Κάποια στιγμή θα συνέβαινε κι αυτό, ήταν νομοτελειακό. Εξήντα χρόνια μετά τη διακήρυξη του «σοσιαλιστικού χαρακτήρα» της κουβανικής επανάστασης από τον Φιντέλ Κάστρο, ο αδελφός του, Ραούλ Κάστρο, επιβεβαίωσε πριν μερικές ημέρες στην ομιλία του στο 8ο συνέδριο του Κομμουνιστικού Κόμματος, ότι παραδίδει την ηγεσία στη «νέα γενιά».

Για τον 89χρονο Κάστρο, αυτό το «ιστορικό ραντεβού» θα είναι το τελευταίο του στην ηγεσία του Κόμματος τα ηνία του οποίου θα αναλάβουν οι επόμενοι, μετά τη δική του αποχώρηση, όπως αναφέρει σε εκτενές του ρεπορτάζ το ΑΡ.

Δίπλα του, ο διάδοχός του, ο 60χρονος πρόεδρος Μιγκέλ Ντίας-Κανέλ, 60 ετών, έλαμπε από περηφάνια που παίρνει την σκυτάλη μετά από 60 χρόνια «καστρικής» διακυβέρνησης.

Στην εναρκτήρια ομιλία του, ο Κάστρο επιβεβαίωσε ότι παραδίδει την ηγεσία στη νεότερη γενιά η οποία, όπως είπε, διέπεται από «πάθος και αντιιμπεριαλιστικό πνεύμα» αλλά ταυτόχρονα έχει και «εμπειρία δεκαετιών».

«Πιστεύω θερμά στη δύναμη και την υποδειγματική φύση και κατανόηση των συμπατριωτών μου και, όσο ζω, θα είμαι έτοιμος, με τα πόδια στους αναβολείς, να υπερασπιστώ την πατρίδα, την επανάσταση και τον σοσιαλισμό», διαβεβαίωσε.

Ο Ντίας-Κανέλ, που ανέλαβε την προεδρία της χώρας το 2018, θα είναι και ο πρώτος μη στρατιωτικός που θα τεθεί επικεφαλής και του Κόμματος. Αναμένεται ότι θα εκλεγεί νέος πρώτος γραμματέας την Δευτέρα, κατά την τελευταία ημέρα του συνεδρίου. Σε ανάρτησή του στο Twitter τόνισε ότι οι «κατευθυντήριες γραμμές» δεν πρόκειται να αλλάξουν.

Μετά τον θάνατο του Φιντέλ, το 2016 και την αποχώρηση του Ραούλ, το κόμμα αλλά και όλη η Κούβα, γυρίζουν μια ιστορική σελίδα και μπαίνουν σε ένα νέο κεφάλαιο.

Σύμφωνα με τα επίσημα μέσα ενημέρωσης, αφού απέτισε φόρο τιμής στον Φιντέλ, ο Ραούλ παρουσίασε στους συνέδρους την κεντρική έκθεση του συνεδρίου, στην οποία κατήγγειλε τον «οικονομικό πόλεμο» που διεξήγαν οι ΗΠΑ, ιδίως κατά την τετραετή προεδρία του Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος ενίσχυσε το εμπάργκο σε βάρος της Κούβας, που συνεχίζεται από το 1962. Ζήτησε ταυτόχρονα να υπάρξει διάλογος «με σεβασμό» μεταξύ Κούβας και ΗΠΑ, όμως «χωρίς να αποκηρύξουμε τον σοσιαλισμό».

Όπως ανέφερε η εφημερίδα Granma, «ο στρατηγός [Κάστρο] είναι ευχαριστημένος που παραχώρησε την ηγεσία της χώρας σε μια ομάδα εκπαιδευμένων ηγετών, έμπειρων από δεκαετίες, με πίστη στην ηθική της Επανάστασης, ταυτισμένη με την ιστορία και τον πολιτισμό του έθνους».

Ο Ντιάζ-Κανέλ, αναφέρει σε ρεπορτάζ της η Washington Post, «αντιπροσωπεύει μια νέα γενιά και υπηρετεί την πρώτη από τις δύο πενταετείς θητείες ως επικεφαλής του κόμματος. Ωστόσο, πολλοί αναλυτές πιστεύουν ότι ο Κάστρο, ο οποίος γίνεται 90 ετών τον Ιούνιο, θα συνεχίσει να είναι η πιο επιδραστική μορφή στο νησί μέχρι το θάνατό του».

Η αποχώρηση του Κάστρο έρχεται σε μια κρίσιμη χρονική συγκυρία όπου η Κούβα αντιμετωπίζει πολλές προκλήσεις: Η οικονομία της συρρικνώθηκε κατά 11% το 2020 λόγω της πανδημίας, ενώ αντιμετωπίζει τις αυστηρότερες κυρώσεις των ΗΠΑ και τον περιορισμό της βοήθειας από τον σύμμαχό της, τη Βενεζουέλα.

Επιπλέον, και καθώς η χώρα δεν διαθέτει ένα ισχυρό νόμισμα για να εισαγάγει τρόφιμα και φάρμακα, δημιουργούνται καθημερινά ατελείωτες ουρές έξω από τα καταστήματα, όταν διατίθενται τρόφιμα με δελτίο και ένα γεύμα την ημέρα για ορισμένες οικογένειες. Η χώρα αντιμετωπίζει επίσης αύξηση των κρουσμάτων του κορονοϊού, αν και η Κούβα έχει αναπτύξει πέντε υποψήφια εμβόλια και δύο βρίσκονται ήδη στις τελικές δοκιμές.

Η παρακαταθήκη των Κάστρο

Η αλήθεια είναι ότι ο Ραούλ Κάστρο κατά τη διάρκεια της θητείας του ως επικεφαλής της Κούβας, από το 2011 μέχρι σήμερα, προχώρησε σε κάποιες ιστορικές κινήσεις υψηλής σημασίας και πολιτικού συμβολισμού.

Καλωσόρισε τον Πάπα Φραγκίσκο στο νησί το 2015 και συναντήθηκε με τον πρώην πρόεδρο των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα όχι μία αλλά δυο φορές, το 2014 και ξανά το 2016 όταν ο Ομπάμα βρέθηκε σε ένα παιχνίδι μπέιζμπολ στην Αβάνα κατά τη διάρκεια του ταξιδιού – ορόσημο του τότε ηγέτη των ΗΠΑ στο νησί.

Η ουσιαστική μεταμόρφωση της χώρας, προς την εκδυτικοποίησή της, έγινε αμέσως μετά τον θάνατό του Φιντέλ, τον Νοέμβριο του 2016. Ο Κάστρο επέτρεψε τη χρήση κινητών τηλεφώνων και ηλεκτρονικών υπολογιστών με αποτέλεσμα σήμερα 6 στους 10 Κουβανούς να έχουν πρόσβαση στο Διαδίκτυο, κάτι ανήκουστο για αμιγώς κομμουνιστική χώρα.

Το κυριότερο κληροδότημα του Κάστρο όμως υπήρξε η απόφασή του να ανοίξει την οικονομία στην ιδιωτική πρωτοβουλία, να δώσει βάσεις και κίνητρα στην ντόπια επιχειρηματικότητα, ήταν όμως άτυχος γιατί κατόπιν έπεσε πάνω στον… ταύρο εν υαλοπωλείο που λεγόταν Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος επέβαλε νέες αυστηρότερες κυρώσεις στη χώρα, με αποτέλεσμα ένα πρωτόγνωρο πολιτικό πισωγύρισμα.

Η μερική αποκατάσταση των κουβανοαμερικανικών σχέσεων

Ο Κάστρο πιστώνεται, ασφαλώς, την (δυστυχώς προσωρινή) εξομάλυνση των σχέσεων των ΗΠΑ με την Κούβα. «Ομπάμα και Κάστρο γράφουν ιστορία», υπογράμμιζε το 2016 σε σχετικό της δημοσίευμα η ηλεκτρονική έκδοση του περιοδικού Spiegel, εκτιμώντας ότι «στις σχέσεις μεταξύ ΗΠΑ και Κούβας διαφαίνεται μία ιστορική αλλαγή. Μετά από 50 και πλέον χρόνια οι δύο χώρες θέλουν να αποκαταστήσουν τις διπλωματικές τους σχέσεις».

«Ένα τέταρτο του αιώνα μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου τελειώνει αυτός και στην Καραϊβική», σχολίαζε τότε η Süddeutsche Zeitung και προσέθετε: «Αυτή είναι μία αλλαγή που θα έπρεπε να είχε γίνει προ πολλού. Ο Μπαράκ Ομπάμα τερματίζει έτσι μία πολιτική μποϊκοτάζ, η οποία έμοιαζε τελευταία απλά παράδοξη. Οι ΗΠΑ μπορεί να έχουν επικίνδυνους εχθρούς, αλλά η Κούβα δεν συγκαταλέγεται πια εδώ και καιρό σε αυτούς».

Δυστυχώς, όπως αποδείχτηκε, η μερική αποκατάσταση δεν κράτησε και πολύ.

Αλλά ο Τζο Μπάιντεν έχει προ πολλού δεσμευτεί ότι θα πιάσει το νήμα των μεταξύ τους σχέσεων εκεί που το άφησε ο Ομπάμα.