε να πρωτοστατήσει στην τεχνολογική επανάσταση του τεχνητού κρέατος. Πολλές χώρες στην Ασία είναι σίγουρα πολύ πιο ανοιχτές σε αυτές τις τεχνολογίες από τα ευρωπαϊκά κράτη, υπογραμμίζει το Spiegel, ιδιαίτερα όταν οι αποφάσεις συναρτώνται με τις μεγάλες προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι πολίτες της ηπείρου, όπως η πείνα και η κλιματική αλλαγή. Μια νέα τεχνολογία που θα μπορούσε να προσφέρει περισσότερη τροφή δεν ακούγεται καθόλου κακή ιδέα.