Το δικό του «όχι» στον δικτάτορα και διορατικό πρωθυπουργό Ιωάννη Μεταξά έχει πει ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, κάτι που δεν είναι ευρέως γνωστό. Ο τότε πρόεδρος της κυβέρνησης, που πραξικοπηματικά επιχείρησε και πέτυχε την παραμονή του στην εξουσία μετά την 4η Αυγούστου 1936, προσέγγισε τον νεαρό Σερραίο βουλευτή, μόλις 29 ετών εκείνη την εποχή, προκειμένου να του προτείνει να αναλάβει υποδιοικητής της Αγροτικής Τράπεζας. Εκείνος όμως αρνήθηκε κατηγορηματικά, λέγοντας χαρακτηριστικά ότι «εγώ σε δικτατορία, δεν πρόκειται να συμπράξω».
Την αποκάλυψη κάνει ο ίδιος ο Καραμανλής μέσω μιας ανέκδοτης μέχρι και πριν από λίγο καιρό συνέντευξής του, που βλέπει για πρώτη φορά το φως της δημοσιότητας μέσω του βιβλίου «Καραμανλής – Η πολιτική ως δημιουργία» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ευρασία, σε επιμέλεια του Κωνσταντίνου Αρβανιτόπουλου, διευθυντή του Ιδρύματος «Κωνσταντίνος Γ. Καραμανλής». Στο βιβλίο λοιπόν φιλοξενείται συνέντευξη που δόθηκε το 1981 στον δημοσιογράφο Βάσο Βασιλείου, ένα πρόσωπο με σημαντικές περγαμηνές καθώς είχε διατελέσει διευθυντής του γραφείου Τύπου του Ελληνικού Συναγερμού Αλέξανδρου Παπάγου, βουλευτής Αθήνας της ΝΔ στις πρώτες μεταπολιτευτικές εκλογές του 1974, υφυπουργός Πολιτισμού και Επιστημών στην κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας και πρόεδρος του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου.

Η ανάληψη της εξουσίας από τον Μεταξά
Κάποια στιγμή λοιπόν κατά τη διάρκεια της συνέντευξης ο δημοσιογράφος του ζητά μέσω των ερωτήσεων να κάνουν μια ιστορική επισκόπηση του πολιτικού βίου του. Ο Καραμανλής είχε εισέλθει στην κεντρική πολιτική σκηνή το 1935, σε ηλικία 28 ετών, έχοντας εκλεγεί βουλευτής («πληρεξούσιος» με τους όρους της εποχής) Σερρών με το Λαϊκό Κόμμα. Η εδραίωσή του στον κοινοβουλευτικό στίβο επιβεβαιώθηκε και κατά τη διάρκεια των επόμενων εκλογών της 26ης Ιανουαρίου 1936, που είχαν γίνει με πρωθυπουργό τον Κωνσταντίνο Δεμερτζή και έμελλε να ήταν οι τελευταίες του Μεσοπολέμου.
Οι κάλπες ανέδειξαν ισοδυναμία μεταξύ των δύο μεγάλων παρατάξεων της εποχής: των αντιβενιζελικών με κορμό το Λαϊκό Κόμμα και των βενιζελικών με κορμό το Κόμμα Φιλελευθέρων. Προκαλείται πολιτικό αδιέξοδο. Ο πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Δεμερτζής σχηματίζει εκ νέου κυβέρνηση η οποία όμως θα παραμείνει στην εξουσία για ελάχιστες εβδομάδες καθώς στις 13 Απριλίου πεθαίνει. Ο βασιλιάς Γεώργιος Β’ τότε διορίζει πρωθυπουργό τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης, τον Ιωάννη Μεταξά, που οδήγησε τη χώρα στη δικτατορία της 4ης Αυγούστου.
«Του εμπιστεύτηκαν την εξουσία»
Στην αδημοσίευτη μέχρι πριν από λίγο καιρό συνέντευξη που προαναφέραμε, ο Καραμανλής αναφέρει χαρακτηριστικά πως τη συνεργασία μεταξύ των κομμάτων «ουσιαστικά, την καθιστούσε ανέφικτη το γεγονός ότι είχαν αναζωπυρωθεί τα πάθη (σ.σ. του εθνικού διχασμού μεταξύ βενιζελικών και αντιβενιζελικών) και προκειμένου να απαλλαγούν από αυτή τη δυσχέρεια, έδωσαν ψήφο εμπιστοσύνης στον Μεταξά. Διότι εν τω μεταξύ είχε πεθάνει ο Δεμερτζής και ανέλαβε ο Μεταξάς, που ήταν αντιπρόεδρος. Και μολονότι γνώριζαν τις τάσεις του Μεταξά, του εμπιστεύθηκαν την εξουσία. Και έγινε η δικτατορία, διαλύθηκε η Βουλή και εγώ πήγα στις Σέρρες και άνοιξα το δικηγορικό μου γραφείο».

«Σε δικτατορία δεν μπορώ να συμπράξω»
Σε εκείνο το σημείο της συνέντευξης ερωτάται ο Κωνσταντίνος Καραμανλής εάν του είχε γίνει βολιδοσκόπηση προκειμένου να μετάσχει σε κυβέρνηση του Ιωάννη Μεταξά. Και απαντά επί λέξει: «Όχι να μετάσχω στην κυβέρνηση. Ο Μεταξάς, διά του Μανιαδάκη, με είχε βολιδοσκοπήσει αν θα ήθελα να γίνω Υποδιοικητής της Αγροτικής Τραπέζης. Διότι από την πρώτη στιγμή, λόγω της μετριοπάθειάς μου, είχα δημιουργήσει μία εντύπωση αγαθή σε όλα τα κόμματα. Μου είχαν λοιπόν προτείνει να αναλάβω Υποδιοικητής της Αγροτικής Τραπέζης. Αλλά τους είπα: “Δεν μπορώ. Θα πάω σπίτι μου. Σε δικτατορία δεν μπορώ να συμπράξω”».
Θυμίζουμε ότι ο Κωνσταντίνος Μανιαδάκης, που αναφέρει ο Καραμανλής, είχε διοριστεί από τον Ιωάννη Μεταξά υφυπουργός Δημοσίας Ασφαλείας, θέση που τον ανέδειξε σε δεύτερο ισχυρότερο πρόσωπο της δικτατορικής κυβέρνησης, καθώς δημιούργησε ένα πανίσχυρο δίκτυο πληροφοριοδοτών που κάλυπτε ολόκληρη την επικράτεια και τους χώρους δραστηριοτήτων κομμουνιστών και όσων διαφωνούσαν με το καθεστώς.
«Επί Μεταξά λειτουργούσε καλά το Κράτος»
Η άρνηση του Καραμανλή να μετέχει με οποιονδήποτε τρόπο στην κυβέρνηση Μεταξά πάντως δεν επηρέασε την αξιολόγησή του για την πρωθυπουργία του δικτάτορα. Όπως είχε πει στη συνέντευξη, «Ενώ είχαμε πολύ άσχημα οικονομικά μεγέθη πριν, στην εποχή του Μεταξά ήταν πολύ ικανοποιητικά. Ο Μεταξάς έκανε καλή δουλειά, αλλά την έκανε με δικτατορικές μεθόδους. Αυτό είναι το μειονέκτημά του. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι έβαλε σε μία τάξη τον τόπο και πέτυχε να ενώσει το Έθνος κατά τη διάρκεια του πολέμου, αλλά όπως είπα τα έκανε αυτά με δικτατορικές μεθόδους». Και πρόσθετε σε παρόμοιο τόνο: «Λειτουργούσε καλά τότε το Κράτος ο Μεταξάς. Εξυγίανε τα οικονομικά και προπαντός με την ευκαιρία του πολέμου ένωσε το Έθνος και έγινε αυτό που έγινε στην Αλβανία. Δεδομένου όμως ότι αυτό το έκανε σαν δικτατορία, δεν μπορεί κανένας να το χειροκροτήσει».

Η πορεία μέχρι την Προεδρία της Δημοκρατίας
Ο Καραμανλής με την επιβολή του καθεστώτος της 4ης Αυγούστου 1936 επέστρεψε στη γενέτειρα του, στον νομό Σερρών, όπου και άσκησε τη δικηγορία έως το 1941. Κατά τη διάρκεια της Κατοχής βρισκόταν στην Αθήνα χωρίς όμως να αναμειχθεί ενεργά στην πολιτική. Την περίοδο 1942 – 1943 συμμετείχε σε μία άτυπη ομάδα πολιτικού προβληματισμού με την ονομασία «Σοσιαλιστική Ένωση», την οποία αποτελούσαν αξιόλογοι μετέπειτα πολιτικοί και τραπεζίτες, όπως ο Κωνσταντίνος Τσάτσος, ο Γεώργιος Μαύρος, ο Πέτρος Γαρουφαλιάς, ο Άγγελος Αγγελόπουλος και ο Ξενοφών Ζολώτας. Μάλιστα όπως έχει αναφέρει ο πρώην πρωθυπουργός Παναγιώτης Πικραμμένος με άρθρο του στην εφημερίδα «Η Καθημερινή» (στις 10 Μαρτίου 2013), «ειδικά η Σοσιαλιστική Ένωση, της οποίας ηγούνταν ο Κωνσταντίνος Τσάτσος, και της οποίας ο Καραμανλής ήταν μέλος, ήταν αυτή που τον έφερε σε επαφή με το ριζοσπαστικό ρεύμα της εποχής».
Καλοκαίρι του 1944 ο Καραμανλής προσπάθησε να εμπλακεί πιο ενεργά στις πολιτικές εξελίξεις, διαφεύγοντας με πλωτό μέσο στη Μέση Ανατολή, όπου είχε σχηματιστεί η νέα εξόριστη ελληνική κυβέρνηση υπό τον Γεώργιο Παπανδρέου. Η μετάβασή του εντούτοις καθυστέρησε πολύ, ώστε όταν τελικά ο Καραμανλής βρέθηκε στο Κάιρο τον Οκτώβριο εκείνου του έτους, η Αθήνα είχε μόλις απελευθερωθεί από τους Γερμανούς και ο ίδιος υποχρεωτικά θα επέστρεφε στο τέλος του ίδιου μήνα. Βουλευτής Σερρών θα επανεκλεγεί στις πρώτες μεταπολεμικές εκλογές του 1946 με το Λαϊκό Κόμμα και ακολούθως θα έρθει η ώρα των υπουργοποιήσεων με εμβληματικότερη αυτή του υπουργού Συγκοινωνιών και Δημοσίων Έργων, για να αναλάβει ακολούθως πολλάκις την πρωθυπουργία και μετέπειτα για δύο πενταετίες την Προεδρία της Δημοκρατίας.